John Wick: Κεφάλαιο 4

John Wick: Chapter 4

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2023
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: ΗΠΑ
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τσαντ Σταχέλσκι
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Σέι Χάτεν, Μάικλ Φιντς
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Κιάνου Ριβς, Ντόνι Γιέν, Μπιλ Σκάρσγκαρντ, Ιάν ΜακΣέιν
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Νταν Λάουστσεν
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Τάιλερ Μπέιτς, Τζόελ Τζέι Ρίτσαρντ
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 169
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Spentzos Films
    John Wick: Κεφάλαιο 4

Αν και δεν δικαιολογεί πλήρως τη μεγάλη του διάρκεια και δεν ολοκληρώνει ποτέ το (διακριτικό) φλερτ του με τον υπαρξισμό, το τέταρτο κεφάλαιο της κινηματογραφικής σειράς ολοκληρώνει τον μύθο του Τζον Γουίκ με ένα ευρηματικό τελευταίο μέρος, απαρτιζόμενο από τρεις σεκάνς ανθολογίας στη σειρά και υπενθυμίζοντας τις αρετές της χορογράφησης της δρασης εντός του κάδρου σε ένα είδος σινεμά που μοιάζει να έχει βρει μόνιμο (και εύκολο) καταφύγιο στη χορογραφία του...μοντάζ. 

Από τον Γιάννη Βασιλείου

Mπαίνοντας στην αίθουσα για να παρακολουθήσουμε τον «John Wick» περιμέναμε να δούμε τον Κιάνου Ριβς να ακολουθεί τον δρόμο που χάραξε ο Τσαρλς Μπρόνσον, σε μια παλιομοδίτικη, «βρώμικη» περιπέτεια. Ήταν φυσικά ένα b-movie, αλλά όχι ακριβώς αυτό που περιμέναμε. Μετά από μια μακρά περίοδο όπου η χορογραφία της δράσης στο σχετικό είδος στηριζόταν στο μοντάζ, δύο άνθρωποι, ο Ντέιβιντ Λιτς και ο Τσαντ Σταχέλσκι, επανέφεραν τη χορογραφία της δράσης εντός του κάδρου. Το εκτιμήσαμε, αλλά σίγουρα δεν περιμέναμε την φρενίτιδα που θα ακολουθούσε. Η ταινία κινήθηκε συμπαθητικά στα ταμεία, μα θέριεψε στην αγορά του DVD και του Blu-Ray – τότε υπήρχε ακόμα τέτοια- και έτσι δρομολογήθηκε ένα σίκουελ, που ανέλαβε μόνος του ο Σταχέλσκι, σε ένα sequel που όχι απλά πριμοδότησε την χορογραφία της δράσης μέσα στο κάδρο, αλλά άντλησε έμπνευση από το σινεμά της Άπω Ανατολής και (επαν)έφερε τα ευρήματα που συναντάς στις ταινίες πολεμικών τεχνών της σχετικής κινηματογραφίας.

Το αποτέλεσμα αγκαλιάστηκε από κοινό και, παραδόξως, και από την κριτική και οδήγησε σε ένα τρίτο μέρος, που επιχείρησε να διευρύνει τη μυθολογία και τα κατάφερε, μα ταυτόχρονα εστίασε παραπάνω στο καρτουνίστικο σκέλος και τριπλασίασε την καφρίλα, με το αποτέλεσμα να καταντά μετά από λίγο εξαντλητικό. Τα ταμεία διαφώνησαν κι έτσι φτάσαμε στο «John Wick 4», ένα φιλμ ογκώδους διάρκειας, αρμόζουσας, τουλάχιστον στα μάτια των υπευθύνων, για τον μύθο του Τζον Γουίκ και αρμοστά επικής διάθεσης, καθώς αποτελεί το τελευταίο κεφάλαιο των περιπετειών του ήρωα.

