Ένα υποείδος του περίφημου «ισπανικού θρίλερ» που πωλείται αφειδώς σε όλο τον κόσμο και φυσικά και στη χώρα μας, είναι αυτό που η δράση περιορίζεται σε μια τράπεζα, καταγράφοντας κάθε είδους ληστεία και κυρίως τον ρόλο των πρωταγωνιστών σε αυτές. Ειδικά μετά το «Casa de papel» η χώρα μοιάζει να πήρε τα πρωτεία παγκοσμίως και εξακολουθεί να παράγει παρόμοια φιλμ και σειρές που μοιάζουν ενοχλητικά μεταξύ τους, κυρίως στο ότι ξεχνούν λογική και χαρακτήρες και αφήνονται ολοκληρωτικά στη γοητεία των ανατροπών.
Τα «70 Πεντακοσάρικα», τα μωβ όπως τα λέμε εδώ ή «Μπιν Λάντεν» όπως τα λένε στην Ισπανία από ότι μαθαίνουμε, καλύπτουν το ποσό που χρειάζεται οπωσδήποτε η Έμα Σουάρες όταν επισκέπτεται την τράπεζα. Η ληστεία που ακολουθεί γίνεται από ένα ζευγάρι που δε μοιάζει και πολύ οργανωμένο, με αποτέλεσμα η ίδια να αρχίσει να τους καθοδηγεί ελπίζοντας πως έτσι θα πετύχει το στόχο της. Παράλληλα βρίσκει κώδικα επικοινωνίας με τους διαπραγματευτές και ευελπιστεί πως στο τέλος θα βγει και ζωντανή και με το ποσό που θέλει χωρίς κανείς να την υποπτευθεί. Και κάπου εκεί αρχίζουν οι ανατροπές.
Το σύνηθες πρόβλημα στην υπερφόρτωση ενός κινηματογραφικού είδους για ένα μικρό χρονικό διάστημα είναι ο αναπόφευκτος συναγωνισμός και η ανάγκη της κάθε ταινίας να ξεπεράσεις τις προηγούμενες. Αυτό εμφανίζεται και εδώ και παρασύρει οριστικά την ταινία από ένα σημείο και έπειτα, καθώς αυτή αποζητά την συνεχή εξαπάτηση του θεατή για χάρη ενός γρήγορου «ουάου». Το αποτέλεσμα είναι να γίνονται όλο και περισσότερο αστεία τα όσα συμβαίνουν, από τη στιγμή που η αφήγηση επενδύει τόσο στις ανατροπές διατηρώντας ένα υπερβολικά σοβαρό ύφος που δεν ταιριάζει με αυτές.