Μάτια διάπλατα ανοιχτά: Η Μάσκα στον κινηματογράφο

Από τον Λον Τσέινι ως τον Τζόνι Ντεπ κι από τον Μάικλ Μάγιερς στο υπερηρωϊκό πλήθος, μεσολάβησαν (και ηγεμονεύουν σήμερα) πλήθος μασκοφόρων χαρακτήρων που ως άλλοι κύριοι Χάιντ εκπροσωπούν το ενάντιο στην κανονικότητα του κυρίως ρεύματος, την προσωπική, κάποτε ανεύθυνη, προσωπική έκφραση. Προς όφελος αλλά ενίοτε κι εναντίον του συλλογικού καλού. Όλα αυτά πριν τον Covid-19...

Από τον Ηλία Δημόπουλο
Μάτια διάπλατα ανοιχτά: Η Μάσκα στον κινηματογράφο

Από τον Λόν Τσέινι της αυγής του κινηματογράφου, ενός θρυλικού ηθοποιού που έμεινε γνωστός ως «Ο Άνθρωπος με τα Χίλια Πρόσωπα» (κουβαλώντας πάντα μαζί του τα σύνεργα του μακιγιάζ που ο ίδιος επιμελείτο για τους χαρακτήρες του), μέχρι σήμερα που οι σούπερ ήρωες έχουν κυριεύσει την οθόνη με μασκοφόρους αντιπροσώπους της σωτηρίας του είδους και του πλανήτη, το σινεμά βασίστηκε σε όλα του τα χρόνια σε μασκοφόρους ήρωες. Άλλοτε για να τρομάξει, άλλοτε για να διασκεδάσει, άλλοτε ακόμα και για να διδάξει.

Το ίδιον της μάσκας, βλέπεις, είναι η αντιπροσωπία καθαυτή. Όπως ο Ζορό - ένα δημιούργημα της pulp λογοτεχνίας των αρχών του 20ού αιώνα που έχουν παίξει πάμπολλοι (Ντάγκλας Φέρμπανκς, Τάιρον Πάουερ, Αλέν Ντελόν, Αντόνιο Μπαντέρας...) - φορούσε τη μάσκα και μεταμορφωνόταν σε υπερασπιστή - vigilante εκδικητή για λογαριασμό των αδυνάτων, έτσι και στην μυθοποιία του κινηματογράφου η μάσκα χρησιμοποιείται κατ' εξοχήν σαν το αποκορύφωμα μιας αλλαγής ταυτότητας. Πίσω απ' αυτήν εδράζονται, υποτιθέμενα, άλλες αντιλήψεις και πρακτικές κι ενσαρκώνονται alter ego. Έτσι η μάσκα ως όχημα, γίνεται ένα δραματουργικό όχημα ενός ψυχολογικού μηχανισμού που σκοπό έχει την απελευθέρωση ενός άλλου εαυτού (αλλά κι ενός «Άλλου» ευρύτερα) εκφραζόμενου μακριά από κοινωνικά δέοντα υπαρκτές ατομικές (ή και συλλογικές) ανάγκες.

Για κάθε περίπτωση φυσικά οι απαιτήσεις, η διάλεκτος και η ωρολογία περιγραφής τροποποιούνται. Στην κωμωδία η «μάσκα» του αγέλαστου Μπάστερ Κίτον εξυπηρετεί την κινηματογραφικότητα όπως την εννοεί ο Κίτον, η μάσκα του Τζέρι Λιούις είναι για την κωμική κατεδάφιση της κατάστασης, η «Μάσκα» του Τζιμ Κάρεϊ στον ομώνυμο ήρωα είναι ένας είδος κωμικού Τζέκιλ και Χάιντ με σκοπό την απελευθέρωση καταπιεσμένων ατομικών (και ανδρικών) ενστίκτων.