Θα ξεκινήσουμε από τα αρνητικά, για να φύγουν από τη μέση. Η μεγάλη διάρκεια δεν κερδίζεται από το περιεχόμενο, έχουν μείνει κάποια υπολείμματα από τις ασθένειες του τρίτου μέρους, υπάρχει, χωρίς ίχνος υπερβολής, και η χειρότερη χαρτοπαιχτική σκηνή στην ιστορία του σινεμά  - δεν βγάζει καν νόημα αυτό που συμβαίνει, απορείς αν κάποιος από το συνεργείο έχει παίξει ποτέ 5-Card Draw στη ζωή του. Περαιτέρω, κι αυτό δεν είναι ακριβώς πρόβλημα, αλλά περισσότερο παράπονο, ο Σταχέλσκι φαίνεται σε σημεία να περνά φευγαλέα από υπαρξιστικά μονοπάτια – πχ. οι σκάλες που πρέπει να ανέβει ο ήρωας για να ανταμώσει το πεπρωμένο του- να φλερτάρει εκείνον τον ευτυχή γάμο ασιατικής δράσης και μελβιλικού ιδιώματος που κατάφερε ο Τζον Γου με τον «Killer» του, μοιάζει  μα, τελικά,  ποτέ δεν τον ενστερνίζεται. Δεν βοηθά και η εμφανώς εφηβική αντίληψη του cool στιγμιοτύπου που διαρρηγνύει έναν αν όχι πένθιμο, τουλάχιστον κάπως πιο μελαγχολικό τόνο, ο οποίος εξυπηρετεί και αυτή την ταινία στην οποία αναφερόμαστε.

Άλλο το κοινό στο οποίο απευθύνεται, όμως, άλλη η στοχοθεσία της παραγωγής, άλλες και οι εποχές, το θέμα είναι η ταινία που έχουμε μπροστά μας και όχι εκείνη που θα μπορούσαμε να έχουμε. Και το «John Wick 4», που έχει καταγράψει στο μεταξύ μια σεκάνς με φθορίζοντες φωτισμούς, βγαλμένη από anime και έναν νοτισμένο χορό βρωμόξυλου σε βερολινέζικο κλαμπ, απογειώνεται στο τελευταίο του μέρος με τρεις σκηνές ανθολογίας στη σειρά, μία όπου ο ήρωας εκτός από οπλισμένους αντιπάλους, έχει να αντιμετωπίσει και αμέτρητα διερχόμενα αυτοκίνητα, μία που αντλεί έμπνευση από βιντεοπαιχνίδια shoot em-up και, τέλος, η προαναφερθείσα στις σκάλες, που περιέχει και μια πραγματικά φανταστική κασκάντα. Ο Ριβς μπορεί να διαθέτει μια υπερβολικά ευγενική φυσιογνωμία για να αποδώσει ιδανικά την σκληρότητα του ήρωα, αλλά το αναπληρώνει με την κορμοστασιά του και με μια μπαλετική κινησιολογία, η οποία τον τοποθετεί επάξια ανάμεσα στους κορυφαίους action heroes της γενιάς μας, εδώ έχει και συμπαραστάτη – αν και ανταγωνιστή στο έργο- τον Ντόνι Γιέν, ο οποίος δεν χρειάζεται συστάσεις για όσους αγαπούν τις ταινίες πολεμικών τεχνών. Και όλα αυτά σε ένα έργο που, παρά τα ψηφιακά υποβοηθήματα, ποντάρει στην αναλογικότητα της δράσης και αναγνωρίζει ότι μπορεί να μην υπάρχει πιο εντυπωσιακό θέαμα για το είδος από μια παραδοσιακή μάχη σώμα με σώμα.

Αν βάλεις και το κλείσιμο του ματιού, πέρα από το σινεμά του Τζον Γου, και σε εκείνο του Λεόνε – τα «τρία είδη ανθρώπων που υπάρχουν», το μενταγιόν και, βέβαια, η μονομαχία – που για τον υπογράφοντα ισοδυναμεί με λαϊκισμό του…βέλτιστου είδους, το φινάλε μας βρήκε να σκεφτόμαστε ότι θα μας λείψει ο Τζον Γουίκ τώρα που τελείωσε. Βλέπεις, ένα του set-piece ισοδυναμεί με χίλια της Marvel.



 

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • John Wick: Κεφάλαιο 4
  • John Wick: Κεφάλαιο 4