Είναι μια ιστορία για τα βιβλία αυτή των «Mektoub» του Αμπντελατίφ Κεσίς, αυτού του απίθανου διανοούμενου-φετιχιστή (άνθρωποι είμαστε όλοι, ταινίες δεν χρειάζεται όλοι να κάνουμε) που κάποτε μπέρδεψε κόσμο και κριτικούς με την «Ζωή της Αντέλ», μιας ταινίας που στέκει σήμερα σαν περίλαμπρο παράδειγμα ταινίας τσοντάκια που λόγω έμμετρης ακόμα ψυχοσύνθεσης του δημιουργού της απέδρασε ως καλή (και πήρε και Χρυσό Φοίνικα το 2013).
Στην κριτική του υπογράφοντος για το «Canto Uno» (υπάρχει εδώ), έγραφα εν μέσω «προφητειών» για την περίπτωση του ανθρώπου, ότι «αν δεν είχα το κριτικό μου ανειλημμένο καθήκον, στην ακαδημαϊκή μισή ώρα θα είχα αποχωρήσει ευγενικά όσο και γρήγορα». Στο δεύτερο μέρος, «Canto Intemezzo», πόσο twerking να αντέξει κανείς; (Εδώ η κριτική του Λουκά Κατσίκα που υπέστη το μαρτύριο.)
Οι συνάδελφοι, λοιπόν, στις Κάννες του 2019 έτρεχαν να σωθούν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν, μερικές ταινίες κερδίζουν επάξια τον χαρακτηρισμό του «τις βλέπεις και λερώνεσαι». Η ταινία στον καιρό της μηδένισε στο RT, και εξαφανίστηκε κυριολεκτικά από προσώπου γης, μένοντας σε ένα limbo και σήμερα δεν μπορείς να την βρεις πουθενά. Λίγο μετά έσκασαν και (πειστικές;) κατηγορίες περί κακοποιήσεων στο σετ, περί άφθονου αλκοόλ που υποβοήθησε το γύρισμα σκηνών κανονικού σεξ και λοιπά τέτοια. Για τον υπογράφοντα υπάρχει σταθερή αρχή διαχωρισμού των κατηγοριών από την ενοχή - και αυτό δεν αλλάζει ούτε στην περίπτωση του Κεσίς, έστω και αν πρωτύτερα ο άνθρωπος «κάνει σινεμά», αφόρητα πληκτικό (ως σινεμά, ως μάτι θα έχει τους θαμώνες του), που συντρίβει κάθε έννοια exploitation - πλην βέβαια της περίπτωσης «Καλιγούλα» στα τέλη του '70.
Τώρα, μετά βαΐων και ελβετικών κλάδων (αφού Κάννες και Βενετία έτρεξαν να σωθούν), κλείνει η τριλογία και το «Canto Due» θα παιχτεί στο Λοκάρνο, ανάμεσα στις 220 επιλογές της καλλιτεχνικής του διεύθυνσης. Λέτε να «απαντήσει» στους κατηγόρους του ο Γαλλοτυνήσιος; Θα είναι μια, καλοδεχούμενη φυσικά, έκπληξη μεγατόνων - μεγακώλων πήγα να γράψω ο δύσπιστος πατριάρχης.
Από την άλλη θυμάται κανείς τις δηλώσεις του Κεσίς περί των αντιδράσεων στην δεύτερη ταινία: «Δεν μοιράζεται ο καθείς τον τρόπο που βλέπω τους άλλους. Δεν αρέσει στον καθένα αυτό το φιλμ, ή όποιο φιλμ, οπότε όχι, δεν ενοχλούμαι στο ελάχιστο. Αν αυτό που βλέπω είναι αυτό που θέλω να βλέπω και αν αυτό δεν ελκύει τον καθένα, ε λοιπόν αυτό είναι ευτύχημα, θα ήταν καταστροφικό όλοι να έβλεπαν με τον ίδιο τρόπο.»
Αφού το 2018 κατηγορήθηκε από κάμποσες γυναίκες για σεξουαλικές επιθέσεις (κατά τον ίδιο θα ήταν ίσως καταστροφικό αν όλοι θεωρούσαμε το ίδιο πράγμα «σεξουαλική επίθεση»), ήρθε το 2019 με το «Intermezzo», που κατ΄αυτόν «δεν ήταν διόλου απάντηση στους κριτικούς της πρώτης ταινίας», να δηλώσει ότι «το πιο σημαντικό για εμένα, και θέλω να το πω ευθέως, ήταν να γιορτάσω τη ζωή, τον έρωτα, τον πόθο, την ανάσα, τη μουσική, το κορμί. Ήθελα μια κινηματογραφική εμπειρία όσο πιο ελεύθερη γίνεται». Έλα βρε Αμπντελατίφ και οι ακαδημαϊκοί γράφουν θεωρητικούς ύμνους περί αντικειμενικοποίησης του υποκειμένου!
Τα «Κεσίσεια 2025» ή που θα είναι η έκπληξη του αιώνα, ή που, όπως έλεγε ο μέγας Κλυνν, «θα βγούμε στους δρόμους με Ρόλεξ στα χέρια και γούνες στους ώμους», να γιορτάσουμε σαν σωστή ιντελιγκέντσια την νέα απελευθέρωση του male gaze, αρκετά το στερηθήκαμε. Α, και κάποιος στην συνέντευξη Τύπου να ρωτήσει για συντονιστή οικειότητας, θα 'χει πλάκα.