Ο θάνατος της Μάργκαρετ Θάτσερ σε ηλικία 87 χρονών από εγκεφαλικό τόνισε και πάλι το βαθύ διχασμό που χαρακτηρίζει τη βρετανική δημόσια γνώμη απέναντι στη Βρετανίδα πολιτικό και τις αμφιλεγόμενες πολιτικές της. Σωτήρας της στερλίνας ή καταστροφέας του κοινωνικού ιστού της Βρετανίας; Δυναμική πολιτικός και πρωτοπόρος για το φύλο της σε μια εχθρική χρονική περίοδο και έναν ακόμη πιο εχθρικό επαγγελματικό χώρο ή άμεσα και έμμεσα υπεύθυνη για το θάνατο εκατοντάδων μέσα από την αδιαπραγμάτευτη στάση της στον πόλεμο των Φόκλαντς και την διάλυση των συνδικάτων; Όσοι παρακολουθούν αυτές τις μέρες τις ολοένα κλιμακούμενες συγκρούσεις ανάμεσα σε υποστηρικτές και πολέμιους στη Βρετανία, ξέρουν ότι η Θάτσερ σπάνια ενέπνεε μετριοπαθή αισθήματα.
Και αυτό φυσικά ισχύει και για τον καλλιτεχνικό κόσμο. Η Μέριλ Στριπ, που την είχε επανειλημμένως υπερασπιστεί κατά τη διάρκεια της προώθησης της «Σιδηράς Κυρίας», της ταινίας όπου υποδύθηκε τη Θάτσερ, κυκλοφόρησε μια επιστολή που εύγλωττα παραθέτει τους λόγους για τους οποίους εκείνη προσωπικά θεωρεί την εκλιπούσα πρώτα απ’ όλα ως μια σημαντική δημόσια φιγούρα.
«Η Μάργκαρετ Θάτσερ ήταν μία πρωτοπόρος, ακουσίως ή εκουσίως, για το ρόλο των γυναικών στην πολιτική.
Είναι δύσκολο να φανταστείς ένα κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας που δεν έχει επηρεαστεί από τα μέτρα που εισήγαγε στο Ηνωμένο Βασίλειο στο τέλος του 20ου αιώνα. Τα σκληρά της δημοσιονομικά μέτρα επιβάρυναν τους φτωχούς, και η χαλαρή προσέγγισή της στην ρύθμιση της οικονομίας έφερε μεγάλο πλούτο σε άλλους.
Μπορεί κανείς να πει ότι η επίμονη, σχεδόν συναισθηματική αφοσίωσή της στη στερλίνα βοήθησε το Ηνωμένο Βασίλειο να αντιμετωπίσει την καταιγίδα της ευρωπαϊκής νομισματικής αβεβαιότητας.
Αλλά για μένα ήταν μια φιγούρα δέους για την προσωπική της δύναμη και θάρρος. Για το ότι αναρριχήθηκε, νομίμως, μέσα στο βρετανικό πολιτικό σύστημα, το τόσο εχθρικό στην διαφορά τάξης και φύλου, την εποχή που το έκανε και με τον τρόπο που το έκανε, ήταν ένα σπουδαίο επίτευγμα. Το ότι το κέρδισε όχι επειδή κληρονόμησε τη θέση ως η κόρη ενός μεγάλου άνδρα ή η χήρα ενός σημαντικού άνδρα, αλλά με τον δικό της κόπο. Το ότι υπέμεινε το ειδικό μίσος και κοροϊδία, πρωτοφανή κατά τη γνώμη μου για ένα δημόσιο πρόσωπο που δεν ήταν μαζικός δολοφόνος. Το ότι κατάφερε να κρατήσει τις πεποιθήσεις της συνδεδεμένες σε παθιασμένα ιδανικά και ιδέες – όσο λανθασμένα ή άστοχα κι αν τα βλέπουμε τώρα – χωρίς διαφθορά: αυτά τα βλέπω ως απόδειξη μιας κάποιας σπουδαιότητας, που αξίζει να κρίνει η ιστορία. Το ότι έδωσε στις γυναίκες και τα κορίτσια σε όλον τον κόσμο την αφορμή να αντικαταστήσουν το όνειρο τού να γίνουν πριγκίπισσες με ένα διαφορετικό όνειρο: την πραγματική δυνατότητα να ηγηθούν του έθνους τους – αυτό ήταν πρωτοποριακό και θαυμαστό.
Ήταν τιμή μου που προσπάθησα να φανταστώ το ταξίδι της στο τελευταίο κομμάτι της ζωής της, μετά την εξουσία, αλλά έχω μία ελάχιστη κατανόηση για το ποιοι ήταν οι αγώνες της, και πώς κατάφερε να πλεύσει στην άλλη πλευρά. Θα ήθελα να εκφράσω τα γεμάτα σεβασμό συλλυπητήρια μου στην οικογένεια και τους πολλούς φίλους.
Από την άλλη, ο γνωστός για την απέχθειά του προς οποιαδήποτε έκφανση του θατσερισμού, Κεν Λόουτς δημοσίευσε την εξής δήλωση.
«Η Μάργκαρετ Θάτσερ ήταν η πιο διαιρετική και καταστροφική Πρωθυπουργός της εποχής μας. Μαζική ανεργία, κλείσιμο εργοστασίων, καταστροφή κοινοτήτων – αυτή είναι η κληρονομιά της. Ήταν μαχητική και ο εχθρός της ήταν η βρετανική εργατική τάξη. Οι νίκες της βοηθήθηκαν από τους πολιτικά διεφθαρμένους ηγέτες του Εργατικού Κόμματος και πολλών συνδικαλιστικών ενώσεων. Ο λόγος που είμαστε σε αυτό το χάος σήμερα είναι οι πολιτικές που ξεκίνησε εκείνη. Άλλοι πρωθυπουργοί ακολούθησαν το δρόμο της, ιδιαίτερα ο Τόνι Μπλερ. Αυτή ήταν ο οργανοπαίχτης, αυτός η μαϊμού. Θυμηθείτε όταν αποκάλεσε τρομοκράτη τον Μαντέλα και ήπιε τσάι με τον βασανιστή και δολοφόνο Πινοσέτ. Πώς πρέπει να την τιμήσουμε; Ας ιδιωτικοποιήσουμε την κηδεία της. Ας προκηρύξουμε διαγωνισμό και να δεχθούμε την φθηνότερη προσφορά. Ήταν αυτό που θα ήθελε.»