«Πιο δύσκολο είναι να αποδεχτούμε εμείς τον εαυτό μας, παρά οι άλλοι»: Η Αγγελική Παπούλια στο ΣΙΝΕΜΑ

«Ο Τελευταίος Ήρωας» αποτελεί την καινούργια ταινία του Ζίγκα Βιρτς («Houston, We Have a Problem!»), μια κατάμαυρη κωμωδία παρεξηγήσεων και οικογενειακών δραμάτων, με πρωταγωνίστρια την Αγγελική Παπούλια.

Συνέντευξη στην Βαρβάρα Κοντονή
«Πιο δύσκολο είναι να αποδεχτούμε εμείς τον εαυτό μας, παρά οι άλλοι»: Η Αγγελική Παπούλια στο ΣΙΝΕΜΑ

Η αγαπημένη Ελληνίδα ηθοποιός μας μίλησε για την συνεργασία της με τον Σλοβένο σκηνοθέτη, τα απαιτητικά γυρίσματα, τις προκλήσεις ενός κωμικού ρόλου, καθώς και τις συγκρουσιακές, οικογενειακές σχέσεις, αλλά και την ανάγκη να αποδεχόμαστε τον εαυτό μας, κόντρα στην αέναη αναζήτηση της αποδοχής μας από τους άλλους.

(κεντρική φωτογραφία: Άρης Ράμμος)

Πώς προέκυψε η συνεργασία σου με τον Σλοβένο δημιουργό Ζίγκα Βιρτς;

Μιλήσαμε με τον Μίνω (Νικολακάκη) και μου είπε ότι θα είναι παραγωγός σε μια ταινία και μου σύστησε τον Ζίγκα. Εγώ πάντα θέλω να βλέπω κάποια προηγούμενη ταινία του δημιουργού για να καταλαβαίνω κάπως που κινείται και έτσι μου έστειλε το ντοκιμαντέρ που είχε κάνει ο Ζίγκα το «Houston, We Have a Problem!» και μου άρεσε πολύ ο τρόπος που χρησιμοποιούσε το ψέμα και την αλήθεια. Αυτό το ντοκιμαντέρ έχει να κάνει πάρα πολύ με το τι είναι αντικειμενικό και τι υποκειμενικό και το πως διαχωρίζεται το ψέμα από την αλήθεια. Εν συνεχεία κάναμε ένα Zoom με τον Ζίγκα προκειμένου να τον γνωρίσω και να μιλήσουμε για την ταινία, μου έστειλε και το σενάριο να το διαβάσω και μου φάνηκε ενδιαφέρον το θέμα του. Γενικά η οπτική του Ζίγκα μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρουσα.

Οπότε τα πράγματα πήραν κάπως τον δρόμο τους σιγά σιγά.

Ναι, έτσι κι αλλιώς έψαχναν μια ηθοποιό που να είναι από την Ελλάδα αφού και ο Μίνως είναι συμπαραγωγός. Η ιδέα του η Χριστίνα (ο χαρακτήρας της ταινίας) να είναι Γερμανίδα τους είχε φανεί σωστή, αργότερα όμως σκέφτηκαν ότι θα ήταν ακόμα πιο παράλογο η εκπρόσωπος του γερμανικού σούπερ μάρκετ να μην είναι καν Γερμανίδα, θα έκανε ακόμα πιο θετικά παράδοξο το σενάριο, οπότε θεώρησαν πως αυτό θα ήταν καλύτερη ιδέα για την ιστορία.

«Ο Τελευταίος Ήρωας» είναι μια κατάμαυρη κωμωδία για την προσκόλλησή μας στο παρελθόν, την παρελθοντολαγνεία – σαν Έλληνες το έχουμε πολύ αυτό – αλλά και τις πολύπλοκες οικογενειακές σχέσεις. Δεν σε έχουμε συνηθίσει καθόλου σε κωμικούς ρόλους. Θεωρείς πως ήταν μια καινούργια εμπειρία αυτή για εσένα;

Ήταν ναι, μου φάνηκε ενδιαφέρον να κάνω κάτι που είχε τέτοια κατεύθυνση και που και εμένα δεν μου ζητείται συχνά να κάνω τέτοιου είδους ρόλους. Μου φάνηκε ιδιαίτερο το γεγονός ότι, ας πούμε, αυτός ο χαρακτήρας έχει ταυτόχρονα διάφορα προσωπικά, άλυτα θέματα και ταυτόχρονα βρίσκεται σε ένα «παράλογο τσίρκο» ενώ έχει πάει να κάνει τη δουλειά της, είναι σαν να μπαίνει μέσα σε ένα σουρεαλιστικό σύμπαν. Μου φάνηκε πρωτόγνωρο αυτό για εμένα, το να το δοκιμάσω και να δω πως μπορώ να το κάνω και να είμαι μέσα σε αυτό.

