«Μη σταματήσουμε ν' αρπάζουμε απ' τους φτωχούς για να δίνουμε στους πλούσιους!»

Τη νέα του ταινία, με τίτλο «Το Κεφάλαιο» («Le Capital»), παρουσίασε στο 53ο φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης ο Κώστας Γαβράς, ο οποίος γράφει για τις δυσκολίες που αντιμετώπισε για να κάνει πραγματικότητα την ταινία και το επίκαιρο, ακανθώδες θέμα της.

«Μη σταματήσουμε ν' αρπάζουμε απ' τους φτωχούς για να δίνουμε στους πλούσιους!»

Τη νέα του ταινία, με τίτλο «Το Κεφάλαιο» («Le Capital»), παρουσίασε στο 53ο φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης ο Κώστας Γαβράς (διαβάστε αναλυτική κριτική εδώ), ο οποίος γράφει για τις δυσκολίες που αντιμετώπισε για να κάνει πραγματικότητα την ταινία και το επίκαιρο, ακανθώδες θέμα της.

«Παρά την έλλειψη υλικών ευκολιών, μπόρεσα να δουλέψω με όλους τους ηθοποιούς σε μια σπάνια ατμόσφαιρα αρμονίας ανάμεσα σε απόψεις και αποτελεσματικότητα στην εργασία. Το ίδιο βέβαια ισχύει για όλους τους ανθρώπους με τους οποίους δουλεύω τα τελευταία χρόνια. Ο Ερίκ Γκοτιέ, διευθυντής φωτογραφίας με τον οποίο συνεργάζομαι για πρώτη φορά, ήταν ενθουσιώδης και δημιουργικός. Κατόρθωσα δε να κάνω γυρίσματα στα πιο αναπάντεχα μέρη ! Γίναμε δεκτοί χωρίς δυσκολία και συχνά με ευχαρίστηση. Αλλά αυτό που θα ήθελα να υπογραμμίσω ως το πιο σημαντικό είναι ότι η ταινία δεν μπόρεσε να γίνει παρά μόνο χάρη στην επιμονή και στην ανένδοτη προσπάθεια της Μισέλ Ρε – Γαβράς (σ.σ. της γυναίκας του και παραγωγού των τελευταίων ταινιών του).

Πρόκειται για μια ταινία η υπόθεση της οποίας εκτυλίσσεται στην πραγματικότητα που γνωρίζουμε όλοι πλέον. Ζούμε αυτή την κατάσταση καθημερινά : ξυπνάμε το πρωί κι αναρωτιόμαστε «Τι μπορούμε να κάνουμε για να ευχαριστήσουμε τη Διεθνή Αγορά ώστε να γνωρίζει σταθερότητα αλλά και άνοδο;». Έχουμε γίνει όμηροι της εμπλοκής μας με τις Αγορές και τη Διεθνή Οικονομική Συγκυρία: το Χρηματιστήριο, αόρατη οντότητα, είναι εντούτοις τόσο πραγματικό όσο ένας βαριά άρρωστος που χρειάζεται να τον φροντίζουμε, να τον παρηγορούμε και να του δίνουμε χαρά για να πηγαίνει καλύτερα.

Αυτό που δεν γνωρίζουμε όμως είναι ότι υπάρχουν κάποιοι που δεν ζουν την αρρώστια μέσα στην ανησυχία, μέσα στην αγωνία : αυτοί ζουν από την αρρώστια, είναι η «δουλειά» τους. Δεν κατευθύνουν βέβαια την πορεία της. H Οικονομική Συγκυρία συναινεί στα άγρια ήθη μιας ολιγαρχίας : μιλώ για την υπεροψία, τα καπρίτσια, την πλεονεξία, την απληστία τους εν γένει.

Μετά την προβολή του φιλμ « Το Τσεκούρι » ο δήμαρχος της πόλης που βρίσκεται δίπλα στο εργοστάσιο όπου έγιναν τα γυρίσματα και βουλευτής ταυτόχρονα του κυβερνώντος κόμματος (UMP = Δεξιά) μας πλησίασε, τον Ζαν Κλοντ Γκρούμπεργκ κι εμένα, και μας εξομολογήθηκε το πρόβλημά του : «Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα, η οικονομία κινεί τα πάντα. Ναι, μπορούμε πάντοτε να αλλάζουμε ονόματα στους δρόμους...»

