Σαμ Μέντες και Ολίβια Κόλμαν μιλούν στο ΣΙΝΕΜΑ για την «Αυτοκρατορία του Φωτός»

Το ΣΙΝΕΜΑ βρέθηκε στη Συνέντευξη Τύπου της νέας ταινίας του Σαμ Μέντες, όπου ο βραβευμένος με Όσκαρ σκηνοθέτης μαζί με τους Ολίβια Κόλμαν, Μάικλ Γουόρντ, Τόμπι Τζόουνς και Τάνια Μούντι συζήτησαν για την «Αυτοκρατορία του Φωτός».

Από τον Γιάννη Βασιλείου
Σαμ Μέντες και Ολίβια Κόλμαν μιλούν στο ΣΙΝΕΜΑ για την «Αυτοκρατορία του Φωτός»

Η επίσημη συνέντευξη τύπου της νέας ταινίας του Σαμ Μέντες «Η Αυτοκρατορία του Φωτός» πραγματοποιήθηκε ψηφιακά πριν λίγες εβδομάδες, υπό το βλέμμα ελάχιστων δημοσιογράφων από όλο τον κόσμο. Πέρα από τον σκηνοθέτη, στο πάνελ παρευρέθησαν οι Ολίβια Κόλμαν, Μάικλ Γουόρντ, Τόμπι Τζόουνς και Τάνια Μούντι από το καστ της ταινίας. Ήμασταν ανάμεσα στους τυχερούς που την παρακολούθησαν και ξεχωρίσαμε κάποια από τα πολλά που ειπώθηκαν και αξίζουν να μεταφερθούν.

Τοποθετημένη στις αρχές της δεκαετίας του ΄80, η δράση της ταινίας εκτυλίσσεται σε μια παραθαλάσσια βρετανική κωμόπολη και επικεντρώνεται σε μια παλιά, κομψότατη κινηματογραφική αίθουσα και τους ανθρώπους που εργάζονται σε αυτή. Ερωτηθείς αν λυπάται που η σημερινή γενιά δεν θα βιώσει το αίσθημα της νοσταλγίας για την εμπειρία της αίθουσας, όπως αυτή παρουσιάζεται στην ταινία, ο Σαμ Μέντες είχε να δηλώσει τα εξής: «Λυπάμαι όντως που η επόμενη γενιά δεν θα νιώσει τον ίδιο βαθμό νοσταλγίας όχι μόνο για τα μέρη, αλλά και για τα πράγματα που βλέπουμε στην ταινία, για τον θάλαμο προβολής και για το κυλικείο. Έχοντας πει αυτό, όμως, υπάρχουν φανταστικές αίθουσες που λειτουργούν ακόμα και νομίζω ότι θα έπρεπε να στρέψουμε την προσοχή μας στο πώς θα τις κρατήσουμε ζωντανές, πώς θα τις τιμήσουμε, αντί να επικεντρωνόμαστε  στο παρελθόν.» Αυτό το ζήτημα φαίνεται να απασχολεί πολύ επιχειρηματίες, εργαζομένους, δημοσιογράφους του πολιτιστικού ρεπορτάζ, κριτικούς, αρθρογράφους και πάνω από όλα τους σινεφίλ που έχουν ακόμα στη συνείδησή τους την εμπειρία της αίθουσας ως κάποια μορφής ιεροτελεστία.

Ως ταινία που περιστρέφεται γύρω από το σινεμά, ήταν επόμενο η συζήτηση να στραφεί σε καθοριστικές κινηματογραφικές εμπειρίες των συμμετεχόντων. Για την Ολίβια Κόλμαν ήταν το «Δαμάζοντας τα Κύματα» του Λαρς Φον Τρίερ. «Είχα ήδη αποφασίσει ναb γίνω ηθοποιός», ανέφερε η Κόλμαν. «Θυμάμαι ήμουν στην Δραματική Σχολή στο Μπρίστολ σε ένα arthouse σινεμά και έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Δεν είναι μια ταινία που θέλω να ξαναδώ μεν, γιατί ήταν πολύ επίπονο τόσο για την Έμιλι όσο και για μένα, αλλά πραγματικά μου πήρε τα μυαλά. Εκείνο ήταν το σημείο που σκέφτηκα “θέλω να παίζω όπως αυτή”».

Ο Σαμ Μέντες ξεχώρισε δύο προβολές. «Η μία είναι το Zήσε κι άσε τους άλλους να Πεθάνουν. Ήμουν 9 χρονών, αλλά το θυμάμαι πολύ έντονα. Όλη αυτή η μαύρη μαγεία και το βουντού που σήμερα ίσως δεν έχoυν γεράσει και πολύ καλά», είπε γελώντας. «Τότε όμως ήταν εντυπωσιακό και επικίνδυνο και παράξενο και σέξι . Αργότερα σαν φοιτητής είδα το Παρίσι, Τέξας του Βιμ Βέντερς και ήταν μία από τις πρώτες φορές που σκέφτηκα ότι θα μπορούσα να κάνω αυτή τη δουλειά. Μου έδειξε ότι μπορώ να δω τον σύγχρονο κόσμο σαν ένα μυθικό τοπίο αντί για κάτι μικρό και οικείο.»

