Eraserhead

Όπως και να τ΄ ονομάσεις δεν θα το αποδώσεις: το «Eraserhead» με αναγκάζει να ξανασκέφτομαι αυτή την παλιά, απλή και σοφή κινεζική φράση: Αντιστέκεται στις περιγραφές, ξεπερνάει τις κριτικές. Δεκαοχτώ χρόνια μετά την πρώτη προβολή του παραμένει ένα έργο τολμηρότατο, ειρωνικό, θρασύ, υποβλητικό, αινιγματικό… ένας φιλμκός μονόλιθος.

Από τον Γιάννη Δεληολάνη
Eraserhead

Η μόνη επιτυχημένη προσέγγιση στο «Eraserhead» που έχω ακούσει έλεγε: «η πιο εφιαλτική ταινία που γυρίστηκε ποτέ». Όπως ίσως θα υποψιάζεστε, αυτή η πρώτη και πλέον παράξενη δουλειά του Ντέιβιντ Λιντς δεν απευθύνεται σε όλους. Αν ξεπεράσει το πρώτο σοκ της ολοκληρωτικά παράδοξης και «νοσηρής» ατμόσφαιρά του, ο θεατής… δε φτάνει πολύ μακρύτερα.

Το φιλμ είναι ένα βιβλίο ανοιχτό και όμως σφραγισμένο. Δε μοιάζει με κανένα άλλο έργο στην ιστορία του σινεμά. Δεν υπάρχει σίγουρος τρόπος να το πλησιάσεις -διαδραματίζεται εξ ολοκλήρου σε έναν εσωτερικό ονειρόκοσμο – αλλά υπάρχει βέβαιος τρόπος να το χάσεις: προσεγγίζοντάς το λογικά. Αυτό το ύπουλο ταινιάκι πετάει κάτω από τα ραντάρ της λογικής και της ερμηνείας, αλλά μην αμφιβάλλετε – θα βγείτε από την αίθουσα «βομβαρδισμένοι».

Το «Eraserhead» είναι ο τέλειος νοητικός χούλιγκαν

Η ιστορία; Εντάξει, αλλά δεν ξεκαθαρίζει τα πράγματα. Ο Χένρι είναι ένας ανασφαλής, φοβισμένος ανθρωπάκος που ζει μέσα σε μια γκρίζα βιομηχανική πόλη. Το γεγονός ότι αποδέχεται και προσπαθεί να προσαρμοστεί στην πραγματικότητα γύρω του δεν την κάνει λιγότερο ακατάληπτη. Ο Χένρι πορεύεται μέσα σ’ έναν κόσμο όπου κάθε στιγμή εγκυμονεί ακατανόητους τρόμους. Μιλώντας για εγκυμοσύνη – η φιλενάδα του περιμένει παιδί κι εκείνος αναγκάζεται να ζήσει μαζί της. Γεννάει πρόωρα ένα μωρό – τέρας, παραμορφωμένο για τα ανθρώπινα δεδομένα – στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για άνθρωπο, αλλά δεν έχει σημασία× μέσα στην εφιαλτική νομοτέλεια του έργου, είναι ζωντανό και είναι το παιδί του Χένρι.

Η φίλη του τον εγκαταλείπει κι εκείνος, μόνος με το πλάσμα, βυθίζεται οριστικά μέσα σ’ ένα ονειρικό παραλήρημα. Μόνη του παρηγοριά μια λιλιπούτια, επίσης παραμορφωμένη γυναίκα, που του τραγουδά και τον καλεί κοντά της πίσω από τη θερμάστρα, όπου ο Χένρι τη φαντάζεται να ζει… Θυμάμαι μια αγαπημένη φράση που είχε χρησιμοποιήσει ο Μάρτιν Σκορσέζε, προσπαθώντας να μιλήσει για το σινεμά ενός άλλου περίεργου τύπου, ονόματι Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ: «… το έργο του προκαλεί ένα είδος γιουνγκικού πολιτισμικού σοκ… Συνυπάρχουν η βαρβαρότητα και ο οίκτος, το πνεύμα και το τραύμα…». Η αναλογία χρησιμεύει για να αγγίξουμε και το έργο του Λιντς.

