Η Λεπτή Κόκκινη Γραμμή

Τι είναι, τελικά, αυτή η «Γραμμή»; Η ελάχιστη απόσταση που χωρίζει τον άνθρωπο και το κτήνος. Η πύρινη γραμμούλα που σχηματίζει το νήμα ενός κεριού το οποίο σβήνει, πριν βυθίσει τα πάντα στο σκοτάδι. Η μακροχρόνια απουσία και υπόσχεση ενός δημιουργού να επιστρέψει, παραδίδοντας το αριστούργημά του.

Από τον Λουκά Κατσίκα
Η Λεπτή Κόκκινη Γραμμή

Ελάχιστοι σκηνοθέτες στην ιστορία του σινεμά αφιέρωσαν το σύνολο του έργου τους στο να παρατηρούν με παράδοξα μάτια τον κόσμο μας, ν' αγωνίζονται να συλλάβουν τις πιο μυστικές πλευρές του και να τον αναζητούν, μεγαλοπρεπή όπως είναι στη σοφία και την ομορφιά του και μαζί σιωπηλό στα πολλά αινίγματά του.

Ένας από αυτούς είναι και ο Τέρενς Μάλικ. Με δυο μονάχα ταινίες έφτασε κοντά στο να ξετυλίξει τον απόκρυφο μίτο αυτού του κόσμου, συναντώντας ένα ιδανικό σύμπαν καμωμένο για το αμέριστο καλό και το απόλυτο κακό, τετελεσμένο και παραδομένο σ' εμάς, τους ανθρώπους, ώστε να κάνουμε συνετή χρήση του.

Σ' αυτή την πραγματικότητα η απουσία του Θεού είναι εμφανής, αμέτοχη στ' ανθρώπινα έργα και πράξεις. Έτσι εξηγεί ο Μάλικ πώς η εγκληματική δράση των ηρώων του στο «Badlands» τιμωρείται όταν αυτοί οι ίδιοι άβουλα το θελήσουν κι όχι από κάποια θεϊκή παρέμβαση ή γιατί η νηνεμία και η ισορροπία στο «Μέρες Ευτυχίας» αποκαθίστανται μόνες τους μετά την ολοκλήρωση της τραγωδίας και το βίωμα της απώλειας. Στη «Λεπτή Κόκκινη Γραμμή» ο σκηνοθέτης εξακολουθεί ν' αναζητά τον δημιουργό όλων των καλών και κακών αυτού του κόσμου, ετούτη τη φορά ανάμεσα σε άψυχα νεαρά σώματα, καμένες εκτάσεις γης και αμέτρητες κτηνωδίες στο όνομα κάποιου ιερού σκοπού.

Ο Μάλικ σκηνοθετεί μικρές κοσμογονίες που συντελούνται με το ανοιγόκλεισμα ενός βλεφάρου 

Τοποθετώντας χρονικά το φιλμ στο μέσον του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και μεταφέροντας τη δράση σ' έναν επίγειο παράδεισο αμόλυντο από κάθε επέμβαση, επιχειρεί μια παραβολή στις βιβλικές έννοιες του προπατορικού αμαρτήματος και της Πτώσης με πρωταγωνιστές μια διμοιρία Αμερικανών στρατιωτών που αποβιβάζεται στο Γκουανταλκανάλ με σκοπό να κατακτήσει έναν λόφο από τον Ιάπωνα εχθρό.

Όπως και στις δύο προηγούμενες ταινίες του, έτσι κι εδώ, η γνώση του μεγαλείου που διέπει την πλάση μας είναι δοσμένη εξαρχής. Από τις ειδυλλιακές πρώτες εικόνες, το τροπικό νησί μοιάζει με ξεχασμένη Εδέμ στην πιο απόμερη γωνιά της γης Ο ήλιος λούζει το εύφορο τοπίο, χλωρίδα και πανίδα εκρήγνυνται στο άνθος τους, παιδιά κολυμπούν ξένοιαστα σε κρυστάλλινα νερά, φιλήσυχοι ιθαγενείς δείχνουν τα γενναιόδωρα χαμόγελά τους κι ο χρόνος φαίνεται να έχει σταματήσει. Σ' αυτό τον εξαίσιο παράδεισο έρχεται, εντούτοις, να συρθεί και να ριζώσει το καταραμένο φίδι του πολέμου. «Ποιος μπορεί και σκοτώνει στο πρόσωπο τέτοιας ομορφιάς;», αναρωτιέται η αφήγηση. «Άραγε, τι κάναμε με το Καλό που μας έχει δοθεί;».