«Εμένα με καθόρισαν ταινίες που είδα σε ηλικία που δεν έπρεπε να δω», δήλωσε ο Τόμπι Τζόουνς. «Ταινίες που υπόσχονταν έναν ενήλικο κόσμο στον οποίο βιαζόμουν να μπω. Θυμάμαι να παρακολουθώ στην TV κάποιες ταινίες του Τζόζεφ Λόουζι, τον Μεσάζοντα, συγκεκριμένα, και να νιώθω αναστατωμένος. Δεν ξέρω γιατί με αναστάτωσε τόσο, ίσως επειδή σε βάζει στη θέση του ήρωα, ο οποίος έχει άγνοια μέχρι τέλους. Κυρίως, όμως, θυμάμαι την αίσθηση του να παίρνεις εισιτήριο για μια κατάλληλη ταινία και να προσπαθείς να μπεις σε μια ακατάλληλη ταινία. Το σινεμά για μένα ήταν συνδυασμένο με την πεποίθηση ότι κάπου σε αυτό το κτίριο υπάρχει μια απαγορευμένη εμπειρία στην οποία μπορείς να αποκτήσεις πρόσβαση. Από μια πλευρά, αυτό κάνουν και οι ταινίες».

Στο σημείο αυτό έκανε μια παρέμβαση η Ολίβια Κόλμαν που θυμήθηκε μια δική της ακατάλληλη εμπειρία. «Ήμασταν μια μικρή κοριτσοπαρέα  εντεκάχρονων και κάναμε βραδιά τρόμου, όπου θα πηγαίναμε όλες από μια βιντεοκασέτα. Η μαμά μιας φίλης μου μας είχε νοικιάσει τον Εφιάλτη στον Δρόμο με τις Λεύκες. Οπότε εγώ, θέλοντας να είμαι το πιο κουλ παιδί της παρέας, ζήτησα από τη μητέρα μου να μου νοικιάσει κάτι πραγματικά τρομακτικό. Ξέρετε τι μου έφερε; Την Χριστουγεννιάτικη Ιστορία με τον Τζορτζ Σ. Σκοτ. (Γέλια) Όταν της ζήτησα τα ρέστα, μου απάντησε ότι διάβασε στη σύνοψη πως έχει φαντάσματα μέσα και υπέθεσε ότι θα είναι τρομακτικό. Αναγκάστηκα να πω ψέματα στις φίλες μου ότι το βιντεοκλάμπ είχε κλείσει.»

Η Τάνια Μούντι ανακάλεσε μια σειρά από προβολές του «Rocky Horror Picture Show» στο μοναδικό arthouse σινεμά της περιοχής της, όταν ήταν έφηβη. «Τραγουδούσαμε, χορεύαμε και υπήρχε αυτή η συλλογική εμπειρία ενός τσούρμου από έφηβους που συγκεντρώνονταν στο σκοτάδι. Καπνίζαμε και πασάραμε το τσιγάρο ο ένας στον άλλο, φιλιόμασταν , νιώθαμε τόσο άνετοι μέσα στο σκοτάδι. Και, βέβαια, νιώθαμε τυχεροί που βλέπαμε αυτές τις ιστορίες στην οθόνη.»

Ο ανερχόμενος Μάικλ Γουόρντ, που γνωρίζουμε από το «Top Boy», είναι Τζαμαϊκανοβρετανός, αλλά μετακόμισε στη Μεγάλη Βρετανία όταν ήταν 4 ετών. «Για μένα μια αξέχαστη εμπειρία ήταν μια τζαμαϊκανή ταινία που λέγεται Shottas. O λόγος που συνδέθηκα με αυτό το φιλμ είναι επειδή έφυγα τόσο νέος από τη Τζαμαϊκά που θυμάμαι ελάχιστα πώς ήταν και δεν μπόρεσα να την ζήσω. Είχα δει μουσικά βιντεοκλίπ και τα συναφή, αλλά αυτή η ταινία μου φάνηκε σχεδόν σαν ντοκιμαντέρ, την βρήκα τόσο αληθινή και αυθεντική

Μια από τις πιο ωραίες σινεφίλ ερωτήσεις που κλήθηκαν να απαντήσουν οι συντελεστές κατά τη διάρκεια της συνέντευξης τύπου ήταν σε ποια ταινία καταφεύγουν όταν δυσκολεύει η κατάσταση για να νιώσουν ανακούφιση. Ο Σαμ Μέντες ως κινηματογραφιστής διάλεξε τον «Νονό 2», γιατί θαυμάζει την οικονομία του – πώς θα μπορούσε να κάνει αλλιώς;- και επειδή του θυμίζει πώς να γυρίζει ταινίες. Το «Withnail and I» ήταν η άλλη του επιλογή, για να διαπιστώσει σοκαρισμένος πως ούτε η Τάνια Μούντι, ούτε ο Μάικλ Γουόρντ είχαν ακούσει ποτέ για την ταινία.

