Νεκρωταφίο Ζώων

Η σκοτεινή, πένθιμη αλληγορία του Στίβεν Κινγκ βγαίνει ξανά στην κινηματογραφική επιφάνεια προσφέροντας τρόμο και αναστάσιμες ανατριχίλες.

Από τον Πάνο Γκένα
Νεκρωταφίο Ζώων

Η οικογένεια Κριντ μετακομίζει σε ένα παλιό, εξοχικό σπίτι για να αποφύγει τους στρεσογόνους ρυθμούς της πόλης. Ο επιτυχημένος γιατρός, η όμορφη σύζυγος, η χαριτωμένη κόρη, ο αξιαγάπητος γιος, ένας χαδιάρης γάτος και ένα υπέροχο σπίτι. Τίποτα δεν φαίνεται πως θα χαλάσει την ειδυλλιακή εικόνα της οικογένειας. Πολύ κοντά, όμως, υπάρχει ένας πολυσύχναστος δρόμος και μία ακόμη απειλή, ένα ξέφωτο όπου γενιές και γενιές μικρών παιδιών θάβουν τα πεθαμένα ζώα τους. Αυτό το ιδιότυπο «νεκρωταφίο» μπορεί να επιστρέφει τους νεκρούς στη ζωή.

Πολυδιαβασμένος και πολυδιασκευασμένος, ο Στίβεν Κινγκ γνωρίζει τα τελευταία χρόνια μία δεύτερη άνοιξη όσον αφορά τις κινηματογραφικές και τηλεοπτικές μεταφορές των έργων του. Με περισσότερες από 280(!) αναφορές στο imdb ως συγγραφέας η αλήθεια είναι πως σε σύγκριση με το χαρτί έχει ευτυχήσει στο «πανί» μετρημένες φορές. Ευτυχώς το «Νεκρωταφίο Ζώων», δεύτερη μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος στον κινηματογράφο, είναι μία απ’ αυτές.

Με δεδομένο πως «μερικά πράγματα καλύτερα να παραμένουν νεκρά», αυτό το ριμέικ έχει σίγουρα λόγο ανάστασης

Εξαιρώντας μερικές δημιουργικές ελευθερίες (δεν θα σας κάνουμε spoilers), που έχουν μεν την αποδοχή του Κινγκ αλλά ενδεχομένως ξενίσουν τους θαυμαστές του βιβλίου, το «Νεκρωταφίο Ζώων» είναι μία αρκετά πιστή μεταφορά του πιο σκοτεινού μυθιστορήματος του συγγραφέα, αυτού που ο ίδιος χαρακτηρίζει ως το πιο τρομακτικό της καριέρας του και βιβλίο που είχε σκεφτεί να μην εκδοθεί καθόλου λόγω θέματος. Όσοι γνωρίζουν την υπόθεση ξέρουν πως το «Νεκρωταφίο» είναι μία σπουδή στην παράνοια του βαρύθυμου πένθους, στην καταδικασμένη ανάγκη του ανθρώπου για έλεγχο και τη σκοτεινή κληρονομιά των ενοχών.

Οι σκηνοθέτες Κέβιν Κολς και Ντένις Γουιντμάιερ («Starry Eyes») απομακρύνονται από την camp εκδοχή της Μέρι Λάμπερτ (το 1989 είχε κυκλοφορήσει ως «Νεκροταφείο Ζωντανών» σε σενάριο του ίδιου του Κινγκ) και με σαφή οδηγό την πρόσφατη, επιτυχημένη διασκευή του Άντι Μουσκιέτι στο «Αυτό», αποτυπώνουν τη μεταφυσική αγωνία του βιβλίου με ισόποσο δράμα και ανατριχίλες. Η εικονογραφία της απόκοσμης πομπής των παιδιών, η στιβαρή παρουσία του Τζον Λίθγκοου στο ρόλο του αινιγματικού γείτονα Τζαντ, η παρείσφρηση των υπερβατικών οραμάτων στην κανονικότητα της ζωής, τα flashback στην παιδική ηλικία της Ρέιτσελ (Έιμι Σέιμετζ), συντρόφου του γιατρού που υποδύεται ο αναβαθμισμένος ερμηνευτικά Τζέισον Κλαρκ («Zero Dark Thirty», «Mudbound») μετά το αποτυχημένο «Winchester», λειτουργούν στην εντέλεια και κλιμακώνουν την ένταση. Χωρίς να είναι φειδωλοί στον τρόμο, οι δυο σκηνοθέτες δεν φορτώνουν, άρα δεν ευτελίζουν, την ταινία με jump scares και παραμένουν πιστοί σε μία μελαγχολική αφήγηση με τη μικρή Ζετέ Λόρενς να είναι η αποκάλυψη της ταινίας ως Έλι.

Οι καλές εντυπώσεις «τρώνε χώμα» λίγο πριν το φινάλε (άλλη μία αλλαγή σε σχέση με τη λογοτεχνική πηγή), όπου το σενάριο βιάζεται και σπρώχνει την πλοκή σε μία επανάληψη που αδυνατίζει την ιδέα του Κινγκ και ίσως λειτουργήσει, χωρίς πρόθεση, κωμικά. Με δεδομένο πως «μερικά πράγματα καλύτερα να παραμένουν νεκρά», αυτό το ριμέικ έχει σίγουρα λόγο ανάστασης.