Βερολίνο: Το κρύο, η Μέρκελ και ο φον Σίντοφ

Ο Ορέστης Ανδρεαδάκης συναντά τον θρύλο, Μαξ φον Σίντοφ

Βερολίνο: Το κρύο, η Μέρκελ και ο φον Σίντοφ

Αποστολή στο Βερολίνο: Ορέστης Ανδρεαδάκης - Φαίδρα Βόκαλη

Κάνει τρελό κρύο φέτος στη 62η Μπερλινάλε. Παγωμένο το ποτάμι, παγωμένοι οι δρόμοι, παγωμένοι κι οι φεστιβαλιστές όταν ακούνε ότι είμαστε Ελληνες.

Σα να υπάρχουν δυο φεστιβάλ φέτος: μέσα στις αίθουσες παίζονται ταινίες απ’ όλο τον κόσμο κι έξω από αυτές παίζεται ο ίδιος ο κόσμος σαν ρουλέτα. Βγαίνεις από μια ταινία και δεν σε ρωτάνε «πως σου φάνηκε», αλλά αν έχεις κανένα νέο για το PSI και την χρεοκοπία.

Τέλος πάντων. Εμείς κρατάμε χαρακτήρα κινηματογραφικής αξιοπρέπειας. Που σημαίνει ότι αποφεύγουμε το όνομα «Μέρκελ»- ακόμη κι αν το γραφείο της είναι λίγες εκατοντάδες μέτρα από το Παλάστ του Φεστιβάλ- και την λέξη «κρίση».

Το ίδιο κάνουν και οι αληθινοί στάρ που συναντάμε. Όπως ο Μαξ φον Σίντοφ, για παράδειγμα. Ετών 83. Γεννημένος Σουηδός, πολιτογραφημένος ηθοποιός του παγκόσμιου σινεμά.

Φέτος είναι, για δεύτερη φορά στην καριέρα του (μετά το «Πελέ ο Κατακτητής» το 1989), υποψήφιος για Οσκαρ, για τον δεύτερο ρόλο ενός βωβού ηλικιωμένου που συνοδεύει τον τετραπέρατο δεκατετράχρονο πρωταγωνιστή Τομας Χορν στο «Εξαιρετικά Δυνατά και Απίστευτα Κοντά» του Στήβεν Ντάλντρι. Καλή ταινία. Κι ο φον Σίντοφ απίστευτος. Εμφανίζεται ελάχιστα, δεν μιλάει καθόλου, επικοινωνεί αφήνοντας σημειώματα και γεμίζει την οθόνη με την σπαραχτική του απλότητα.

Μόλις μπήκα στο δωμάτιο για την συνέντευξη κι άκουσε ότι είμαι Έλληνας μου είπε «ξέρω ότι είναι δύσκολα τα πράγματα για σας». Τίποτε άλλο. Εχει κι αυτή την φωνή, που δεν χρειάζεται να πει τίποτε άλλο. Μην ξεχνάτε ότι στον πρώτο μεγάλο κινηματογραφικό του ρόλο (το 1957 στην «Εβδομη Σφραγίδα» του Μπέργκμαν) έπαιζε σκάκι με τον Θάνατο.

Θέλετε μερικές αναγωγές στο σήμερα: Ο φον Σίντοφ επιστρέφει από τις Σταυροφορίες και βρίσκει την παρτίδα του ρημαγμένη από την πανούκλα (εσείς βάλτε ότι θέλετε στην θέση της πανούκλας…) Κάποια στιγμή συναντά τον Θάνατο (κι σ’ αυτόν δώστε όποιο, σύγχρονο, όνομα θέλετε), αλλά αντί να του υποταχθεί τον προκαλεί σε μια παρτίδα σκάκι με αντάλλαγμα τη ζωή του. Ποιος θα κερδίσει; Αυτό δεν έχει καμία σημασία, καθώς οι ιδέες σπινθηρίζουν πάνω στα ασπρόμαυρα τετράγωνα και τα πιόνια κινούνται προς κάθε κατεύθυνση.

Τον ρωτάω για την ταινία κι αυτός μου λέει «για τον πολιτισμικό αναβρασμό της δεκαετίας του 50, για τον Μπέργκμαν που τσακώθηκε με τους παραγωγούς διότι κανείς δεν κατάλαβε το σενάριό του, για την αξιοπρέπεια του Ανθρώπου που έχει το θάρρος να προκαλέσει τον Θάνατο.»

Είναι πανύψηλος και εντυπωσιακός. «αυτό που θυμάμαι από την «Εβδομη Σφραγίδα» πιο πολύ από όλα» μου λέει καθώς ο χρόνος της συνέντευξης έχει τελειώσει κι ο τύπος με το ρολόι μου κάνει νόημα να σταματήσω «είναι αυτή η αξιοπρέπεια του ανθρώπου που τα βάζει με τον θάνατο, ξέροντας βέβαια ότι δεν έχει πιθανότητες να κερδίσει.»

Κάποια στιγμή πάει να βήξει, γίνεται κατακόκκινος και ζητά από τους οπερατέρ να σταματήσουν. «Εσπασα πέντε πλευρά» μου λέει «και πονάω λίγο». Λίγο; Εδώ έφηβοι ραγίζουν ένα πλευρό και δεν μπορούν να κοιμηθούν για βδομάδες κι αυτός, στα 83 του χρόνια, έσπασε πέντε και λέει «πονάω λίγο». Και συνεχίζει: «ήταν ένα ανόητο ατύχημα με την πόρτα του ασανσέρ. Δεν είναι τίποτα όμως. Λίγη υπομονή χρειάζεται. Όταν βήχω ή φτερνίζομαι, είναι δύσκολα. Αφού μπορώ και περπατάω όμως, όλα θα πάνε καλά.»
Ο οπερατέρ, πίσω από την πλάτη του, μου κάνει νόημα του στυλ «respect» κι εγώ συνειδητοποιώ γιατί ο Μπέργκμαν τον έβαλε να παίξει σκάκι με τον Θάνατο.

Ιππότες βέβαια, όταν βγήκα έξω, στο παγωμένο Βερολίνο, δεν συνάντησα. Στους λευκούς δρόμους, λίγες εκατοντάδες μέτρα από το γραφείο της Μέρκελ και του Σόιμπλε, κανείς δεν ξέρει το παραμικρό γι αυτή την παρτίδα της «Εβδομης Σφραγίδας», του Μπέργκμαν και του φον Σίντοφ.

Κι ούτε και σκάκι, κανείς από αυτούς, δεν έμαθε ποτέ να παίζει…

Ο.Α.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