Από πολύ νωρίς καταλαβαίνουμε πως η «Γραμμή» δεν είναι μια ταινία για την αρρώστια του πολέμου με τον ίδιο τρόπο που και η «Αποκάλυψη Τώρα» δεν ήταν ένα φιλμ για την εμπειρία του Βιετνάμ. Το γκροτέσκο και η οδύνη ενός πολεμικού θεάματος μετατρέπονται εδώ σε φιλοσοφικό στοχασμό. Ακολουθώντας μια ιδιότυπη και έξω από τα καθιερωμένα λογική, ο Μάλικ σκηνοθετεί μικρές κοσμογονίες που συντελούνται με το ανοιγόκλεισμα ενός βλεφάρου. Ένας στρατιώτης πεθαίνει τη στιγμή που ένα νεογνό πτηνό ξεπετιέται από το αυγό του. Μια ηλιαχτίδα κατεβαίνει από τον ουρανό και φωτίζει το έδαφος, πλάι σε ξερόκλαδα, στάχτες και πτώματα. Το τρομαγμένο πέταγμα ενός πουλιού δηλώνει πως το καλό δεν βρίσκεται πια μαζί μας, πως κάπου ανάμεσα στις φυλλωσιές, μαζί με τις ανθρώπινες ζωές χάθηκε και η αθωότητα.

Μέσα σ' όλη αυτή τη ματαιότητα, η απόλυτη γνώση που μπορεί κανείς να κατακτήσει είναι η γαλήνη, η συμφιλίωση πριν από το τέλος

Η ίδια η ταινία είναι από μόνη της μια μικρή κοσμογονία καθώς έρχεται να ανατρέψει αρκετούς κανόνες στον τρόπο που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε σινεμά. Ο Μάλικ αντιπροτείνει μια δική του πεισματική νομοτέλεια, όπου αντί για τη γλαφυρότητα και τον ρεαλισμό βασιλεύει η αφαίρεση και η μετάθεση της ιστορίας σε περιοχές του συμβολικού. Για πρώτη φορά σε ταινία του συγκεκριμένου είδους, αντί για σαφείς ήρωες συναντάμε ένα ανθρώπινο μωσαϊκό από δεκάδες ανώνυμους άντρες, μαζί με τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις πράξεις τους. Μια γιγαντιαία συλλογική ψυχή που αγωνιά να εκλογικεύσει το αποτρόπαιο του πολέμου και της οποίας ο στοχασμός μετατρέπει την πλοκή σε βασανιστικό εσωτερικό διάλογο.

Στη συνείδηση του φιλμ υπάρχει, ωστόσο, μία και μοναδική ιστορία. Ο Χαμένος Παράδεισος που αφανίζεται μέσα στις φλόγες είναι θλιβερό μνημείο της κατάρας, που δεν είναι άλλη από την ανθρώπινη ατέλεια. Η πιο παγωμένη στιγμή της ταινίας είναι όταν οι ήρωες συνειδητοποιούν σιωπηλά ότι όλες οι απαντήσεις στα επίμονα ερωτήματα, όλες οι σκέψεις του κόσμου, όλες οι αναμνήσεις μέσα στο χρόνο και όλη η υποτιθέμενη ουσία της ύπαρξης μοιάζουν ασήμαντες μπροστά στην πραγματικότητα και το πεπρωμένο που ονομάζεται θάνατος.

Μέσα σ' όλη αυτή τη ματαιότητα, η απόλυτη γνώση που μπορεί κανείς να κατακτήσει είναι η γαλήνη, η συμφιλίωση πριν από το τέλος. Αλλά τίποτα δεν σταματά εδώ. Ο Θεός μπορεί να μην υπάρχει, όμως η Φύση, που για τον σκηνοθέτη είναι η μόνη αλήθεια, θα βρει τον τρόπο να ανατείλει από τις στάχτες, τα αποκαΐδια. Και να διαιωνίσει το μεγάλο μυστήριο αυτού του σύμπαντος που είναι η Δημιουργία.

Η κριτική της ταινίας «Η Λεπτή Κόκκινη Γραμμή» δημοσιεύθηκε στο τεύχος 99 του Περιοδικού ΣΙΝΕΜΑ (Μάρτιος 1999).