Μιας και αναφέρθηκε ο Τζέκιλ και Χάιντ να πούμε πως υπήρξε εκπρόσωπος μιας λογοτεχνικής κληρονομιάς σχετιζόμενης και με την έννοια της μάσκας (ο Χάιντ είναι η απελευθερωτική μάσκα του καταπιεσμένου Τζέκιλ) όσο και με τα πρώτα εγχειρήματα στο ανάλογο είδος σινεμά. Πιο συγκεκριμένα μας φέρνει στο είδος του ποικίλα εννοούμενου τρόμου που, σε πολλές μορφές του, χρειάστηκε την αποδέσμευση του φαινομενικά οξύμωρου του κρυμμένου μιας μάσκας. Από τον πρώιμο πολυδιάστατο τρόμο του «Νοσφεράτου» μέχρι το γιαπωνέζικο «Onibaba» ή τον εξίσου πολυεπίπεδο του Χάνιμπαλ Λέκτερ και των μασκοφόρων του κλασσικού slasher («Halloween», Jason του «Παρασκευή και 13», «Scream» και κάμποσων δευτερευόντων), το horror αποτύπωσε, με όχημα τη μάσκα, το πρόσωπο (ή την έλλειψη προσώπου) του Κακού, την πολλές φορές γκροτέσκ επιφανειακή όψη του εκφυλισμού της ανθρωπινότητας (sic) σε φονική μηχανή.

Ένας σκηνοθέτης που πάμπολλες φορές και πιο συχνά πρωτοπόρα, αντελήφθη και κινηματογράφησε με σθένος μασκοφόρους ήρωες υπήρξε και παραμένει ο Τιμ Μπέρτον. Με πυρηνικό όπλο του τον Τζόνι Ντεπ, τον κατ' εξοχήν μοντέρνο ηθοποιό που συστηματικά εξαφάνισε το πρόσωπό του πίσω από (πραγματικές ή μεταφορικές) μάσκες, ο Μπέρτον έφτιαξε τον «Σκαθαροζούμη», τον «Ψαλιδοχέρη», τον «Μπάτμαν» (αρχίζοντας επίσημα την μοντέρνα υπερηρωϊκή εποχή), τον «Έντ Γουντ», τον Ίκαμποντ Κρέιν (του «Sleepy Hollow»), τον Γουίλι Γουόνκα, τον «Σουίνι Τοντ» και κάμποσους ακόμα για να προικίσει ιστορίες που συχνά πυκνά είχαν στο επίκεντρό τους την έννοια του alter ego ή τον αγώνα (κωμικό ή και όχι) της συμβίωσης ενός χαρακτήρα με τον εαυτό του.

Ο δε Τζόνι Ντεπ, ιδιαίτερα παρεξηγημένος αν μη τι άλλο για αυτή την συστηματική και περίπου ερμηνευτικά auterίστικη εμμονή του να κρύβεται πίσω από μάσκες, παραδίδει ένα πλήθος χαρακτήρων και εκτός Μπέρτον. «Dead Man», «Don Juan DeMarco», «Πειρατές της Καραϊβικής», «Lone Ranger» και πολλά ακόμα, εξυπηρέτησαν, ενίοτε θαυμαστά, όχι μόνο το ιδότυπο stage fright του ηθοποιού όσο κι έναν θίασο χαρακτήρων που συμβίωσαν με τη μοναξιά και τις ιδιοτροπίες τους πίσω από «ανακουφιστικές» μάσκες.

Πλήθος ταινιών βασίζει τον εντυπωσιασμό ή την ουσία του πίσω από μάσκες που παίζουν πρωτεύοντα ή νευραλγικό ρόλο: Το «Donnie Darko», το «V for Vendetta», το «Φάντασμα της Όπερας», «Ο Σχιζοφρενής Δολοφόνος με το Πριόνι», τα θρυλικά «Μάτια Δίχως Πρόσωπο», ο «Άνθρωπος-Ελέφαντας» του Λίντς είναι μια συγκλονιστική μάσκα ολόκληρος, φυσικά ο «Πόλεμος των Άστρων» με τον μυθικό του Νταρθ Βέιντερ και την πρακτική, συμβολική (και ψυχαναλυτική) του μάσκα.

Υπάρχουν έργα που οι μάσκες παίζουν σημαντικό δραματουργικό ρόλο, όπως το «Μάτια Ερμητικά Κλειστά», το «Vanilla Sky», το «Δέρμα που Κατοικώ», το «Γλυκιά μου Άλις» – όπως και φυσικά ένα τεράστιο πλήθος horror και υπερηρωϊκών ταινιών που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ανέκαθεν πρωτοστατούσαν στο genre σινεμά όλων των εποχών.

Είναι αλήθεια πάντως πως σήμερα οι μασκοφόροι ήρωες, έχοντας πια πληθύνει τόσο στον 21ο αιώνα, ίσως και να μαρτυρούν τόσο από πλευράς δημιουργών όσο και θεατών, κάποιο κοινωνιολογικό και ψυχολογικό φαινόμενο πολύ πιο εύγλωττο για την εποχή που ζούμε απ' ότι ευάριθμες έρευνες μαζί.