Ο Τοντ Φιλντ υποθέτει ότι το «TÁR» μπορεί να είναι η τελευταία ταινία του

«Θέλει γερό στομάχι», λέει ο δημιουργός, «αν ήταν όλα καλά κι ωραία θα γύριζα αδιάλειπτα».

Από τον Ηλία Δημόπουλο
Ο Τοντ Φιλντ υποθέτει ότι το «TÁR» μπορεί να είναι η τελευταία ταινία του

Αν η έξοδός του είναι με αυτό, παρότι θα είναι λυπηρότατο να μην περιμένουμε κάτι δικό του, θα έχει φύγει όχι απλώς στην ακμή του, αλλά σε μια ακμή γενική που συμπαρασύρει η ταινία του.

Ο σκηνοθέτης της σοβαρά μεγάλης ταινίας της χρονιάς και όχι μόνο, θεωρεί ότι είναι πολύ πιθανό να ήταν αυτή η τελευταία του ταινία. «Είναι αληθινή πρόκληση να κάνεις ταινία, σε οποιαδήποτε κλίμακα», λέει.

«Δεν είναι δημιουργική διαδικασία το γύρισμα για μένα, είναι περισσότερο φυσική η απαίτηση, Πέρασα έναν χρόνο δουλεύοντας με τον Τζόναθαν Φράνζεν και σε έξι μήνες γράψαμε 1200 σελίδες μαζί. Αυτό ήταν εντελώς συναρπαστικό σε ότι αφορά την ελευθερία της έκφρασης και αποζητώ να ξαναδουλέψουμε μαζί. Το γράψιμο σαν διαδικασία δεν θα πάψει.»

Και συνεχίζει αρμοστά - για μας τουλάχιστον: «Ο λόγος που άρχισα να σκηνοθετώ ήταν γιατί ορκίστηκα σε ένα Τάγμα, στο Τάγμα του Σινεμά, και γονάτισα σε έναν βωμό που διάλεξα και προσευχήθηκα σε μια θεότητα που είναι η ύλη του κινηματογράφου. Έτσι όμως βάζεις τον εαυτό σου σε μια παραφροσύνη, κάνεις τους γύρω σου επίσης παράφρονες, μέχρις ότου κάπως ένα πνεύμα εμφανίζεται. Και είναι κάτι αλλόκοτο και δεν συμβαίνει χωρίς σπουδαίο κόστος σε σένα και στους γύρω σου.»

Προσθέτει: «Το θέμα δεν είναι μήπως δεν έχω τι να πω. Αν ήταν καλά κι ωραία όλα θα γύριζα συνέχεια. Κάνω διαφημιστικά, αλλά αυτό δεν μου κοστίζει τίποτα. Μου αρέσει το παιχνίδι, οι τεχνικές, ο πειραματισμός με τα καινούργια μηχανήματα, είμαι geek με αυτά. Αλλά δεν είναι δικά μου αυτά τα πράγματα, είναι των εταιρειών που τα βγάζουν. Αν κάτι είναι δικό σου πραγματικά, και σημαίνει για σένα - και καλά θα κάνεις να σημαίνει κάτι αν λογαριάσεις πόσο χρόνο θα σου πάρει μια ταινία - πρέπει να του δοθείς εντελώς. Και όσο μεγαλώνεις εκτιμάς αλλιώς τον χρόνο, η κλεψύδρα τρέχει. Σε ενάμισι χρόνο θα είμαι 60, το σκέφτεσαι διαφορετικά.»

Ο Φιλντ πρόσφατα εγκατέλειψε το «Devil in the White City», αφ΄ότου το εγκατέλειψε και ο Κιάνου Ριβς (ΝτιΚάπριο και Σκορσέζε ήταν στην παραγωγή), ενώ στο Βερολίνο παρουσίασε ένα μικρού μήκους, το «The Fundraiser», που είναι σχετιζόμενο με τον κόσμο του «TÁR», λέγοντας πάντως ότι δεν θα το προβάλλει ποτέ ξανά.

«Ο χαρακτήρας της [Lydia] με στοιχειώνει εδώ και 10 χρόνια και παραπάνω. Σε διαφορετικές περιόδους διερωτόμουν τι μπορώ να κάνω μαζί της. Ό,τι κι αν έχω γράψει από το 2005 την έχω γύρω μου, πάντα με ειρωνεύεται καθισμένη στο γραφείο μου», λέει ο Φιλντ που σε συνέντευξή του στο IndieWire μίλησε για το Χόλιγουντ ως μια «θνήσκουσα arthouse κοινότητα»: «Κάτι έχει σπάσει στην υποδομή του να μπορείς να βλέπεις πια σινεμά ως μέρος μιας κοινότητας και να βγαίνεις αλλαγμένος από την εμπειρία. Αν θέλεις τον κόσμο να πηγαίνει σινεμά, να έχει μια εμπειρία κοινωνική έτσι, πρέπει να του δώσεις την ευκαιρία να το κάνει σωστά», λέει μεταξύ άλλων αναφερόμενος στο ζήτημα της αίθουσας σήμερα.