28ες Νύχτες Πρεμιέρας - Aφιέρωμα στον Ζαν Εστάς: Ποιος ήταν ο άνθρωπος πίσω από την «Μαμά και την Πουτάνα»;

Απολαμβάνοντας την τιμή να προβάλλουμε στις 28ες Νύχτες Πρεμιέρας τις δύο μεγάλου μήκους δημιουργίες ενός καλλιτέχνη που δεν υπέκυψε ποτέ, μια μικρή αναφορά στο έργο και το ακατάτακτο, σημαντικό, αποτύπωμά του.

Από τον Ηλία Δημόπουλο
28ες Νύχτες Πρεμιέρας - Aφιέρωμα στον Ζαν Εστάς: Ποιος ήταν ο άνθρωπος πίσω από την «Μαμά και την Πουτάνα»;

Ήταν άλλη η κοπή του Ζαν Εστάς. Διάφορη από τα καλλιτεχνικά γεννοφάσκια της. Εκεί που ο Τριφό λάτρευε την εικόνα και τις αναφορές της σαν μεσολαβητή μιας ρομαντικής αυτοβιογράφησης, εκεί που ο Γκοντάρ πυροβολούσε ομοβροντίες εικόνων και τεχνικών που εναπέθεταν σε μια δεκαετία μυθικό βάρος, ο Εστάς, ο μπάσταρδος γιος τους (ο Γκοντάρ του έδωσε ακόμα και υλικό από το «Αρσενικό-Θηλυκό») εκεί στα μέσα του '60, ο αναθρεμμένος από την γιαγιά και τις λαϊκές του καταβολές, θα απαντούσε ολότελα διαφορετικά.

Το σινεμά του Εστάς δεν είχε «σωτηρία» γραμμένη στη σχέση με την τέχνη του - που ποτέ δεν ονόμαζε έτσι κιόλας. Αμάλγαμα πάντα μια ατομικής και συλλογικής αυτοβιογραφίας, συνδυασμός μιας γραφής μετά την νουβέλ βαγκ του '60 και ενός χαρακτήρα που συνομιλούσε ταυτόχρονα με τους Λιμιέ και τον Μπρεσόν, νοσταλγικός (θα ακούσετε τα τραγούδια της Πιαφ να μελωδούν όπισθεν γεγονότων της «Μαμάς και της Πουτάνας») και λυρικός με έναν κερδισμένο τρόπο που εμμέσως οι νεοκυματικοί είχαν απορρίψει, ο Εστάς είχε αυτό που λείπει από τόσους ανθρώπους - και όχι μόνο στο σινεμά: Την πνευματική αυτοτέλεια, το ίδιον φως, να εγγράψει ζωή βιωμένη στο πανί (όπως άλλοι στο χαρτί), να μιλήσει με λέξεις, σχήματα, τόνους και συνεκδοχές συνταρακτικής αλήθειας, που ακούγονται και φαίνονται αδειανά όταν τα αναπαράγουν ατάλαντοι μίμοι.

Την μετα-νουβέλ βαγκ του την ζήλεψαν αναρίθμητοι (Γκαρέλ, Ντενί, Ασαγιάς, Τζάρμους, Μπρεϊγιά, μεταξύ πολλών). Μόνο αυτός όμως έφερε τέτοιο παράταιρο συνδυασμό φυσικότητας και επιτήδευσης, ρομαντισμού και κυνικότητας - σε βαθμό να μην εκτιμηθεί παραπάνω από...αντιδραστικός για εκείνους που στάθηκαν αλλιώς απέναντι στο όνειρο του '60 και την όποια θνησιγενή μποέμικη διάθεση γέννησε ο Μάης του '68. Όμως αυτό δεν ήταν για τον Εστάς. Αυτός είχε μια «βρωμιά» εντελώς έξω από τον εστετισμό μιας αισθητικής συλλογικότητας, αλλά και από την επαγγελματική επαναστατικότητα όψιμων (και άλλων γνήσιων, ασφαλώς) αγωνιστών. Ήταν στην καρδιά του προκλητικός με τον τρόπο αυτών που αναδύθηκαν από τον βούρκο μόνο και μόνο για να χωθούν στο δωμάτιο μιας μουβιόλας φροντίζοντας με όλο τους το είναι, ορατό ακόμα και στην λυρική, κοφτή αποθέωση των «Μικρών μου Αγαπημένων» (που ακόμα κι αν δεν σας μιλήσει η «Μαμά» σας προτρέπουμε να ανακαλύψετε), να μολύνουν την γαλλική ακαδημαϊκότητα με δαίμονες, τόλμη, ευθύτητα, σεξ και «αθυροστομία» πεζοδρομίου.

Θα ήταν προφανές, μέσα από την σειρά των μικρού μήκους δημιουργιών του, μέσα από το αριστουργηματικό ντοκιμαντέρ «Νούμερο Μηδέν», που έκανε για την γιαγιά του που τον μεγάλωσε ως παιδί (να οι «Μικρές μου Αγαπημένες» ξανά!) και ο ίδιος θεωρούσε πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, μέσα από την απίστευτη απόσταση -σε διαδοχικές χρονιές!- των δύο επίσημων μεγάλου μήκους του που σας παρουσιάζουμε με τιμή, μέσα από κάθε του απόσχιση από τον κανόνα οποιασδήποτε εποχής του γαλλικού σινεμά (και τελικά όποιου σινεμά, ίσως μόνο ο Φασμπίντερ είναι παρόμοια περίπτωση), ότι ο Εστάς δεν ήταν προορισμένος να μείνει εδώ για πολύ. Ανάμεσα σε μελλοντικά σχέδια, χαμένες αγάπες, ημιτελείς ρητορείες, ατέρμονες αναμετρήσεις, ασύστολη δημιουργικότητα και ατέλειωτο αδιέξοδο, η ζωή δεν έφτανε στον Εστάς. «Έστρεψε το μαχαίρι» στο εαυτό του, έβαλε κι ένα σημείωμα στην πόρτα σαν επιθανάτιο αστείο («Χτυπήστε δυνατά να ξυπνήσετε τον νεκρό») και επέστρεψε στην αθανασία του.

Ακολουθούν οι σύνδεσμοι για την ημέρα, την ώρα και το κλείσμο των εισιτηρίων σας για το αφιέρωμά μας στον Ζαν Εστάς:

Η ΜΑΜΑ ΚΑΙ Η ΠΟΥΤΑΝΑ  - 2/10/22, 18:00, ΙΝΤΕΑΛ
ΜΙΚΡΕΣ ΜΟΥ ΑΓΑΠΗΜΕΝΕΣ - 6/10/22, 22:00 ΑΣΤΟΡ