Σε σχέση με άλλους πιο δραματικούς ρόλους της καριέρας σου, πως ήταν το να υποδύεσαι έναν πιο κωμικό ρόλο όπως αυτόν της Χριστίνας;

Να σου πω την αλήθεια, δεν αντιλαμβάνομαι την κωμωδία ως κάτι πάρα πολύ διαφορετικό από το δράμα, με την έννοια ότι μια παγίδα που θεωρώ πως είναι πολύ εύκολο κάποιος να πέσει στην κωμωδία, είναι να προσπαθεί είτε υποκριτικά, είτε σκηνοθετικά να κάνει κάτι αστείο ή να προσπαθεί να δημιουργήσει μια αστεία στιγμή επί τούτου. Νομίζω πως η δυσκολία και της κωμωδίας και του δράματος είναι πως τα πράγματα πρέπει κάπως να συμβαίνουν αντίθετα από την πρόθεσή τους. Για παράδειγμα, η κωμωδία πρέπει να συμβαίνει ερήμην κάπως των προθέσεών μας. Εκεί πιστεύω είναι το δύσκολο και εκεί ήταν κάτι που με ενδιέφερε να ψάξω και να το δω, γιατί το να κάνω την αστεία ή κάποιο κωμικό σκετσάκι, κάπως μου φαίνεται πως αυτό δεν είναι κωμωδία, αυτό είναι μια αναπαράσταση της κωμωδίας. Προσπάθησα να καταλάβω και να το ψάξω αυτό, με την έννοια ότι ο ηθοποιός εκείνη τη στιγμή δεν προσπαθεί να κάνει κάτι κωμικό, αλλά ο ηθοποιός βρίσκεται σε μια κατάσταση που λόγω των αλληλεπιδράσεων, της στιγμής και της συνθήκης, το αποτέλεσμα καταλήγει να είναι κωμικό. Ελπίζω να είναι κατανοητό αυτό που λέω! (γέλια)

Είναι πάρα πολύ. Αυτό που λες είναι πως επειδή κάποιος κάνει κωμωδία, δεν σημαίνει πως πρέπει ο χαρακτήρας του να υπερβάλει κωμικά χάριν του είδους που υπηρετεί. Το ίδιο και στο δράμα. Η αλήθεια είναι πως στην ταινία βλέπουμε εσένα, όπως σε ξέρουμε από άλλες σου ταινίες, όμως η πρόζα και η αντίδρασή σου σε αυτά που σου λένε και λες, είναι αυτά που καθιστούν τον χαρακτήρα σου κωμικό.

Ναι, ακριβώς. Γιατί κι αυτή η ταινία δεν είναι μια κωμωδία με την έννοια της απόλυτης κωμωδίας. Είναι, όπως το είπες κι εσύ, μια μαύρη κωμωδία και έχει πολλά στοιχεία που είναι σκοτεινά και σχεδόν καταθλιπτικά αν τα πάρεις σοβαρά βλέποντας τις διαφορές των γενεών, το πως η μια γενιά καταπιέζει την άλλη και το συγκρουσιακό μεταξύ τους, υπάρχει πολύ και αυτό το κομμάτι, οπότε δεν είναι πως η πρόθεση ήταν να κάνουμε μια ξεκαρδιστική κωμωδία όπου τα πάντα είναι ελαφριά και υπάρχουν μόνο προς διασκέδαση. Υπάρχει και όλο το άλλο επίπεδο στην ταινία.