Ακούγαμε τη διεξοδική του ανάλυση δείχνοντας, ως πολίτες, κατανόηση. Λίγο αργότερα ο Ζαν Κλοντ έγινε σαρκαστικός, χωρίς να δείχνει καθόλου κατανόηση για το πολιτικό – οικονομικό πρόβλημα που μας εξέθεσε ο συνομιλητής μας.

Η συμπεριφορά τους μου κέντρισε την περιέργεια... Το επόμενο βήμα ήταν το δοκίμιο ενός ετερόδοξου τραπεζίτη : «Ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός» του Ζαν Πεϊρελεβαντ. Μου φανέρωσε έναν κόσμο του οποίου την ύπαρξη γνώριζα, δεν υποψιαζόμουν όμως ποτέ το εύρος των διαστάσεων. Παρουσίαζε έντονο ενδιαφέρον και θέλησα να δω από πιο κοντά τι προσδιόριζε το επίθετο «ολοκληρωτικός», εφιαλτική αντήχηση της λέξης «ολοκληρωτισμός» καθώς και των υπασπιστών του.

Οδηγήθηκα στη συνέχεια στην ανάγνωση του μυθιστορήματος του Στεφάν Οσμόντ, «Το Kεφάλαιο», βιβλίο το οποίο παρά το εκκεντρικό του εξώφυλλο μου έδωσε την επιθυμία να γυρίσω ταινία.

Ο Οσμοντ, παλιός τροτσκιστής ο οποίος έγινε στην πορεία ανώτατο διοικητικό στέλεχος, γνωρίζει στην εντέλεια τις ανώτερες χρηματιστηριακές σφαίρες: τις έχει ζήσει εκ των έσω. Το αδίστακτο ύφος με το οποίο ο συγγραφέας κατεργάζεται τον χαρακτήρα και την τύχη του Μαρκ Τουρνέγ μού δημιούργησε την επιθυμία να βαδίσω στα ίχνη του.

Η ιδέα της ταινίας είχε γεννηθεί.

Πριν από δύο χρόνια και κάτι άρχισα με τον Καρίμ Μπουκέρτσα τη δουλειά της συγγραφής του σεναρίου με σκοπό να δημιουργηθεί ο σκελετός της ταινίας. Στη συνέχεια δούλεψα πάνω από ένα χρόνο με τον Jean Claude.

Μακρά και επίπονη εργασία, αλλά γεμάτη ανακαλύψεις.

Τα πρόσωπα μιας ταινίας λειτουργούν ως αρχέτυπα συμπεριφορών, μας αποκαλύπτουν δηλαδή τους εαυτούς μας. Αυτός είναι ο λόγος που ο Μαρκ Τουρνέγ, χάρη στην αδιαμφισβήτητη αυθεντικότητα με την οποία τον απέδωσε ο Οσμόντ, μας συνεπήρε.

Δεν θέλαμε να κάνουμε μια ταινία που θα περιέγραφε τον κόσμο του χρήματος σε όλες του τις εκφάνσεις. Δεν επρόκειτο λοιπόν να « εικονογραφήσουμε » τις μεθόδους και τους μηχανισμούς ενός κόσμου όπως αυτός αποκαλύπτεται κατά την ανάγνωση των 589 σελίδων του βιβλίου του Stéphane Osmont ή όπως ο κόσμος τον οποίο εμείς οι ίδιοι ανακαλύπταμε κάθε μέρα, εμβαθύνοντας όλο και περισσότερο στην έρευνά μας.

Οι ανώτερες σφαίρες του Χρηματιστηρίου έχουν τη δομή μιας ρώσικης κούκλας. Μόνο που σ’ αυτή την περίπτωση, οι κούκλες που είναι εσώκλειστες τείνουν να περικλείσουν ό, τι πριν τις περιέβαλε. Η διάταξη αντιστρέφεται κι αυτή που ανακαλύπτουμε κάθε φορά εξαφανίζει την προηγουμένη λόγω των μεγαλύτερων διαστάσεων που παίρνει μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας : κοιτάξτε !

