Πριν το Ξημέρωμα

Romance in the 90’s ή πώς ο αντιπροσωπευτικότερος σκηνοθέτης της Generation X κάνει μία Σύντομη Συνάντηση με τον Ντέιβιντ Λιν.

Από τη Μαρίνα Κοκολοδημητράκη
Πριν το Ξημέρωμα

Δύο νέοι, ο Τζέσι και η Σελίν, γνωρίζονται σ’ ένα τρένο στη διαδρομή Βουδαπέστη – Βιέννη. Αυτός είναι Αμερικανός, αυτή Γαλλίδα φοιτήτρια, και οι δύο ηλικίας twentysomething. Ο Τζέσι πείθει τη Σελίν να κατέβει από το τρένο στη Βιέννη λέγοντάς της ότι, αν δεν τον ακολουθήσει, 20 χρόνια αργότερα θ’ αναρωτιέται τι θα συνέβαινε αν είχε κατέβει.

Περνάνε μαζί ένα 24ωρο περπατώντας στην πόλη και μιλώντας ακατάπαυστα και για τα πάντα. Αυτές οι μαραθώνιες συζητήσεις ανάμεσα στους δύο ήρωες, που οδήγησαν πολλούς κριτικούς στο να αποκαλέσουν τον σκηνοθέτη Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ «Τεξανό Ερίκ Ρομέρ», αποτελούν τη βάση της ταινίας. Μπορεί, βέβαια, η απουσία δράσης να κουράσει κάποιους, οι υπόλοιποι, όμως, θα ξετρελαθούν με τους ευφυέστατους, χιουμοριστικούς και άκρως απολαυστικούς διαλόγους, μέσα απ’ τους οποίους γνωρίζουμε σιγά – σιγά τους δύο σεναριακά ολοκληρωμένους και απόλυτα καθημερινούς χαρακτήρες.

Είναι επόμενο, σε μία ταινία που στηρίζεται στους διαλόγους και η οποία περιορίζεται σε ένα καστ δύο ατόμων, πολλά να εξαρτώνται από τους ηθοποιούς. Ο Ίθαν Χοκ και η Ζιλί Ντελπί ανταποκρίνονται πλήρως στην πρόκληση του Λινκλέιτερ, που απαίτησε χαλαρή προσέγγιση των χαρακτήρων και αυτοσχεδιασμό, δίνοντας τις καλύτερες ερμηνείες της μέχρι τώρα καριέρας τους. Η μεν Ντελπί μας αποκαλύπτει το κωμικό της ταλέντο, ο δε Χοκ, διατηρώντας το ατημέλητο look που υιοθέτησε για πρώτη φορά στο «Νέοι, Ωραίοι και Άνεργοι», είναι έξοχος στο ρόλο του fast talking νεαρού Αμερικανού που ταξιδεύει για πρώτη φορά στην Ευρώπη.

Ο Λινκλέιτερ κατάφερε να συνδυάσει το ρομαντισμό με την καθημερινότητα, δίνοντάς μας ήρωες αληθινούς κι ένα σενάριο που θυμίζει αυτό της δικής μας ζωής

Όντας στο κέντρο της ταινίας, η κάμερα τους ακολουθεί διαρκώς. Όταν, στο τέλος, η κάμερα ξαναεπισκέπτεται όλα τα μέρη όπου είχαν πάει, τα βρίσκει άδεια χωρίς αυτούς, υποβαθμισμένα λόγω της απουσίας τους. Δεν είναι, λοιπόν, η πόλη που πρωταγωνιστεί στην ταινία αλλά τα πρόσωπα. Η Βιέννη, αν και αποτελεί ένα γοητευτικό background, θα μπορούσε να υποκατασταθεί από οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή πόλη που έχει πολλά café, χωρίς να αλλάξει τίποτα.

Αυτό, όμως, που εντυπωσιάζει περισσότερο απ’ όλα στο «Πριν το Ξημέρωμα» είναι το πόσο διαφέρει απ’ τις χολιγουντιανές ρομαντικές ταινίες που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε. Μπορεί κάποιες απ’ τις καταστάσεις που περιγράφει να είναι συμβατικά ρομαντικές όπως, για παράδειγμα, το πρώτο φιλί στη ρόδα του λούνα παρκ ή η βόλτα με πανσέληνο στο πάρκο, αλλά οι ήρωες είναι τόσο ρεαλιστές και ο διάλογος ανάμεσά τους τόσο κυνικός που υπονομεύουν ή ανατρέπουν τελείως τη ρομαντική ατμόσφαιρα που έχει δημιουργηθεί, αποτρέποντας έτσι την ταινία από το να γίνει μελό ή να παρασυρθεί σε εύκολους συναισθηματισμούς.

Υπάρχει, επίσης, μία σειρά από στερεότυπα ρομαντικά επεισόδια τα οποία, όμως, αποδεικνύονται όχι και τόσο κλισέ όσο θα περιμέναμε. Πάρτε, λόγου χάρη, τη σκηνή στο δισκοπωλείο όπου ο Τζέσι και η Σελίν ακούνε ένα ερωτικό τραγούδι. Ο θεατής περιμένει να φιληθούν, κάτι που θα συνέβαινε στις περισσότερες ταινίες σε μία ανάλογη σκηνή. Εδώ, όμως, κανείς απ’ τους δύο δεν θέλει να κάνει το πρώτο βήμα κι έτσι αποτυπώνονται στην οθόνη στιγμές απερίγραπτης αμηχανίας, ό,τι δηλαδή θα γινόταν και στην πραγματικότητα.

Εδώ ακριβώς έγκειται η επιτυχία αλλά και η γοητεία της ταινίας. Ο Λινκλέιτερ κατάφερε να συνδυάσει το ρομαντισμό με την καθημερινότητα, δίνοντάς μας ήρωες αληθινούς κι ένα σενάριο που θυμίζει αυτό της δικής μας ζωής και όχι τα γλυκερά και τετριμμένα σενάρια του Χόλιγουντ.

Η κριτική της ταινίας δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο τεύχος 63 του περιοδικού ΣΙΝΕΜΑ, τον Δεκέμβριο του 1995.