Νυχτερινή Καταδίωξη

Πρώην εκτελεστής της Μαφίας καλείται να σώσει τον γιο του από τον αρχιμαφιόζο εργοδότη και φίλο του, όταν ο τελευταίος στραφεί εναντίον τους γυρεύοντας εκδίκηση για το θάνατο του παιδιού του. Το δίδυμο Λίαμ Νίσον και Έντ Χάρις ό,τι καλύτερο σε αυτή την τίμια αλλά στείρα από εκπλήξεις απόπειρα του Ισπανού σκηνοθέτη Ζομ Κολέ-Σερά να παραδώσει το καλύτερο φιλμ δράσης με ήρωα τον Νίσον, αλλά και να αναβιώσει συμβατικά τις μνήμες μας από ταινίες με θέμα τη νεοϋορκέζικη μαφία.

Από τον Νεκτάριο Σάκκα
Νυχτερινή Καταδίωξη

Η action πτυχή της καριέρας του 62χρονου Λίαμ Νίσον συνεχίζει ακάθεκτη, με τον αγαπητό Βρετανό ηθοποιό να εμπλουτίζει σταθερά με την τραχιά, γήινη παρουσία του τις ταινίες δράσης του καιρού μας. Και τα εισιτήρια στα ταμεία εξακολουθούν να πληθαίνουν, αρχής γενομένης από το πρώτο «Taken». Μόνο που ακόμη περιμένουμε εκείνη την ταινία δράσης του που θα ξεχωρίσει από το σωρό, που θα καταφέρει να αποθεώσει με τον καλτ αέρα της την περιπετειώδη πλευρά του Νίσον που ο ίδιος ανακάλυψε στα 55 του. Όπως περίπου συνέβη - πολύ νωρίτερα φυσικά - με τον Γουίλις στο «Πολύ Σκληρός για να Πεθάνει».

Η «Νυχτερινή Καταδίωξη» του Ζομ Κολέ-Σερά μπορεί να διαθέτει αρετές, όμως σίγουρα δεν είναι αυτό το κάτι σπουδαίο που ψάχνουμε - αν υποθέσουμε φυσικά πως δεν αρκούμαστε σε μια μαφιόζικη περιπέτεια συμπαγών προθέσεων μεν, τυπικών διλημμάτων και εξέλιξης δε, την οποία λαμπρύνουν ωστόσο δύο καταξιωμένοι πρωταγωνιστές σαν τους Νίσον και Έντ Χάρις.

Loading the player ...

Ο Ισπανός σκηνοθέτης του «House of Wax» και του «Orphan», συνεργάζεται εκ νέου με τον Νίσον (μετά τα «Unknown» και «Non-Stop») σε μία υπόθεση ανελέητου ανθρωποκυνηγητού που τοποθετείται στη σημερινή Νέα Υόρκη και εκτυλίσσεται - όπως μαρτυρά και ο τίτλος - στη διάρκεια μιας νύχτας.

Κεντρικό πρόσωπο στη «Νυχτερινή Καταδίωξη» είναι ο Τζίμι Κόνλον (Νίσον), ένας μοναχικός αλκοολικός, πρώην εκτελεστής της μαφίας που στα ντουζένια του τιμούσε και με το παραπάνω το προσωνύμιο ο «νεκροθάφτης». Αποξενωμένος εδώ και χρόνια από το γιο του, Μάικ (Τζόελ Κίναμαν), ο οποίος ζει μια ήρεμη οικογενειακή ζωή, προκειμένου να τον προστατέψει από τα δικά του λάθη που φέρει βαρέως, έχει ως μόνη πραγματική οικογένειά του τον Σον Μαγκουάιρ (Έντ Χάρις), το αφεντικό του και αρχηγό της ιρλανδικής μαφίας του Μπρούκλιν.

Μέχρι που ένα γύρισμα της τύχης θα φέρει τον Σον αντιμέτωπο με τον Τζίμι, καθώς ο πρώτος απαιτεί να πληρώσει ο δεύτερος και ο Μάικ για το θάνατο του δικού του γιου. Και σε μία νύχτα μέσα θα πρέπει ο Τζίμι να σώσει τον γιο του από τους ανθρώπους του Σον που τους κυνηγούν σε όλη την πόλη, την ώρα που ο κλοιός γύρω τους σφίγγει και από τη μεριά του Νόμου, όταν ένας επίμονος ντετέκτιβ βρεθεί στα χνάρια τους.

Ο - για ακόμα μία φορά περίφημος μέσα στην αβίαστη απλότητά του - Νίσον ενσαρκώνει μια τραγική εκδοχή του γονιού, τα κρίματα του οποίου πέφτουν στην πλάτη του παιδιού του, με την τραγικότητα να έγκειται στην αδυναμία διαφυγής από το μοιραίο. Με την ιδιαιτερότητα του χαρακτήρα του να έγκειται στην επιμονή του να βγάλει ο γιος του τη νύχτα όχι μόνο ζωντανός, αλλά και με χέρια «καθαρά» από αίμα όσων θα βρεθούν στο διάβα τους.

Απέναντί του, ο Έντ Χάρις γίνεται το ιδανικό καθρέφτισμα για τον συμπρωταγωνιστή του, αντιπαραβάλλοντας στον ανελαστικό αξιακό κώδικα της μαφίας την ίδια ιερή προσήλωση στην υπεράσπιση της οικογένειας, έπειτα από την απώλεια του παιδιού του. Η εκδίκηση που γυρεύει ο τελευταίος θα τους οδηγήσει, μάλιστα, σε μια καταληκτική σκηνή η οποία παραπέμπει τόσο στην αντίστοιχη της «Έντασης» του Μάικλ Μάν, όσο και σε εκείνης του «Εχθρού Προ των Πυλών» στην οποία επίσης πρωταγωνιστούσε ο Χάρις.

Στη μέχρις εσχάτων αναμέτρηση των δύο πρώην φίλων, ο Κολέ-Σερά επιστρατεύει μία σειρά από λειτουργικές σκηνές δράσης και καταδίωξης, καθώς και ορισμένα θεαματικά μακρόσυρτα τράβελινγκ με την κάμερα να βουτά από ψηλά στις γειτονιές της Νέας Υόρκης, τα οποία όμως φτηναίνουν σε αίσθηση καθώς «τρέχουν» σε fast-forward.

Αναμφίβολα, όσα βλέπουμε στη «Νυχτερινή Καταδίωξη» απέχουν από το να χαρακτηριστούν πρωτότυπα: εύκολα αναγνωρίσιμη η γενικότερη εξέλιξη της πλοκής, αναμενόμενες και ευδιάκριτες οι διλημματικές καταστάσεις των χαρακτήρων, εξίσου προβλέψιμες με την βολική παρουσία/απουσία των εκπροσώπων του νόμου. Και σίγουρα, η σκηνοθετική περίπτωση του Κολέ-Σερά δεν κρύβει κάτι περισσότερο από έναν - στην καλύτερη των περιπτώσεων - ικανό διεκπεραιωτή. Κάτι όμως το δίδυμο Νίσον-Χάρις και η ζοφερή ατμόσφαιρα που χτίζεται γύρω από τους καταρρέοντες χαρακτήρες τους, κάτι οι φροντισμένες δόσεις αδρεναλίνης με δυνατές σκηνές δράσης που δεν καταφεύγουν σε ακρότητες της τάξεως του να κατεδαφίζεται το μισό Παρίσι (όπως συνέβη στο «Taken»), κατατάσσουν την ταινία στο επίπεδο της συμβατικής μεν, τίμιας δε περιπέτειας.