O Τζ. Κερβίλ, ένας νέος άνθρωπος που « παίζει », με νόμιμο τρόπο, πέντε δισεκατομμύρια ευρώ και τα χάνει...

Δεκάδες χιλιάδες αμερικανοί έχασαν τα σπίτια τους εξαπατημένοι από τράπεζες και από τις «subprimes » τους...

Οι Lehman Brothers, μια σημαντικότατη διεθνώς τράπεζα χρεοκοπεί επειδή κερδοσκοπεί ασύστολα...

Hedge funds. «Άπληστα αρπακτικά (…) καρπώνονται ασύλληπτα κέρδη (…) απειλούν με την κερδοσκοπική τους δράση την ίδια τη συγκρότηση της παγκόσμιας Οικονομίας (…) ζυγιάζονται απειλητικά πάνω από τα φτωχά κράτη...» κ. λ.π.

Οι οικονομικοί παράδεισοι υποθάλπουν 21 χιλιάδες δισεκατομμύρια φυλαγμένα σε ιδιωτικές τράπεζες ώστε οι προνομιούχοι ενός τέτοιου συστήματος να μη πληρώνουν φόρους…

Επιπλέον : Libor et Euribor… Τράπεζες οι οποίες αλληλοσπαράζονται μέσω αισχροκερδών συναλλαγών κλέβοντας, την ίδια στιγμή, τους πελάτες τους. Μία διεθνούς κύρους τράπεζα ξεπλένει τα αθέμιτα κέρδη μιας μεξικάνικης κοινοπραξίας εμπόρων ναρκωτικών. Βρετανικές Τράπεζες προωθούν δοσοληψίες με το Ιράν ενώ ο ΟΗΕ το απαγορεύει...

Και τόσες άλλες ρώσικες κούκλες έχουν δει το φως ή θα το δουν στο μέλλον : ανθρώπινες ενέργειες, ουσιαστικά τυφλές, κλονίζουν τον κόσμο του οποίου οι αλλεπάλληλοι κραδασμοί τείνουν να μας αφανίσουν όλους.

Πρόκειται λοιπόν για μια ταινία που θέλησε να αναπαραστήσει αυτές τις ενέργειες καταγράφοντας τα πρόσωπα που δρουν. Επιλέξαμε να « επισκεφθούμε » τον Μαρκ Τουρνέγ. Πρώτα τον ίδιο, ως ιστορία : διηγηθήκαμε τις περιπέτειές του δείχνοντας τα συναισθήματά του, ό, τι εξάπτει τα πάθη του, τις απολαύσεις που επιθυμεί. Κι αφού εντοπίσαμε τι δρα πάνω στον ίδιο, φανερώσαμε στη συνέχεια τη δράση του πάνω στον κόσμο : ανιχνεύσαμε τον ρόλο που παίζει μέσα στη χρηματιστηριακή δίνη, εξιστορήσαμε τις μάχες του μέσα στις ανώτερες οικονομικές σφαίρες που δρα, μάχες των οποίων η εκεί έκβαση απολήγει σε ενέργειες που αλλάζουν τον δικό μας κόσμο, εδώ. Τέλος, δείξαμε τη θέση που επιδιώκει να καταλάβει μέσα σε έναν κόσμο τον οποίο φαίνεται να πιστεύει ότι κτίζει εκ νέου.

Οι συγκρούσεις με άλλους που του μοιάζουν είναι αναπόφευκτες. Με τη μόνη διαφορά ότι αυτοί δεν παρουσιάζουν το ανάγλυφο των επιθυμιών του Τουρνέγ : τυφλωμένοι καθώς είναι από την ισχύ του χρήματος, κινητήριος δύναμη των ενεργειών τους θα είναι η επιθυμία συσσώρευσής του, η κατοχή του. Ο ήρωάς μας, αντίθετα, οραματίζεται την εποποιία του με ευκρίνεια : το βλέμμα του εστιάζει με την αντικειμενικότητα του επιστήμονα την οποία και απολαμβάνει όσο οι ανταγωνιστές του την απόκτηση χρήματος.

Υψηλές πανεπιστημιακές σπουδές, από άξια οικογένεια, σύγχρονος εργοδότης, άνθρωπος με ευρεία παιδεία και κοινωνική μόρφωση, ο Marc είναι ένας ιθύνων νους της εποχής μας που ανήκει, εξ ορισμού, στην ελίτ. Θα θελήσει όμως να αποτελέσει μέρος μιας άλλου είδους αριστοκρατίας, μοντέρνας, της οποίας τα εύσημα είναι η οικονομική κυριαρχία.

