Μέλβιν Βαν Πίμπλς (1932-2021): Έφυγε ο πρωτοπόρος του κινηματογραφικού black image matters

Αδιανόητα πολυπράγμων, επαναστάτης με αιτία αλλά και βασιλικό, μαύρο cool, ο Μέλβιν Βαν Πιμπλς, ο «Νονός του Μαύρου Σινεμά», αφήνει μια ολιγάριθμη αλλά κεφαλαιώδη κινηματογραφική παρακαταθήκη.

Από τον Ηλία Δημόπουλο
Μέλβιν Βαν Πίμπλς (1932-2021): Έφυγε ο πρωτοπόρος του κινηματογραφικού black image matters

Μπορεί οι ταινίες να ήταν λίγες και όχι όλες καλές - για την ακρίβεια οι μεταγενέστερες είναι πλησίον της αθλιότητας. Όμως υπάρχουν τρεις (το «La Permission», 1967, το «Watermelon Man», 1970 και βέβαια το «Sweet Sweetback's Baadasssss Song», 1971), που μαζί με την μεταφορά του θεατρικού του, «Don't Play Us Cheap» (1972), κοσμούν τις προθήκες του σύντομα επικείμενου κουτιού της Criterion, που αρκούν.

Γιατί πενθούμε τον Μέλβιν Βαν Πίμπλς; Γιατί όταν η μαύρη φωνή εξέπνεε τα λοίσθια της άνοιξης που δεν έγινε καλοκαίρι στην δεκαετία του '60, ήταν εκεί με μια πολυπραγμοσύνη που σε αφήνει άναυδο να κρατήσει τα γκέμια και να παρουσιάσει κάτι (blaxploitation θα το έλεγαν) που έπαιξε με μαύρους όρους το λευκό παιχνίδι και κράτησε ζωντανό (και περήφανο) ένα μαύρο image, μια Εικόνα της μαύρης κουλτούρας.

Το blaxploitation μπορεί να μην αρέσει σε πολλούς, δεν πειράζει, δεν είναι η δουλειά του να αρέσει σε όλους, μπορεί πράγματι να μην έχει αριστουργήματα με την κλασική έννοια (επίσης δεν πειράζει, το αριστούργημα συντίθεται συνήθως από πολλές μικρές επιτυχίες μη αριστουργημάτων), όμως δημιούργησε και συνένωσε τα δικά του αστέρια, φωτογράφησε την κουλτούρα, κινηματογράφησε με ποπ τρόπο την ένταση με το λευκό κατεστημένο και, πρώτιστα, έφερε μπροστά ένα καλλιτεχνικό δυναμικό μαύρων καλλιτεχνών που σκιαγραφούν το μαύρο προφίλ.

Ο Πίμπλς, το Βαν το πρόσθεσε μόνος του αργότερα, ξεκίνησε να σπουδάζει, πήγε στην Αεροπορία τρία χρόνια, έφυγε στο Μεξικό όπου δούλευε σαν ζωγράφος πορτρέτων, πήγε στο Παρίσι, πήγε στο Χόλιγουντ (τον έβαλαν να πατάει το κουμπί στα ασανσέρ...), πήγε στην Ολλανδία, άρχισε σπουδές Αστρονομίας, έγραφε μουσική, ράπαρε και τελικά ξανακατέληξε στο Χόλιγουντ αποφασισμένος να κάνει σινεμά.

Ξεκίνησε από μικρού μήκους και το βήμα έγινε όταν βρέθηκε για ένα επεισόδιο στο «Σόου του Μπιλ Κόσμπι», που προτού γίνει ο άνθρωπος που αγαπάμε να μισούμε ήταν κυρίαρχη μορφή της μαύρης κουλτούρας - και όχι μόνο. Χάρη στη γνωριμία αυτή ο Πιμπλς βρήκε το 10% του προϋπολογισμού του για το «Sweet Sweetback's Baadasssss Song», που είναι βέβαια το ρηξικέλευθο όπλο της φιλμογραφίας του, η ταινία που άνοιξε τον δρόμο του blaxploitation, ένα τεράστιο εμπορικό hit που θα μπορούσε να του οδοστρώσει «λευκούς» δρόμους στην βιομηχανία. Τους απέρριψε όλους.

Αντ' αυτού έκανε θέατρο, έφτασε στο Μπρόντγουεϊ, ήταν υποψήφιος για Τόνι και στην δεκαετία του '80 το γύρισε στην...Wall Street, έγινε υπερεπιτυχημένος χρηματιστής, έγραψε και βιβλίο (!) και που και που σιγόνταρε τον γιο του, Μάριο Βαν Μπιμπλς, σε υποδεέστερα κινηματογραφικά εγχειρήματα.

Οι άλλες δύο ταινίες του που αξίζει κανείς να βρει και να απολαύσει είναι το ντεμπούτο το, «La Permission», μια πράγματι μεγάλη στιγμή του αμερικανικού '60 με θέμα τον διαφυλετικό έρωτα και την ποινή που επάγει για τον «άφρονα» μαύρο και το κωμικότατο «Watermelon Man», μια απολαυστική σάτιρα με έναν λευκό ασφαλιστή (τον υποδύεται μαύρος ηθοποιός - o Γκόντφρεϊ Κέιμπιριτζ - με whiteface!!) που ξυπνά μια μέρα μαύρος - και μπλέκει. Η ταινία ήταν εμπορική επιτυχία, είχε πίσω της μεγάλο στούντιο, την Κολούμπια, του έδινε την ευκαιρία αν ήθελε για μεγάλο συμβόλαιο τριών ταινιών, αλλά αυτός αρνήθηκε και πήγε και έκανε το «Sweet Baadasssss» γράφοντας ιστορία.

Σκηνοθέτης, σεναριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, μουσικός, ζωγράφος, αστρονόμος, ο Μέλβιν Βαν Πιμπλς, αισθάνεται κανείς, δεν γιορτάστηκε όσο θα έπρεπε ενώ ζούσε - κι έχουμε όλοι την ευθύνη που μας αναλογεί. Έφυγε μάλιστα λίγες μερες πριν τον εορτασμό της 50ετίας του «Sweet Baadasssss» στο Φεστιβάλ της Νέας Υόρκης - την επόμενη εβδομάδα πάντως βγαίνει το boxset της Criterion με τις τέσερεις βασικές του ταινίες.

Ας είναι ελαφρύ το χώμα, υπήρξε και παραμένει σπουδαία μορφή του black image matters σε μια εποχή μακράν εχθρικότερη της σημερινής.