Φαντάζει δύσκολο να υποστηρίξει κανείς την αισιοδοξία δύο τέτοιων σχεδίων. Όμως υπάρχει κάτι στις πράξεις και των δύο δημιουργών. Τον θάνατο ουδείς τον απέφυγε. Όμως από τη μια το αντίκρυσμα και η εθελούσια επιλογή (Γκοντάρ) και από την άλλη η ξέφρενη εντρύφηση στο θέαμα του θανάτου αλλά, ίσως (δεν γνωρίζω το έργο) και στο δικαίωμα βιώματος της απώλειας όπως καθείς φρονεί, βάζουν και τους δύο δημιουργούς, σε μια λίαν ασυνήθιστη σύμπτωση, να «παραδίδουν» (εισαγωγικά αφού ο ένας απουσιάζει πλέον) δύο καλλιτεχνικές καταθέσεις που πιστοποιούν, τρόπον τινά, μια νίκη του πνεύματος επί της βιολογικής πραγματικότητας.
Για το «Scénarios» (προηγούμενα «Scenario») του Γκοντάρ έχουμε μιλήσει εκτενεστερα στο παρελθόν (μια αναφορά εν προκειμένω υπάρχει εδώ). Μια πρόσθετη πληροφορία μόνο υπάρχει σε μια σύνοψη, η οποία το περιγράφει σαν «μια μοναδική αφήγηση ζωής στοιχειωμένης απο τον θάνατο, καθώς η ταινία είναι ένας αποχαιρετισμός (σ.σ. ο Γκοντάρ την επόμενη μέρα της ολοκλήρωσης του έργου έφυγε με ευθανασία) και ένας κηδευτικός θρήνος». Η ταινία εκτυλίσσεται σε δύο μέρη, και σε ένα από αυτά θα δούμε μια αυτοπροσωπογραφία του Γκοντάρ, με τον τρόπο που ο Πιγκάλ έκανε το γλυπτό του Βολταίρου σε βαθύ γήρας, δίχως να κρυφτεί διόλου η φθορά του σώματος. [...] Έτσι «τελειώνει το έργο όπως άρχισε, με μια επανάληψη, το σχήμα της αιώνιας επιστροφής, την στιγμή που ο χρόνος, το μεγάλο αν όχι μοναδικό ερώτημα του σινεμά, παύει να ρέει».
Την ίδια στιγμή ο Κρόνενμπεργκ δίνει στη δημοσιότητα ένα teaser 30 δευτερολέπτων από το «The Shrouds», την πολυαναμενόμενη επιστροφή μετά την προθέρμανση του «Crimes of the Future». Στην ταινία παίζουν οι Βενσάν Κασέλ, Νταϊάν Κρουγκερ, Σαντρίν Χολτ και Γκάι Πιρς.
Σε αυτήν, όπως οι αναγνώστες μας γνωρίζουν, ένας 50άρης επιχειρηματίας, απαρηγόρητος από τον θάνατο της συζύγου του, εφευρίσκει μια αμφιλεγόμενη τεχνολογία που επιτρέπει να παρακολουθεί κανείς τους εκλιπόντες στον τάφο τους. Ένα βράδυ όμως τάφοι βεβηλώνονται και μαζί ο τάφος της συζύγου του. Και τότε αυτός αναζητά τους υπευθύνους.
Για τον Κρόνενμπεργκ η ταινία του είναι μια αναστροφή των πραγμάτων. «Οι ταφές είναι αρνήσεις της πραγματικότητας του θανάτου και η ταινία μας είναι το ανάποδο. Εδώ θέλουμε να δείξουμε αντί να αποκρύψουμε», λέει ο Καναδός στο Variety. «Για μένα η ταινία δεν είναι μια τεχνική άσκηση, είναι μια συναισθηματική άσκηση». Και συνεχίζει κάνοντάς το ακόμα πιο κινηματογραφικά ενδιαφέρον: «Αυτό που εφευρίσκει ο πρωταγωνιστής είναι ένα κινηματογραφικό μέσο. Ένα δικό του σινεμά, ένα μεταθανάτιο σινεμά της φθοράς. Έβλεπα εξαρχής μια σινεματική πλευρά στην ιστορία, ένα σινεμά του τάφου, του νεκροταφείου. Είναι ενδιαφέρον ότι πολλές φορές βλέπω ταινίες για να δω πεθαμένους, να τους ξαναδώ, να τους ακούσω. Το σινεμά εξ αυτού είναι κατά κάποιον τρόπο μια σαβανωμένη μεταθανάτια μηχανή. Ξέρεις, κατά μία έννοια το σινεμά είναι ένα νεκροταφείο.»
Ο Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ μισοέγραψε ήδη μια κριτική της ταινίας του, απορία όσο και ενδιαφέρον πλέον. Ιδού το teaser: