«O Γαλάζιος Άγγελος»: Στην άβυσσο της ανθρώπινης αδυναμίας

Σαν σήμερα κυκλοφόρησε το 1930 η θρυλική πρώτη συνεργασία του Τζόζεφ φον Στέρνμπεργκ και της Μαρλέν Ντίτριχ.

Από τον Ηλία Δημόπουλο
«O Γαλάζιος Άγγελος»: Στην άβυσσο της ανθρώπινης αδυναμίας

Στα χρόνια του Μεσοπολέμου ανθούσε μια κινηματογραφία που σύντομα επρόκειτο να αιμοδοτήσει με ανεπανάληπτο ταλέντο το Χόλιγουντ. Η κινηματογραφία αυτή ήταν η γερμανική και υπό την σκέπη της θρυλικής UFA (και του θρύλου της παραγωγής Έριχ Πόμερ, στον οποίον εκκρεμεί μια αναλυτικότερη παρουσίαση στο μέλλον), υπερμεγέθεις τεχνικοί και καλλιτέχνες (δυσδιάκριτη κάποτε η διαφορά) δημιούργησαν μία από τις λαμπρότερες σελίδες της ιστορίας του μέσου.

Ο Στέρνμπεργκ ήταν ένας από αυτούς και με τον «Γαλάζιο Άγγελο» θα υπέγραφε την πρόσκλησή του στο Χόλιγουντ.

«Ο Γαλάζιος Άγγελος» βασίζεται στην αρχετυπική, τρόπον τινά, ιστορία του του Αρσενικού που καταναλώνεται αυτοκτονικά για χάρη ενός ολέθριου Θηλυκού.

Ο Εμίλ Γιάνινγκς, ένας θρύλος του βωβού που κουβαλούσε ήδη την πρώιμη φήμη του οσκαρούχου (και μάλιστα για δύο ταινίες, το «Last Command» – του Στέρνμπεργκ ξανά – και το προφητικό του «Γαλάζιου Άγγελου», «Όταν η Σαρξ Υποκύπτει» του μετέπειτα σκηνοθέτη του «Όσα Παίρνει ο Άνεμος»), θα έπαιζε τον ρόλο του ευυπόληπτου καθηγητή που μπλέκει στα δίχτυα της Λόλα Λόλα (η Ντίτριχ), της τοπικής καμπαρετζούς που σαγηνεύει τη Βαϊμάρη.

Η ιστορία για όποιον τυγχάνει να μην την έχει ακουστά (...) είναι η ιστορία ενός μεσήλικου άντρα που θέλει να γίνει Πυγμαλίωνας μιας πολύ νεότερης γυναίκας, αλλά δεν θα καταφέρει τίποτα έξω απ' το να γίνει το έρμαιο των παθών του, καταδικασμένος σε μια καταστροφική ελεύθερη πτώση μίας και μοναδικής εξόδου. Συναρπαστικά, η ιστορία του Στέρνμπεργκ με την Ντίτριχ απηχεί κατά έναν τρόπο την ιστορία του έργου.

Ο Στέρνμπεργκ είναι ο κατ' εξοχήν γνωστός Πυγμαλίωνας των εκτεθειμένων παρασκηνίων του σινεμά, ο άνθρωπος που παρέλαβε μια αδιάφορη, όχι ιδιαίτερα καλοσχηματισμένη και άφωνη αρτίστα, «είδε» ένα δυναμικό σ' αυτήν, την έπλασε κατά τ' όραμά του, την φωτογράφισε όπως δεν έχει φωτογραφηθεί κατά κόρον ηθοποιός και της έδωσε κι έξι επόμενες χολιγουντιανές συνεργασίες σε ρόλους τόσο μεγαλύτερους απ' τη ζωή που όριζαν το χολιγουντιανό αποδραστικό σκεύασμα. Η Μαρλέν Ντίτριχ, χωρίς φυσικά να υποτιμήσεις το δικό της μερίδιο, ήταν η φορεσιά και η συμπεριφορά που της ενέπνευσε ο Πυγμαλίων Στέρνμπεργκ - που χωρίς αυτήν (από έρωτα...) εξέπεσε, αν και έκανε καλά έργα και δίχως την Μαρλέν.

Ο δεύτερος λόγος που χαρίζει μαγεμένη σύσταση στον «Γαλάζιο Άγγελο» είναι πως ο ίδιος ο Γιάνινγκς θα ακολουθούσε τόσο καλλιτεχνικά όσο και ανθρώπινα την φθίνουσα πορεία του χαρακτήρα του. Ενοχλημένος από την αδυναμία που έβλεπε να έχει ο σκηνοθέτης στην 29χρονη σταρ του, ο Γιάνινγκς γκρίνιαζε και παραπονούνταν διαρκώς, θυμίζοντας τον καθηγητη του ρόλου του.

Μετά τον «Γαλάζιο Άγγελο», ο μεγάλος Εμίλ θα έβλαπτε ανεπανόρθωτα την φήμη του ενστερνιζόμενος την λογική του Τρίτου Ράιχ στην γερμανική κινηματογραφική βιομηχανία, εκπίπτοντας σε ρόλους κατώτερους του ταλέντου και του ως τότε γνωστού ήθους του.

Όσο αφορά το φιλμ καθαυτό, πανάκριβο για τα μέτρα της ευκατάστατης εποχής του και ρωμαλέα ανάλογο του θρύλου που το περιβάλλει, γυρισμένο σε περίπου τρεις μήνες σε ταυτόχρονη γερμανική και αγγλική βερσιόν (η ανώτερη γερμανική είναι που βγήκε σαν σήμερα), είναι ο προπομπός του σινεμά του Στέρνμπεργκ με την Ντίτριχ στην χολιγουντιανή του εποχή.

Ο οργιαστικός εστετισμός του ντεκόρ, δόσεων εξπρεσιονισμού και προσωπολατρείας, (εδώ) η προφητική ενσυναίσθηση του ανδρικού χαρακτήρα που στροβιλίζεται αδυσώπητα στον ζοφερό ντετερμινισμό μιας ύπαρξης ολότελα παραδομένης στην αδυναμία της, ο (με τα σημερινά δεδομένα) άκρατος σεξισμός που ωστόσο (με τα διαχρονικά δεδομένα) εξυπηρετεί απόλυτα την δραματουργία. (Άλλωστε ποιος ξέρει πως θα αντιμετώπιζε το σημερινό ρεύμα μια ακριβώς αντίθετη φυλετικά δραματουργία;). Κι ακόμα, πώς να παραλείψεις, η Ντίτριχ να τραγουδά «Ich bin die fesche Lola», ο Γιάνινγκς σαν κλόουν πια στην ανεπίστρεπτη του παρακμή και βέβαια το τραγικό φινάλε, όλα τους στη σφαίρα του κινηματογραφικού θρύλου που 91 χρόνια όχι μόνο δεν αφυδάτωσαν, αλλά αντίθετα διατηρούν τη μοναδική αίγλη που γυμνασμένοι σινεφίλ ξέρουν και πάντα θα απολαμβάνουν. 

Αντίο Σμηνία Φόλεϊ: Αποχαιρετούμε τον Λούις Γκόσετ Τζρ. (1936-2024)«Το ελληνικό animation έχει σταθερή, ανοδική δυναμική»: Ο Πρόεδρος της ASIFA Hellas Κωνσταντίνος Κακαρούντας μιλά στο ΣΙΝΕΜΑ