Μου έκανε μεγάλη εντύπωση το πως η Χριστίνα έρχεται σε αυτήν την περιοχή προκειμένου να κάνει τη δουλειά της, αλλά κουβαλάει ένα τραύμα πάνω της και μέσα της από την σχέση της με τον σύζυγό της. Μπαίνει, λοιπόν, μέσα σε μια σουρεαλιστική πραγματικότητα την οποία βιώνει εκεί με όλη την κοινότητα και αυτό που εγώ εισπράττω είναι πως την βοηθάει, με κάποιον τρόπο, να απαλύνει και να ξεπεράσει σιγά σιγά το τραύμα της. Θεωρείς πως ο χαρακτήρας σου καταφέρνει τελικά να εξομαλύνει τα όσα αισθάνεται και να βρει το κουράγιο να προχωρήσει;

Αυτό που λες είναι πολύ ενδιαφέρον, γιατί στην αρχή στο σενάριο στο κομμάτι της μάχης, ήταν γραμμένο ότι η Χριστίνα ντύνεται με γερμανική στολή και υποδύεται την Γερμανίδα. Αργότερα συζητώντας με τον Ζίγκα, αλλά και κατά την διάρκεια των προβών συνειδητοποίησα πως δεν μου φαινόταν σωστό η Χριστίνα να κοροϊδεύει, ας πούμε, την γερμανική εταιρεία την οποία εκπροσωπεί. Μετά σκεφτήκαμε πως ίσως να είχε ενδιαφέρον να κάνει κάτι ενδιάμεσο, που να μην ανήκει ούτε στο ένα στρατόπεδο ούτε στο άλλο, που όντως έτσι είναι και η θέση της εκεί, οπότε μετά σκεφτήκαμε να έχει τη στολή της νοσοκόμας που είναι ένας συμβολικά βοηθητικός ρόλος και με τους μεν και με τους δε και θεωρήσαμε ότι ήταν πολύ πιο σωστό δραματουργικά αυτό. Στην πορεία συνειδητοποιήσαμε ότι αυτό είχε και μια ακόμα ανάγνωση, λες και μέσα από αυτόν τον ρόλο της νοσοκόμας η ίδια προσφέρει βοήθεια και στον εαυτό της, η ίδια δηλαδή απαλύνει μέσω αυτής της κατάστασης και μέσω των άλλων και τον δικό της πόνο που είναι ακόμα μεγάλος και νωπός. Θεωρήσαμε πως αυτή η μάχη έχει και έναν καθαρά θεραπευτικό χαρακτήρα για εκείνη και όντως την επόμενη μέρα που τραβήξαμε το πλάνο στο αεροδρόμιο με την Χριστίνα να φεύγει, το συζητούσαμε πολύ πως ήταν λες και η προηγούμενη βραδιά ήταν για εκείνη η αρχή μιας κάθαρσης και πως πλέον ήταν σαν να είχε γίνει ένα πρώτο βήμα προς την θεραπεία η οποία θα πάρει χρόνο, είναι όμως ένα επόμενο βήμα. Σκεφτήκαμε ότι τελικά η στολή της νοσοκόμας είχε πολύ πιο ενδιαφέρουσες προεκτάσεις, από το να ήταν ντυμένη με μια γερμανική στολή έχοντας επιλέξει «στρατόπεδο».

Στην ταινία έχεις μια από τις πιο επικές σκηνές, αυτή που βρίσκεσαι στο πεδίο της μάχης και προσπαθείς να σώσεις έναν «τραυματία». Πώς ήταν το γύρισμα αυτής της σκηνής; Αν μου πεις ότι καταφέρατε να τη βγάλετε με την πρώτη, χωρίς να γελάσετε, δεν ξέρω αν θα σε πιστέψω!

Κοίτα, αυτήν την σκηνή την κάναμε σε δυο takes μόνο, γιατί είχε πολλά τεχνικά θέματα και έπρεπε εγώ να κάνω μια πολύ μεγάλη απόσταση μέσα στην οποία έπρεπε ταυτόχρονα να συμβαίνουν εκρήξεις σε συγκεκριμένα σημεία που να φαίνονται πίσω μου, μπρος μου, έπρεπε να πατήσω μέσα από σημεία που είχε νερό, είχε λάσπες, ήταν λίγο περίπλοκη όλη αυτή η σκηνή, οπότε είχαμε στη διάθεσή μας μόνο δυο λήψεις. Σε τέτοιες σκηνές που ξέρεις ότι μπορείς να κάνεις μόνο δυο λήψεις, δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια ούτε για λάθη, ούτε για γέλια. Εγώ θυμάμαι ήμουν πάρα πολύ συγκεντρωμένη. Στην ταινία δεν έχει χρησιμοποιηθεί όλη η λήψη, ήταν μια πάρα πολύ μεγάλη απόσταση αυτή που έκανα και έπρεπε στη διάρκειά της να συμβούν όλα αυτά τα τεχνικά πράγματα και εγώ να συνεχίζω να είμαι ατάραχη και να κάνω την πορεία, οπότε ήταν μια δύσκολη σκηνή και δεν είχαμε περιθώρια για λάθη.

