«Ποιοι είμαστε να καταδικάζουμε;»: Ο Ντενζέλ Ουάσινγκτον και τα απόνερα μιας ατυχούς Απονομής

Σε συζήτηση για την καριέρα αλλά και την θρησκευτική του πίστη, ο δις οσκαρούχος ηθοποιός μίλησε για το τι συνέβη αμέσως μετά την χειροδικία του Γουίλ Σμιθ. Που ο Ντένζελ Ουάσινγκτον παρατηρεί μέσα από το βαθιά θρησκευόμενο φίλτρο του.

Από τον Ηλία Δημόπουλο
«Ποιοι είμαστε να καταδικάζουμε;»: Ο Ντενζέλ Ουάσινγκτον και τα απόνερα μιας ατυχούς Απονομής

Χωρίς την παραμικρή διάθεση εκ μέρους του υπογράφοντος για επιθετικό κι ανάρμοστο σχολιασμό είτε της Σφαλιάρας ή του ρόλου του Ουάσινγκτον ή, περισσότερο όλων, της θρησκευτικής πίστης του καθενός, υπάρχει κάτι θεμελιωδώς συζητήσιμο όταν τα ανθρώπινα πεπραγμένα αποποιούνται των ευθυνών τους και ενοχοποιείται ο διάβολος για τις ενέργειές μας.

Κατά τον Ντένζελ Ουάσινγκτον όμως, «για οποιονδήποτε λόγο, ο διάβολος ανέλαβε δράση στην περίσταση εκείνης της βραδιάς». Πεντηκοστιανός Χριστιανός, ένα ταχέως ανερχομενο θρήσκευμα με ιδιαίτερο έρεισμα σε Αφρο-Αμερικανούς, ο Ντένζελ βλέπει υπό ένα πρίσμα διαβολοκεντρικό το ότι κάποιος ενοχλήθηκε από ένα αστείο και σηκώθηκε πάνω και καταχέριασε τον πομπό του αστείου. Δεν ευθύνεται ο σφαλιαρίστας, ποιοι είμαστε εμείς να καταδικάζουμε.

Και από μια πλευρά, σωστό. Αν κάποιος βομβαρδίζει μια χώρα (ο διάβολος τον βάζει κι αυτόν) κι εμείς ασχολούμαστε με μια φάπα (πιθανόν ο διάβολος μας βάζει κι εμάς - άτιμη αναγνωσιμότητα), κάτι διαβολικό συμβαίνει, αλήθεια. Απλώς τυγχάνει να λες μια γνώμη ότι ίσως δεν είναι συμφέρον για την μεταξύ μας αρμονία όταν υπάρχει μια διαφωνία, ή μια δυσαρέσκεια, να παίζουμε μπουνιές ώστε να πάψει η διαφωνία - και η δυσαρέσκεια. Διότι μετά το ξύλο, και η αρχική διαφωνία παραμένει και η δυσαρέσκεια, τουλάχιστον αυτών που τις έφαγαν, αυξάνεται. Και αυτό είναι μια φαύλη διαδικασία. Αλλά και ποιοι είμαστε να λέμε ότι το ξύλο δεν βοηθά; 

Για τον Ουάσινγκτον, που πιστεύει ότι «αν δεν σε ενοχλεί ο Διάβολος είναι γιατί κάνεις κάτι λάθος», ή, κατ' αναλογία, «όταν σε επισκέπτεται είναι γιατί προσπαθείς να κάνεις το σωστό», τα πράγματα είναι απλά. Η αλήθεια είναι όμως, ότι αφού ο διάβολος τα κανόνισε το βράδι των Όσκαρ, τι δουλειά είχε αφού ο Σμιθ ετοιμαζόταν να κάνει κάτι σωστό (λάθος δηλαδή στα διαβολέζικα); Ή εν πάση περιπτώσει, για να μιλήσει κι ο «πόνος» του κριτικού, είναι σαφές ότι ο Διάβολος απείχε της τελετής με τέτοια βραβεία που απονεμήθηκαν.

Ο Ουάσινγκτον, μαζί με τον Τάιλερ Πέρι και τον επικοινωνιολόγο του Σμιθ προσπαθούσαν να τον ηρεμήσουν (τον Σμιθ) στο διάλειμμα, τον είχε φουντώσει ο Διάβολος, και ο Ντένζελ λέει: «Δεν θέλω να πω τι λέγαμε. Αλλά γα την χάρη του Θεού, ποιοι είμαστε να καταδικάζουμε; Δεν ξέρω τα μέσα και τα έξω της κατάστασης, αλλά ξέρω ότι η μόνη λύση είναι η προσευχή, όπως το βλέπω εγώ». Και μετά ο Σμιθ βγήκε, μιλώντας με μια πεντηκοστιανή εγωπάθεια, λέγοντας ότι είναι ένα ποτάμι για την οικογένειά του και τους αγαπημένους του και κάτι παρόμοια και μοιράζει πόνο και καταδίκες για όποιον τους πειράξει, κάπως σαν τον Σάμιουελ Τζάκσον στο «Pulp Fiction». Παλπ φίξιον όμως όλη η κατάσταση - και όχι μόνο στα Όσκαρ.

Τέλος, να πούμε ότι ο Σμιθ έχει κάψει την καριέρα του, για πόσο θα μάθουμε στην πορεία, αφού τα «Fast and Loose» και το 4ο «Bad Boys» πάτησαν αερόφρενο στις παραγωγές τους, ενώ το «Emancipation» για το Apple+ έχει ολοκληρώσει γυρίσμα αλλά ένας Θεός/Διάβολος ξέρει πότε θα βγει. Ως γνωστόν τέλος (πάντων), ο Σμιθ παραιτήθηκε από μέλος της Ακαδημίας, το άρθρο μας εδώ