«Είναι υπηρεσία να αφηγείσαι ιστορίες, τις χρειαζόμαστε»: Ο Χάρισον Φορντ μιλά στο Hollywood Reporter

Και είναι πέρα για πέρα απολαυστικός.

Από τον Ηλία Δημόπουλο
«Είναι υπηρεσία να αφηγείσαι ιστορίες, τις χρειαζόμαστε»: Ο Χάρισον Φορντ μιλά στο Hollywood Reporter

Ή σου αρέσουν οι συνεντεύξεις ή δεν σου αρέσουν. Κι αυτό, σχεδόν πάντα, δουλεύει το ίδιο είτε είσαι αυτός που παίρνει την συνέντευξη ή είσαι το αντικείμενό της. Στις συνεντεύξεις υπάρχει δεδομένη αδιακρισία και δεδομένη υπο-κρισία - με την έννοια ότι ο δημοσιογράφος κάνει την αδιακρισία του δουλειά και ο (εν προκειμένω) καλλιτέχνης είναι υποχρεωμένος να προωθήσει τη δική του δουλειά του μέσω αυτής.

Υπάρχει και μια τρίτη περίπτωση, εξού και το σχεδόν που έγραψα πιο πάνω. Όταν ο συνεντευξιαζόμενος είναι ο ωραίος τύπος που ξεκαθαρίζει από την αρχή ότι έχει επίγνωση της υποκρισίας αυτής, την αποδέχεται συνθηκολογικά και παίζει το παιχνίδι σε συνάρτηση με την ευγένειά σου ως επαγγελματία δημοσιογράφου. Αν είσαι καλός δημοσιογράφος, θα είναι καλός μαζί σου. Αλλά δεν θα τον αλλάξεις. Και ο αναγνώστης, ακόμα και ανήκων στους αφόρητα πλήττοντες με τις συνεντεύξεις, θα περάσει θαυμάσια.

Στην συνέντευξη του Φορντ στο Hollywood Reporter όλα τα παραπάνω κουτάκια είναι συμπληρωμένα. Και είναι μια καλή συνέτεντευξη, αντλημένη από έναν άνθρωπο που ιστορικά τις απεχθάνεται. «Τι σκέπτεστε όταν κάθεστε για μια συνέντευξη», ρωτά ο δημοσιογράφος. «Έρχομαι με άδειο μυαλό και ανοιχτή καρδιά. Διάλυσε τις ψευδαισθήσεις μου τώρα», απαντά ο Χάρισον Φορντ. Κι αισθάνεσαι αμεσως σαν στο σπίτι σου.

Ο Φορντ μιλά για όλους και για όλα, όσο θέλει τουλάχιστον. Είναι άμεσος, ήρεμος, «ξέρει ποιος στα γ@μήδια είναι στην ηλικία του», βρίζει πολύ όπως θα καταλάβατε (εμπιστοσύνη λοιπόν), είναι ριζωμένος στη γη, την οποία και αγαπά δίχως φαντεζισμούς και φωνακλάδικες στρατεύσεις. Ζει στην εξοχή άλλωστε από μια εποχή που σχεδόν κανείς σύγχρονός του δεν το έκανε. 

Τον ρωτάς για το πώς προσεγγίζει έναν ρόλο; Σου απαντά «ο πρώτος κανόνας του acting club είναι μη μιλάς για την ηθοποιΐα».Τον ρωτάς για την λεγόμενη συστολή του σε κοινωνικές/επαγγελματικές συναθροίσεις, σου απαντά «έχω μια απέχθεια στις πληκτικές συνθήκες». Τον λιβανίζεις για το παρελθόν του στις συνεντεύξεις σου απαντά «είμαι εδώ για να κάνω τη δουλειά μου, μέρος της είναι να πουλήσω το προϊόν, για αυτό με πληρώνουν, την ερμηνεία την κάνω και τζάμπα». Είναι ωραίος τύπος ο Φορντ, θα μου πεις το ξέραμε.

Θαυμάζει τον Τομ Κρουζ, «το έχει πάει σε εντελώς άλλο επίπεδο, αξιοθαύμαστο», δεν πιστεύει και δεν ενδιαφέρεται για τα Όσκαρ, χωρίς όμως να πουλάει χαρακτήρα κι επανάσταση με αυτό, δεν ασχολήθηκε σχεδόν ποτέ με την παραγωγή («ούτε ξέρω τι κάνουν πια, ούτε ξέρω γιατί χρειάζονται 36 από δαύτους σε κάθε ταινία»), δεν έχει κακή κουβέντα να πει (αλλά δεν δείχνει να την κρύβει κιόλας) για κανέναν συνεργάτη του ή καμμία δουλειά του, είναι όμως περήφανος φερ' ειπείν για το «42» ή το «K-19: The Widowmaker» (σωστό, είναι ταινιάρα), χωρίς να αρνείται ότι στην «Sabrina» κάτι δεν πήγαινε καλά με τον ρόλο του εξαρχής.

Αυτά και πολλά ακόμα, αξιαγάπητα «ιδιότροπα» και με το βλέμμα διόλου στο παρελθόν, μπορείτε να διαβάσετε στην συνέντευξή του εδώ.