Η ταινία μοιάζει να οπτικοποιεί τη ρήση «αμαρτίες γονέων παιδεύουσι τέκνα». Για παράδειγμα, σε όλη την ταινία ο Φρανσέ παλεύει για την γονεϊκή αποδοχή του πατέρα του. Πιστεύεις μπορούν οι επόμενες γενιές να διεκδικήσουν τη δική τους ζωή ή πάντα θα βρίσκουν τους εαυτούς τους να μεγαλώνουν μέσα στα καλούπια των γονιών τους;

Αυτό είναι προσωπικό, δεν υπάρχει ένας γενικός κανόνας που να ισχύει για όλους μας. Νομίζω ότι είναι καλό και θεμιτό μετά από κάποιο διάστημα να παύουμε να περιμένουμε οποιαδήποτε αποδοχή από τους γονείς ή από οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο, είτε είναι γονέας, είτε η κοινωνία, είτε οι φίλοι μας. Το θέμα της αποδοχής είναι κάτι που από κάποια στιγμή και μετά – η στιγμή είναι πολύ διαφορετική για τον καθέναν από εμάς – πρέπει να το αφήνουμε πίσω μας. Το πιο δύσκολο είναι να αποδεχτούμε εμείς τον εαυτό μας, παρά να μας αποδεχτούν οι άλλοι. Συνεχώς ζητάμε μια αποδοχή από τους έξω, διότι δεν έχουμε μια εσωτερική αποδοχή, οπότε αν συμβεί με κάποιον τρόπο η αποδοχή του εαυτού μας, δεν νομίζω ότι θα έχουμε ανάγκη να αποζητάμε μια αποδοχή των άλλων ανθρώπων γύρω μας και ειδικά με τους γονείς που σε αυτήν την ταινία φαίνεται πολύ. Βέβαια η επόμενη γενιά, η εγγονή δηλαδή του ήρωα, είναι γραμμένη με έναν τρόπο που δεν αποδέχεται τον παππού και ούτε έχει και καμία ανάγκη και κανέναν λόγο να είναι αποδεκτή από τον συγκεκριμένο άνθρωπο. Ξέρει πολύ καλά ότι είναι κολλημένος σε φουλ πατριαρχικά μοτίβα και σε κοινωνικά κλισέ και στερεότυπα, οπότε ήδη μέσα στην ταινία φαίνεται νομίζω ότι η μεθεπόμενη γενιά, κάπως δεν έχει πια καμία ανάγκη αποδοχής αυτού του στερεοτυπικού και σεξιστικού μοντέλου, ίσα ίσα υπάρχει και μια σκηνή όπου φαίνεται καθαρά ότι η εγγονή επιτίθεται και στον παππού της σε μια προσπάθεια να τον σταματήσει. Αυτό μου φαίνεται ήδη ελπιδοφόρο στην ταινία, ότι ο χαρακτήρας της εγγονής και ο σύζυγός της, ως πιο νέες γενιές, είναι σχεδόν απαξιωτικοί ως προς τη γενιά των παππούδων που φέρει ακόμα αυτά τα αρνητικά, καταπιεστικά πρότυπα. Θεωρώ ότι ήδη από την ταινία υπάρχει μια καθαρή στάση στο τι συμβαίνει με τις παλαιότερες και τις νεότερες γενιές και στο πόσο δύσκολο είναι τελικά να συμφιλιωθούν ή να αποδεχτούν η μια την άλλη.

INFO
Η ταινία «Ο Τελευταίος Ήρωας» θα προβάλλεται στις ελληνικές αίθουσες από 25 Απριλίου.

Το σινέ-Αλεξάνδρα στην Καλλιθέα θέλει τη βοήθεια μας - οι χειμερινοί κινηματογράφοι εκπέμπουν SOSΤζακ Νίκολσον: 10 + 1 ρόλοι ενός ζωντανού θρύλου