Οι «Φονικές Μηχανές» ήταν βιβλίο του 2001, γραμμένο από τον Φίλιπ Ριβ, στην αυγή της young adult λογοτεχνίας με ήρωες εφήβους έτοιμους να χάσουν τα πάντα σε ένα μετα-αποκαλυπτικό μέλλον όπου οι συνθήκες ομαδικής συμβίωσης έχουν αλλάξει. Η ιδέα του Ριβ ήταν πως μετά από ένα κομβικό γεγονός που συνέβη κοντά στην εποχή μας, έναν πυρηνικό πόλεμο που κατέστρεψε τον πλανήτη σε λίγα λεπτά, οι επιζώντες δημιούργησαν μικρές πόλεις με μια ιδιαιτερότητα. Όλες οι πόλεις είναι χτισμένες πάνω σε γιγαντιαίους τροχούς και μπορούν να κινούνται, ώστε να απορροφήσουν μικρότερες πόλεις ή εύφορα εδάφη.
Ο κανόνας λοιπόν όπου η μεγάλη πόλη τρώει τη μικρή δε διαφέρει πολύ από την επεκτατική πολιτική των μεγάλων κρατών σήμερα και όσο προχωρούμε στην ιστορία αντιλαμβανόμαστε την προσπάθεια του Ριβ να δημιουργήσει συνδέσεις με το παρόν αλλά και στηρίξει μια θέση κατά την οποία η ιστορία σπάνια αποτελεί μάθημα για παθήματα του μέλλοντος. Η ιδέα του, και αναλόγως η κινηματογραφική μεταφορά, μας γυρίζει χρόνια πίσω στο «Things to Come» (1936) του Γουίλιαμ Κάμερον Μένζις, βασισμένο στο βιβλίο του Γουέλς, τον οποίο ο Ριβ θεωρεί μεγάλη επιρροή στα βιβλία του. Συμπτωματικά, ο Μένζις, όπως και ο Κρίστιαν Ρίβερς που σκηνοθετεί εδώ, δεν είναι κατά βάση σκηνοθέτες, αφού ο πρώτος υπήρξε μέγιστος σχεδιαστής παραγωγών ενώ ο Ρίβερς φτιάχνει για χρόνια storyboards και παράλληλα είναι υπεύθυνος ειδικών εφέ,πρόσωπα-κλειδιά και οι δυο πλάι στους Αλεξάντερ Κόρντα και Πίτερ Τζάκσον αντίστοιχα.
Όλα αυτά μπορεί να ακούγονται ωραία και να έχουν όντως ενδιαφέρον, όμως το υλικό του Ριβ είναι αδύνατο να χωρέσει σε μια ταινία, όχι γιατί είναι πολύπλοκο και χρίζει περαιτέρω ανάλυσης, αλλά γιατί στριμώχνει πολλές προσωπικές ιστορίες και προσθέτει χαρακτήρες «μπουκώνοντας» την αφήγηση. Μετά την εισαγωγή, ο Ρίβερς φτιάχνει μικρές υποπλοκές μέσα στην ταινία του και από ένα σημείο και έπειτα είναι αδύνατο να τις διαχειριστεί, με χαρακτήρες να εξαφανίζονται και να επανεμφανίζονται όταν βολεύει την ιστορία. Αυτό συμβαίνει ως το τέλος, όπου ξεκινά μια μεγαλειώδης μάχη, την οποία βλέπουμε παράλληλα με τις εξελίξεις στην πορεία του κάθε χαρακτήρα, ένα θέαμα που αντί να κλιμακώνεται μάλλον σκάει και χάνει το ενδιαφέρον του.
Φυσικά, μέσα στα κλισέ μιας τέτοιας παραγωγής υπάρχει και το κλείσιμο του ματιού προς μια ενδεχόμενη συνέχεια, καθώς το φιλμ δε διαφέρει από ένα origin story ενός νέου σύμπαντος. Όμως το κοινό που αγάπησε αρκετά το βιβλίο του Ριβ έχει μεγαλώσει αρκετά από τότε και κυρίως δεν θα βρει εδώ κάτι που ανυψώνει το περιεχόμενο του – στην καλύτερη περίπτωση το σέβεται.