Ο ήρωας της ταινίας αρέσει και συνάμα μαγεύει. Ο Μαρκ Τουρνέγ θα μπορούσε να είναι ένας πράγματι αξιόλογος άνθρωπος εάν δεν είχε βρεθεί να τρέχει σ’ έναν αγώνα δρόμου με έπαθλο την οικονομική ισχύ όπου ακόμη και το σεξ λειτουργεί ως αντίδοτο στις πολλαπλές κακώσεις που γεννά αυτή η ξέφρενη κούρσα μετ’ εμποδίων προς την κορυφή του χρηματιστηριακού πάνθεου.

Πιστεύει, όπως και οι συνάδελφοί ή - σύμφωνα με την περίσταση - αντίπαλοί του, ότι η κοινωνία λόγω ακριβώς της υπάρχουσας δομής που τη διακρίνει, δεν μπορεί να κάνει χωρίς αυτούς : συνεπώς θεωρούν τους εαυτούς τους νόμιμους άρα απαραίτητους. Γίνεται πλέον ορατό ότι διευθύνουν την οικονομία των κρατών ενώ μέχρι πρότινος γνωρίζαμε πως η άσκηση της οικονομικής πολιτικής εναπόκειται στη κυβερνητική εξουσία κάθε χώρας. Ο τρόπος με τον οποίο η κυρία Μέρκελ φαντάστηκε ότι μπορεί να σωθεί ο κόσμος μοιάζει με βροντερή κατάφαση στη θέληση για απεριόριστη δύναμη που χαρακτηρίζει ανθρώπους σαν τον Μαρκ Τουρνέγ : ανακαλύπτοντας η γερμανίδα καγκελάριος τη δύναμή τους μέσα στο κόσμο μας προτείνει « να προσαρμόσουμε τη Δημοκρατία στην Οικονομία… ».

Βαθιά σκέψη! Πρεσβεύοντας ότι σώζουμε τα φαινόμενα - τη σημερινή πραγματικότητα της οικονομικής παντοκρατίας - θα σώσουμε τα προσχήματα – τη θέληση για απεριόριστη δύναμη που υποδύεται, στις μέρες μας, o ρεαλισμός της Οικονομίας - και θα δούμε αργότερα τι θα κάνουμε με την « προσαρμοσμένη », στην πραγματικότητα, Δημοκρατία !

Μια ταινία διηγείται την πραγματικότητα αναδημιουργώντας την αφηγηματικά. Για το λόγο αυτό η αλληγορία μπορεί να μου δανείσει, ως μέσο αφήγησης, εκείνες τις εικόνες που θα μου επιτρέψουν να αναπαραστήσω, ελπίζω με ακρίβεια, το πραγματικό.

«Μας χρειάζεται μια χαρμόσυνη είδηση, έστω και ψεύτικη », λέει ένας εκπρόσωπος της κυβέρνησης, στην ταινία. Τη δεκαετία του ’70 σε μερικές θεατρικές παραστάσεις το έργο τελείωνε με παρόμοιο τρόπο : κρεμούσαν τους εργοδότες στη σκηνή. Το τέλος αυτό δεν έδινε λύση στα προβλήματα ενός κόσμου σε κρίση, δημιουργούσε όμως αισθήματα ευφορίας στους θεατές...

Δεν προτείνουμε λύσεις με την ταινία. Αυτό που θελήσαμε να δείξουμε είναι ο κόσμος του Μαρκ Τουρνέγ, όπως είπαμε ήδη, αλλά και οι αντιφάσεις του. Μια ταινία διηγείται την πραγματικότητα αναδημιουργώντας την αφηγηματικά. Για τον λόγο αυτό η αλληγορία μπορεί να μου δανείσει, ως μέσο αφήγησης, εκείνες τις εικόνες που θα μου επιτρέψουν να αναπαραστήσω, με ακρίβεια ελπίζω, το πραγματικό. Καμιά φορά δε, είναι η ίδια η πραγματικὀτητα που δανείζεται από το χώρο της αναπαράστασης : o πρόεδρος της Αμερικής, Μπάρακ Ομπάμα, ανταπάντησε στον πολιτικό του αντίπαλο με φράσεις του Μαρκ Τουρνέγ : « Είστε ένας ανεστραμμένος Ρομπέν των Δασών : αρπάζετε από τους φτωχούς για να δώσετε στους πλούσιους. »

