Ο Άρμι Χάμερ τοποθετήθηκε για τις «κατηγορίες» που δέχεται την τελευταία διετία και τον έχουν καταστησει persona non grata για την κνινηματογραφική βιομηχανία. Καταρχάς ξεκίνησε αναφέροντας ότι είχε παρενοχληθεί σεξουαλικά από έναν νεαρό πάστορα στην ηλικία των 13, κάτι που γέννησε, σύμφωνα με τον ίδιο ένα επικίνδυνο προηγούμενο στη ζωή του, συστήνοντας τη σεξουαλικότητα με έναν νοσηρό τρόπο και στρέφοντάς τον στην κατεύθυνση να θέλει να πάρει τον έλεγχο στις σεξουαλικές του δραστηριότητες. Στη συνέντευξη παραδέχθηκε ότι έχει υπάρξει συναισθηματικά κακοποιητικός απέναντι σε συντρόφους του, αρνούμενος, όμως, οποιαδήποτε εγκληματική δραστηριότητα.
«Παίρνω την ευθύνη για το γεγονός ότι ήμουν μ*****ς, εγωιστής και ότι χρησιμοποιούσα τους ανθρώπους για να νιώσω καλύτερα και στη συνέχεια να προχωρήσω παρακάτω, αφού πρώτα είχα λάβει ό,τι χρειαζόμουν από αυτούς. Αντιλαμβάνομαι την ανισότητα στη δυναμική εξουσίας ανάμεσα σε μένα και σε κάποιες από αυτές τις νεότερες γυναίκες, καθώς ήμουν ένας διάσημος τριαντάχρονος ηθοποιός», είπε μεταξύ άλλων ο Χάμερ, αναφέροντας ότι έχει πάρει το μάθημά του κι ότι αυτή τη περίοδο διαμένει με ένα εθισμένο, τον οποίο βοηθά να αποκατασταθεί, έχοντας μόλις αποτοξινωθεί ο ίδιος.
Εμείς οφείλουμε να επισημάνουμε τα εξής: Αν οι ενέργειες του Άρμι Χάμερ είναι αξιόποινες, ελπίζουμε να αποφανθεί η δικαιοσύνη και να τιμωρηθεί. Από εκεί και πέρα και υπό την προϋπόθεση ότι αφορούν πράξεις συναινούντων ενηλίκων, ο τρόπος που έχει καλυφθεί η υπόθεση μέχρι σήμερα από media (social και μη) όχι ως σημείο, αλλά ως μνημείο νέοπουριτανισμού μπορεί να καταγραφεί, με το σεξουαλικό φετίχ και τη φαντασίωση να δαιμονοποιούνται και να συγχέονται με τη σεξουαλική βία, ενώ επαίσχυντα ντοκιμαντέρ όπως το περιβόητο «House of Hammer» παρέθεσαν ως αποδεικτικά στοιχεία τον βίο και την πολιτεία των προγόνων του Άρμι Χάμερ, στηρίζοντας και διαιωνίζοντας την (παλαιο)χριστιανική πεποίθηση ότι κάθε νέα γενιά παίρνει τη σκυτάλη (και το βάρος) της αμαρτίας από την προηγούμενη. Ου γαρ οίδασι.