Τατσούγια Νάκανταϊ (1932-2025): Το παγκόσμιο σινεμά πενθεί

Ένας κορυφαίος Ιάπωνας ηθοποιός, ένα σύμβολο του παγκόσμιου μεταπολεμικού κινηματογράφου, ένα θεόρατο ύψος.

Από τον Ηλία Δημόπουλο
Τατσούγια Νάκανταϊ (1932-2025): Το παγκόσμιο σινεμά πενθεί

«Πλήρης ημερών», θα πει κάποιος, και οπωσδήποτε αντιλογία σε αυτό δεν υπάρχει. Και πάλι αισθάνεσαι μια ενόχληση γιατί υπάρχουν σημασίες επισυναπτόμενες στην παρουσία που έγινε απουσία. Στην μορφή της υπενθύμισης μάλλον. Ενός σινεμά γιγάντιου - και μιας ανάλογης ενοχής (όλη δική μας) γιατί δεν μιλάμε γι' αυτό όσο θα ΄πρεπε, γιατί στο μέρος που μας αναλογεί η δουλειά δεν έχει γίνει σωστά, ο (έστω λιγοστός) κόσμος που θα μπορούσε να ενδιαφερθεί αν έβρισκε συντροφιά στα γραπτά μας έμεινε αβοήθητος.

Τέλος πάντων, ενοχές. Διόλου χρήσιμες τελικά, παρότι αναπόφευκτες για κάποιους.

Ο Τατσούγια Νάκανταϊ ήταν μέγιστος ηθοποιός. Δεν είναι μοναχά η παρουσία από τις αρχές του '50 μέχρι πριν λίγα χρόνια που το επιβεβαιώνει. Είναι οι συνεργασίες, είναι οι δημιουργοί που ακούμπησαν πάνω του, είναι η συμβολή του. Το ιαπωνικό σινεμά, η σημαντικότερη από Ανατολής (Εγγύς, Μέση ή Άπω) κινηματογραφία του 20ού αιώνα έχει μερικά πρόσωπα για το δωδεκάθεό της. Είναι ο Κεν Τακακούρα, είναι ο Τσίσου Ρίου, είναι η Σετσούκο Χάρα, είναι Ματσίκο Κίο, είναι ο Τακάσι Σιμούρα, είναι ο Τοσίρο Μιφούνε. Είναι και άλλοι. Και είναι, για κάποιους μπορεί και επικεφαλής, αν έχουν νοόημα τέτοιες δημοσιογραφικές ιεραρχήσεις, ο Τατσούγια Νάκανταϊ.

Γιατί; Γιατί έπαιξε σε πάνω από 10 ταινίες του Μασάκι Κομπαγιάσι, 5 του Ναρούσε, 6 του Κουροσάβα, 6 του Ιτσικάουα, συνεργάστηκε με τον Τεσιγκαχάρα, έκανε ένας θεός ξέρει πόσες ταινίες με τον Χιντέο Γκόσα, ακόμα κι όταν ο Τοσίρο Μιφούνε ήθελε κι αυτός να σκηνοθετήσει, μια φορά όλη κι όλη, δίπλα του τον ήθελε. Όταν στο Sanjuro του Κουροσάβα τον έσφαξε περίτεχνα κι ακαριαία, το pulp σινεμά, πρώτα της Ιαπωνία κι έπειτα του κόσμου δεν ξέχασε την εικόνα. 

Στο Φεστιβάλ των Καννών του 1980, με τον Ακίρα Κουροσάβα (για τον «Καγκεμούσα» που κέρδισε και τον Χρυσό Φοίνικα)

Όλοι τον ήθελαν. Ο Νάκανταϊ έφερνε βάρος στον ρόλο, έφερνε ηθική περιωπή, συνόψιζε ιαπωνικούς χρόνους και παγκόσμιο ρεπερτόριο. Δεν είναι τυχαίο ότι ήταν ο Καγκεμούσα μα ήταν και ο Βασιλιάς Ληρ στο Ran του Κουροσάβα. Δεν είναι τυχαία ο Κάτζι στην μνημειώδη τριλογία του Κομπαγιάσι (Human Condition - 1959-1961), ούτε βέβαια ότι πρωτοστατεί στο Χαρακίρι, ή βρίσκεται στο μυθικό Kwaidan του Κομπαγιάσι και πάλι. Α, ήταν και ο πρώτος ιδιοκτήτης του Χάτσικο στο Hachikō Monogatari του 1987.

 

Προτιμούσε, έλεγε, το θέατρο, προτιμούσε ακόμα περισσότερο να μην δεθεί με συμβόλαιο σε κάποιο στούντιο - και αυτό ευθύνεται για το εύρος των συνεργασιών του. Ευτυχώς το σινεμά δεν έχασε τέτοια φυσιογνωμία για χάρη των αποστάσεων του θεάτρου - στο οποίο και πάλι, διαβάζει κανείς, διέπρεψε, καθώς είχε δική του ομάδα και σχολή.

Μια μεγάλη απώλεια, μια σημαίνουσα, παρότι αφανής για τον δυτικό κόσμο, απώλεια. Ήταν ο ίδιος αρκετά επιφανής για να καλύψει τις αποστάσεις. Στο πρόσωπό του χαρτογραφήθηκε ο τρόπος ενός Πολιτισμού.

Τρέιλερ «Toy Story 5»: Ο Γούντι και ο Μπαζ τρομάζουν με ένα ...τάμπλετΤρέιλερ «Marty Supreme»:Ο Τιμοτέ Σαλαμέ φιλοδοξεί στο σινεμά, φιλοδοξεί και στα Όσκαρ