Ο Τόμπι Τζόουνς, ως εραστής της Νέας Υόρκης, ανέφερε το σινεμά των Γούντι Άλεν και Μάρτιν Σκορσέζε – περιέργως, ακόμα δεν έχει συνεργαστεί με κανέναν τους. Η Τάνια Μούντι ακολούθησε τα χνάρια του Τόμπι Τζόουνς και, έχοντας περάσει κάποια χρόνια στη Σουηδία, επικαλέστηκε τον Μπέργκμαν και συγκεκριμένα το «Φάνι και Αλέξανδρος», ακριβώς λόγω της σύνδεσής της με τη σουηδική γλώσσα και κουλτούρα. Ο Μάικλ Γουόρντ είπε το «Soul Plane» επειδή βρίσκει πολύ αστείο τον Κέβιν Χαρτ κι επειδή, μεγαλώνοντας σε μια όχι ιδιαίτερα εύρωστη οικογένεια, για καιρό ήταν το μόνο DVD που είχαν στο σπίτι. Η Ολίβια Κόλμαν είπε ότι προτιμά οικογενειακές ταινίες, μνημονεύοντας τον «Πάντιγκντον». Στην εύλογη ερώτηση που στέκεται η ίδια στο ζήτημα του «Πάντινγκτον 2», είπε ότι είναι ασφαλώς καλύτερο από το πρώτο, όπως με τους «Νονούς», κάνοντας  όλους τους παρευρισκόμενους να γελάσουν και τον Τόμπι Τζόουνς να σχολιάσει ότι το debate για την καλύτερη ταινία όλων των εποχών διεξάγεται ανάμεσα στον «Νονό»  και στον «Πάντινγκτον».

Ο Σαμ Μέντες δεν έχει κρύψει ότι η Χίλαρι, η κεντρική ηρωίδα στο φιλμ, είναι εμπνευσμένη από τη μητέρα του, που έπασχε από διπολική διαταραχή και με την οποία μεγάλωσε ως μοναχοπαίδι. Ανέφερε ότι οι εμπειρίες του ίσως να οδήγησαν στην εμφανή παρουσία δυσλειτουργικών οικογενειών στις ταινίες του, αν και δεν είναι κάτι που έκανε συνειδητά.

«Στον πυρήνα της η ταινία αφορά την ψυχική ασθένεια της Χίλαρι. Ξέρω ότι έχει ανοίξει μεγάλη συζήτηση για τις ταινίες και την ανάγκη να εκδηλώσουμε την αγάπη μας προς αυτές, ειδικά σήμερα. Αλλά δεν έγραψα το φιλμ για αυτό, δεν ξεκίνησα με στόχο να κάνω μια ταινία για το τι μπορούν να κάνουν οι ταινίες.  Φυσικά, αν νιώθεις “χαλασμένος”  ή παρείσακτος όπως η Χίλαρι και ο Στίβεν, οι ταινίες και η μουσική και οι λέξεις μπορούν να σε βοηθήσουν να βάλεις τα πράγματα σε μια σειρά. Και για μένα που μεγάλωνα ως παιδί σε ένα ασταθές περιβάλλον, το σινεμά στην αίθουσα ήταν μια μορφή απόδρασης που ίσως οι νέοι άνθρωποι σήμερα να μην καταλαβαίνουν. Τότε για να δεις μια ταινία, έπρεπε να επισκεφθείς την αίθουσα και αυτό συνιστούσε μια ανακάλυψη ενός διαφορετικού μέρους του εαυτού σου. Και προσπάθησα αυτό να το εντάξω  στο φιλμ μέσα από τα λόγια του Στιβ, που λέει ότι «πρέπει να πας και να καθίσεις στο σκοτάδι, ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν ξέρουν με τι μοιάζεις, δεν μπορούν καν να σε δουν. Αυτή η μικρή αχτίδα φωτός είναι η απόδραση». Το νιώθω ακόμα αυτό, με τραβάνε η επιθυμιά και η ανάγκη να πάω σινεμά. Και ξέρετε, παρά την διαθεσιμότητα χιλιάδων ταινιών στο streaming, ακόμα θέλω να επιστρέψω στη σκοτεινή αίθουσα και να κάτσω δίπλα σε ανθρώπους που δεν ξέρω.»

Κι εμείς, Σαμ.

INFO
Η ταινία «Η Αυτοκρατορία του Φωτός» κυκλοφορεί στις αίθουσες Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου από τη Feelgood Entertainment.