Η συζήτηση για τον Μπράιαν Ντε Πάλμα εκκρεμεί. Για τις γενιές που γαλουχήθηκαν με το αμερικανικό σινεμά του '70 εκτείνεται από τον χαρακτηρισμό του σαν ενός εικονοκλάστη μαέστρου έως τον, ίσως ακόμα πιο εύστοχο, του εξαιρετικά επιδραστικού δημιουργού για όλη τη γενιά του '70. (Ο φίλος Ταραντίνο για παράδειγμα στο βιβλίο του τον εκτοξεύει ίσως και ως σημαντικότερο από τους Σκορσέζε και Σπίλμπεργκ - να μια ωραία συζήτηση.)
Η αλήθεια είναι, ωστόσο, ότι ο Ντε Πάλμα, ίσως και για λόγους δημοσίων σχέσεων, δεν άντεξε παραγωγικά το πέρασμα του χρόνου, η κρίσιμη εποχή του ήταν αμέσως μετά το «Mission Impossible», όταν και μπορώντας να κάνει ό,τι ήθελε απέτυχε να δει ότι η επιμονή στο σινεμά του, επιμονή αγιασμένη λέμε κάποιοι (παρά την θλιβερή αποτυχία του «Αποστολή στον Άρη» - που βέβαια προήλθε από την καλλιτεχνική -κι ας είναι αγαπημένη- αστοχία του «Snake Eyes»...), τον έθετε εκτός κλίματος εποχής.
Για έναν άνθρωπο που αντικειμενικά συν-ίδρυσε τα '70ς - προλέγοντάς τα ήδη από το τέλος του '60! - το να ξεπεραστεί από την εποχή είναι γεγονός σκληρό. Φαινομενικά, δηλαδή. Στην πραγματικότητα το σινεμά του Ντε Πάλμα, πέρα μακριά από την καρφωτή του σινεφιλία, συντίθεται από μια συνολική αντίληψη σύλληψης και κατασκευής, έναν τρόπο παραγωγής και, κυριότερα, μια αισθητική προσέγγιση στο είδος της ιστορίας, στην φτιαξιά της δραματικής σύγκρουσης και στο πώς στέκεται κανείς αυστηρά σκηνοθετικά απέναντί τους.
Μακρηγορώ. Όπως και να ΄χει ο Ντε Πάλμα έφτασε στην ανυποληψία με την έλευση του 21ου αιώνα. Όχι φυσικά γιατί οι ταινίες για ένα συγκεκριμένο βλέμμα θεατή έπαψαν να είναι ιδιοφυείς (περιγραφικά και αξιολογικά), αλλά γιατί περιέπεσε στην κατηγορία του ντεμοντέ σκηνοθέτη για το μεγάλο κοινό. Καθώς δε οι παραγωγοί των τελευταίων 25 χρόνων δεν διακρίνονται για την καλλιτεχνική τους κάψα, ουδείς βρίσκεται πια στην βιομηχανία πληρώσει και να διανείμει ταινία του. Χονδρικά έτσι φτάσαμε στο «Domino» του 2019, μια μεταξύ άλλων παταγώδης αποτυχία της κριτικής να εντοπίσει εκείνα που οφείλει, το οποίο φάνηκε να υπέγραψε την εθελούσια έξοδό του από το σινεμά.
Μέχρι τώρα. Που αναδύεται μια είδηση που φέρει τον 84χρονο Ντε Πάλμα να ισχυρίζεται ότι έχει μια ακόμα σκηνοθεσία στα χαρτιά, αλλά και ένα ακόμα σχέδιο να περιμένει. Λέει ότι είναι στο κάστινγκ της ταινίας και μόλις με το καλό έχει νέα θα χαρεί πολύ να μας τα ανακοινώσει. Λέει και κάτι που σχετίζεται με όσα γράψαμε παραπάνω:
«[...] Το σινεμά χάθηκε κατά κάποιον τρόπο με την εξαφάνιση του σελιλόιντ. Δεν έχεις πια τους ίδιους οπερατέρ. Δεν έχεις φιλμ. Το περιβάλλον κυριεύθηκε από γραφιάδες και showrunners, και τα αποτέλεσματα είναι βασικα ραδιοφωνικό θέατρο, γεμάτο από ανθρώπους που μιλάνε ο ένας στον άλλον. Επιπρόσθετα γυρίζουν όλοι ψηφιακά και αυτό δεν δείχνει εμφανισιακά και πολύ ενδιαφέρον. Μια μορφή κινηματογράφου χάθηκε με το σελιλόιντ.»
Είναι εύκολο βέβαια να διαγράψεις τα λεγόμενα ως λόγια ενός ηλικιωμένου σκηνοθέτη που ξεπεράστηκε από την εποχή. (Φυσικά το να ξεπεραστεί κάποιος από την εποχή τον κάνει ίσως ντεμοντέ, αλλά δεν συνεπάγεται ότι η εποχή είναι καλύτερη από την δική του.) Κι έχει άδικο να διαγράφει τις πολλές και καλές ταινίες που υπάρχουν και θα υπάρχουν, ταινίες που και οπτικά είναι συναρπαστικές και υπερκερνούν την όποια διαφορά ψηφιακού/αναλογικού. Όμως μια ματιά στις ταινίες του - και δεν είναι λίγες οι άτιμες, είναι μια ντουζίνα ακόμα κι αν εξαντλήσεις την αυστηρότητά σου (εγώ ας πούμε τις βγάζω 20+) - τον επαληθεύει. Η γοητεία τους, η οπτικότητά τους, η υπόγεια σημασιοδότηση -η τέλεια καμουφλαρισμένη κι όμως έκδηλη άπαξ και την συλλάβεις- η πλαστικότητα και η ευελιξία σε είδη παραγωγών που όμως πάντα ενώνονται από την αισθητική του λογική, φέρνουν ευφορία.
Και κάνουν την είδηση μιας πιθανής επόμενης ταινίας του ένα έως και συγκινητικό νέο.