Ο τραπεζίτης Κλοντ Μπεμπεάρ κατέκρινε τους Οίκους Αξιολόγησης. Παρέθεσε μία χαρακτηριστική φράση του Τουρνέγ διαλέγοντας ο ίδιος μια ευγενέστερη διατύπωση : «Δεν μου καίγεται καρφί γι’αυτούς τους μαφιόζους !»

Όσον αφορά τώρα την ρύθμιση των τραπεζικών μηχανισμών – πάντοτε σε αναμονή! - λέει o Τουρνέγ «δεν θα τολμήσουν να προβούν σε ρυθμίσεις!» Ίσως να μην είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι αντίπαλοι του Τουρνέγ είναι αμερικανοί : ακόμη κι αν ο κύριος αντίπαλός του είναι ένας αγγλοσάξoνας με γερμανικό όνομα, ο Ντίτμαρ δρα στο εσωτερικό χρηματιστηριακών σφαιρών που έχουν την έδρα τους στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Εάν όμως στην Αμερική είναι που λατρεύεται το κέρδος, αυτό το σύγχρονο «πνεύμα του κακού», στην Αμερική είναι επίσης που σχηματίζεται, με τρόπο απτό, και η «δικογραφία του». Διότι από εκεί έρχεται, το ίδιο έντονα όσο και συχνά, η καταγγελία του: ακούστε !

Πριν 200 περίπου χρόνια ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τόμας Τζέφερσον, έγραφε: « Πιστεύω ότι οι τραπεζικές δομές είναι πιο επικίνδυνες για τα Δικαιώματά μας απ΄ ό, τι θα ήταν για την Ελευθερία μας ένας πάνοπλος στρατός, έτοιμος να μας επιτεθεί.»

To 1933 ο πρόεδρος Ρούζβελτ, κατά την τελετή της ανακήρυξής του, δήλωνε κατηγορηματικά : «Είναι αναγκαίο να υπάρξει ένας αυστηρός έλεγχος των τραπεζικών δραστηριοτήτων : του πιστωτικού συστήματος όπως και των επενδύσεων.»

Στο ίδιο πνεύμα, το 2010, ο πρόεδρος Ομπάμα στιγμάτιζε την « βουλιμία » του χρηματιστηριακού κόσμου και ανακοίνωνε ότι θα προβεί ο ίδιος σε ευρεία ρύθμισή του.

Επιθυμώντας ίσως να ανατρέψει αυτό το κατηγορητήριο, ένας γνωστός τραπεζίτης από τη Νέα Υόρκη, δήλωνε : «Κάνω τη δουλειά του Θεού». Ήταν λοιπόν αναμενόμενο ο Μαρκ Τουρνέγ να συγκρουστεί με αντιπάλους από την Αμερική: Ο Δαυίδ πολεμά τον Γολιάθ.

Ο Τουρνέγ θριαμβεύει.

Απολαμβάνει τη θέα με ικανοποίηση : όλους αυτούς τους άνδρες και γυναίκες που θα υπηρετεί από εδώ και στο εξής, κεφάτους και με μεγάλη όρεξη, ταγμένους στο χρήμα. Γνωρίζει δε - το λέει ο ίδιος ! – ότι η απληστία τους « θα τινάξει τα πάντα στον αέρα. »

Η επιθυμία του χρήματος θα παροπλίσει τελικά τις υπόλοιπες δυνάμεις της ψυχής του; Μήπως ο ήρωάς μας προσπαθήσει να εμποδίσει « να τιναχθούν όλα στον αέρα » ; Καθώς η απόλαυση φαίνεται να είναι το φόρτε της ψυχής του, μπορεί και να το ευχαριστιόταν πολύ ο Μαρκ Τουρνέγ να ανακόψει την προέλαση αυτής της χαρωπής παρέας που πανηγυρίζει τον Μαμμωνά...

Κώστας Γαβράς

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