Συμβαίνει ολόκληρο σ’ ένα σύμπαν προσυνειδητό, όπου η λογική τάξη έχει διαταραχτεί κι έχει απομείνει κέλυφος, ενώ το ασυνείδητο χτίζει τους δικούς του ακατανόητους ειρμούς. Όσο για το τραύμα, οι γενετήσιοι φόβοι του Χένρι απέναντι σ’ έναν τερατομορφικό κύκλο αναπαραγωγής δε μεταδίδεται σαν σύμβολο ή μεταφορά, δεν ερμηνεύεται και δεν αναλύεται – παρ’ όλα αυτά, η κρυμμένη και τρομερή συνέπεια του «Eraserhead» ξέρει πώς να «πατάει κουμπιά» μέσα μας.

Ίσως να μην ξέρουμε να πούμε πώς και γιατί, αλλά νιώθουμε ότι με κάποιον ανομολόγητο τρόπο αυτά τα ανεξήγητα συμβάντα μας αφορούν. Το αποδεικνύουν τα ισχυρά υπόλοιπα της ενόχλησης που αφήνει πίσω του το φιλμ (αν ήταν απλώς ένα πράγμα δίχως νόημα, ξένο, θα έδειχνε μονάχα αδιάφορο).

Καμιά κριτική δεν διαπερνά αυτό το αριστούργημα του παράδοξου

Το εσωτερικό τερέν όπου το «Eraserhead» επιλέγει να κινηθεί και να μας μιλήσει θυμίζει έντονα το modus operandi των έργων του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ. Πρόκειται -ας το πούμε καταχρηστικά – για μια τέχνη των ονείρων. Η λογική προκατάληψη είναι ο φράχτης που θα εμποδίσει μόνο όσους δεν τολμούν να τον περάσουν.

Αν ένας Κρόνενμπεργκ ή ένας Γουίαρ έμαθαν να κάνουν ανάλογα πράγματα με τρόπους πιο διακριτικούς (όπως και ο ίδιος ο Λιντς, εξάλλου, στο «Μπλε Βελούδο» ή στην «Ατίθαση Καρδιά»), το «Eraserhead» είναι ο τέλειος νοητικός χούλιγκαν, γκρεμίζοντας τη λογική με πολλούς ταυτόχρονους τρόπους για ένα in your face αποτέλεσμα.

Υπάρχει ένα απλό τεστ για να εξακριβώσετε αν σας «έπιασε» το «Eraserhead»: εξακολουθείτε να το σκέφτεστε αργότερα, την άλλη μέρα, να επιστρέφετε σ’ αυτό; Αν ναι, καλώς ήρθατε στο κλαμπ. Την πατήσατε: η ανεξερεύνητη ψυχοσεξουαλική παραίσθηση του Λιντς έχει γίνει δική σας.

Όλα αυτά, βέβαια, δεν είναι ακριβώς κριτική μιας ταινίας, αλλά το είπαμε: Καμιά κριτική δεν διαπερνά αυτό το αριστούργημα του παράδοξου. Μέσα στις σκιές του μαυρόασπρου και στους βιομηχανικούς θορύβους του σάουντρακ, το «Eraserhead» μας οδηγεί, σε ανύποπτο χρόνο, σ’ έναν άλλο κόσμο. Αν επιχειρούσαμε να τον περιγράψουμε θα χρειαζόμασταν βιβλίο κι όχι ένα μίνι κείμενο και –ναι- όπως και να το ονομάσουμε δεν θα το αποδώσουμε.

Το «Eraserhead» είναι ένα σοκ: υπακούει στους δικούς του κανόνες και μόνο, στέκεται αδιαπραγμάτευτο απέναντι στις καλές μας διανοητικές συνήθειες. Πείτε το υπερρεαλιστικό, πείτε το παράλογο, δεν θα ξεμπερδέψετε μαζί του. Η φήμη του και η μακροβιότητά του στην κορυφή της πυραμίδας των καλτ ταινιών δεν ήρθε τυχαία. Είτε μας αρέσει είτε όχι, αυτό το αλλόκοτο μωρό είναι ζωντανό και είναι δικό μας. Έστω και μετά από δεκαοχτώ χρόνια…

Η κριτική της ταινίας δημοσιεύθηκε στο τεύχος 52 του Περιοδικού ΣΙΝΕΜΑ (Δεκέμβριος 1994).