Το πρώτο μέρος «Οι Διαφορετικοί» παρουσίασε μία δυστοπική κοινότητα με σαφή διαχωρισμό προσωπικοτήτων σε τέσσερις φατρίες: την Ομόνοια, την Απάρνηση, την Γενναιότητα, την Πολυμάθεια και την Ειλικρίνεια. Η «αποκλίνουσα» Τρις (Σέιλιν Γούντλι) δεν ανήκει πουθενά παρά την προσπάθειά της να ενταχθεί στους Γενναίους, γιατί είναι μία από τις εξαιρέσεις που δεν υπαγορεύουν σαφή κοινωνική κατάταξη.
Βασισμένη στη νεανική σειρά βιβλίων της Βερόνικα Ροθ, η «Τριλογία της Απόκλισης» είχε την ατυχία να κυκλοφορήσει στα ράφια των βιβλιοπωλείων και μετέπειτα να διασκευαστεί κινηματογραφικά, πολύ κοντά στους «Αγώνες Πείνας». Η σαρωτική επιτυχία των ταινιών της Τζένιφερ Λόρενς αποτελεί συγκρίσιμη αναφορά με την «Απόκλιση» και ομολογουμένως η ποιότητα και η φιλοδοξία των «Αγώνων» είναι συγκριτικά ανώτερη.
Στην «Ανταρσία» η Τρις μαζί με αρκετούς Γενναίους, έχουν αποσχιστεί από την φατρία τους και προσπαθούν να οργανώσουν επανάσταση ενάντια στους Πολυμαθείς που σφετερίζονται αλαζονικά την εξουσία. Η Τζανίν (Κέιτ Γουίνσλετ), η αρχηγός των Πολυμαθών, ανακαλύπτει ένα κουτί που περιέχει ένα σημαντικό μήνυμα από τους εμπνευστές του συστήματος των κοινωνικών τάξεων και αποφασισμένη να το αποκρυπτογραφήσει, αντιλαμβάνεται πως οι Αποκλίνοντες είναι το κλειδί που θα της προσφέρει τη γνώση.
Ο σκηνοθέτης Ρόμπερτ Σουέντκε («Σχέδιο Πτήσης», «Η Γυναίκα του Ταξιδευτή») αναπαράγει δημιουργικά τον κόσμο που πρωτοσύστησε ο Νιλ Μπέρτζερ και δίνει ρυθμό στο πυκνότερο σενάριο. Το μειονέκτημα είναι πως το αφηγηματικό πλαίσιο παραμένει ίδιο κι απαράλλαχτο με τους «Διαφορετικούς». Η Τρις βρίσκεται μονίμως κυνηγημένη, οι σχέσεις των χαρακτήρων δεν εξελίσσονται και στο δεύτερο μέρος παρακολουθούμε τις δοκιμασίες της Τρις προκειμένου να ανοίξει το κουτί, ιδέα ταυτόσημη με τις δοκιμασίες της πρώτης ταινίας.
Τουλάχιστον αυτή τη φορά οι δοκιμασίες δίνουν την δυνατότητα στην ταινία να είναι οπτικά ευρηματική και τεχνικά επιδέξια. Στους «Διαφορετικούς» η αντίστοιχη ιδέα εξαντλήθηκε γρήγορα και η επαναληψιμότητα κόστιζε σε χρόνο και ακινητοποιούσε την πλοκή. Εδώ η τρισδιάστατη τεχνολογία συνεπικουρεί θεαματικά και ο Σουέντκε χειρίζεται υποδειγματικά τις δυνατότητες.
H Σέιλιν Γούντλι, η συμπαθητική ηθοποιός του «Απόγονοι», φτιάχνει έναν οικείο χαρακτήρα που προσφέρεται για ταύτιση σε όλες τις έφηβες παγκοσμίως, αλλά της λείπει ο αυθορμητισμός και το αγωνιστικό τσαγανό της...Κάτνις Έβερντιν. Η Κέιτ Γουίνσλετ είναι ψυχρά εκτελεστική, χωρίς διακυμάνσεις και στο ρόλο μιας αδιάλλακτης Μέρκελ βαδίζει σε μία υποκριτική ευθεία που δεν απαιτεί πολλά, αλλά είναι επαρκής μέσα στα στενά πλαίσια του χαρακτήρα.
Οι παρουσίες των Οκτάβια Σπένσερ και Ναόμι Γουότς είναι καλοδεχούμενες, αλλά οι ρόλοι τους έχουν μία λογική γκεστ εμφάνισης που λογικά θα αποδώσει στις συνέχειες (ναι, αυτή η «Τριλογία» θα αποτελείται από τέσσερις ταινίες, κατά την προσφιλή μέθοδο των στούντιο να σπάνε το φινάλε σε δυο μέρη).
Τα εμφανή δάνεια από ταινίες όπως το «Matrix» και το «Inception» μειώνουν την «Ανταρσία» και το πολυφορεμένο κονσεπτ του Εκλεκτού λειτουργεί ανασταλτικά. Από την άλλη μία εμπορική, χολιγουντιανή ταινία που ασχολείται με ένα ζήτημα κοινωνικών αποκλεισμών και καταστολής των προσωπικών επιλογών, όσο σχηματική κι αν είναι, είναι προτιμότερη από οποιοδήποτε παρουσία λάτεξ κενοφανή υπερήρωα ή τον ηχητικό ορυμαγδό κάθε μπλοκμπαστεριάς, που απλά τυφλώνουν και κουφαίνουν.