«Σιωπηλός» Βιλνέβ: Ο δημιουργός του «Dune» πιστεύει ότι ο διάλογος είναι για το θέατρο και την ΤV

Στην διάρκεια παράλληλης εκδήλωσης στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λονδίνου, ο Καναδός δημιουργός είχε μια κουβέντα να πει περί κινηματογραφικής αισθητικής.

Από τον Ηλία Δημόπουλο
«Σιωπηλός» Βιλνέβ: Ο δημιουργός του «Dune» πιστεύει ότι ο διάλογος είναι για το θέατρο και την ΤV

Διαβάζουμε την είδηση στο World of Reel και με κάποια έκπληξη βλέπεις το άρθρο να ξεκινά μιλώντας πληροφοριακά για το βωβό ξεκίνημα του κινηματογράφο, των πρώτων 30 χρόνων του. Είναι άραγε δυνατόν κάποιος να διαβάζει ένα site ειδικού κινηματογραφικού Τύπου και να μην το γνωρίζει; Θα ήθελες να πιστεύεις πως όχι, η αλήθεια όμως είναι ίσως διαφορετική. Τα αλλοτινά αυτονόητα ενδέχεται σοβαρά να είναι σημερινά αμφίβολα. Τέλος πάντων, το σινεμά μέχρι τα τέλη του 1920 ήταν βωβό. Μετά, αρχικά διστακτικά, αμέσως μετά ραγδαία, το 1930 έγινε πρακτικά πλήρως ομιλητικό - περίφημα όμως ο Τσάρλι Τσάπλιν έκανε ταινίες για καιρό πρακτικά βωβές. Ακόμα και οι «Μοντέρνοι Καιροί» (1936) είναι σχεδόν αμίλητοι.

Ωστόσο είναι μια μεγάλη αλήθεια ότι ένα ερώτημα αισθητικής φύσεως καίει. Πόσο χρειάζεται το καλό σινεμά τον διάλογο; Πόσο πληγώνεται το βάρος της εικόνας όταν «εξισορροπεί» ο πολύς διάλογος;

Ο Ντενί Βιλνέβ φαίνεται να μην τα πηγαίνει καλά με τον διάλογο, κάποτε έλεγε κιόλας ότι τον «μισεί». Έκτοτε έχει μερικώς ανασκευάσει, εντάξει δεν τον μισεί, αλλά φαίνεται να έχει το κέφι να φτιάξει ταινία δίχως αυτόν. Το αυτό είπε και στην διάρκεια εκδήλωσης στο BFI Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λονδίνου: «Ο διάλογος είναι το εργαλείο έκφρασης του θεάτρου και μετά για άλλους λόγους της τηλεόρασης. Έχει μικρότερη θέση στον κινηματογράφο», είπε ο δημιουργός των «Prisoners», του «Enemy» και του «Arrival» (λέω τις μεγάλες του μαζεμένες). «Μου αρέσει ο διάλογος αλλά όχι πάντα στο σινεμά. Ελπίζω κάποια στιγμή να μπορέσω να κάνω ένα έργο που δεν θα χρησιμοποιεί προφορικό λόγο. Προσπαθώ όσο μπορώ να χρησιμοποιώ τη δύναμη των εικόνων.»

Σήμερα όχι μόνο το Βωβό σινεμά, ως αναδρομή και ως νέες παραγωγές, έχει εξαλειφθεί, ακόμα χειρότερα οι ταινίες έχουν μια προφανή βαριεστημάρα να διηγηθούν οπτικά, κάποιες να έχουν και το παραμικρό οπτικό ενδιαφέρον. Δεν λέμε να γίνουν όλοι ντε Πάλμα, δεν γίνεται κιόλας, αλλά είναι ενίοτε απίστευτο πώς η σημερινή γενιά δημιουργών (ομολογώ και πολλοί παλαιότεροι, μερικοί είναι και διάσημοι) συγχέει την (καλαίσθητη) φωτογραφία με την σκηνοθεσία ή στηρίζει το ζουμί μιας παραγωγής στον διάλογο. Ή δεν έχει την παραμικρή αίσθηση του μοντάζ. Και δεν μιλάμε για τίποτα φαντεζί χρήσεις. Αρκεί να δει κανείς το (με την καλή έννοια) πιασάρικο «Challengers» για να καταλάβει την σημασία του μοντάζ σε μια διήγηση.

Βωβές ταινίες στον 21ο αιώνα υπάρχουν αναλογικά ελάχιστες, πιο γνωστά το «The Artist», το «Τρίο της Μπελβίλ», το «All is Lost», το «Άλογο του Τορίνο», το «Red Turtle», το πρόσφατο «Silent Night» του Γου, το «Άνοιξη, Καλοκαίρι, Φθινόπωρο, Χειμώνας... και Άνοιξη» και κάποιες ακόμα, ταινίες ειδικού αλλά κάποιου κοινού τελικά, οι περισσότερες φημισμένες και δεν είναι καθόλου τυχαίο. Χωρίς περνώ στην άλλη πλευρά της συνθηκολογικής απουσίας του διαλόγου, πρωτεύουσα είναι η εικόνα και η συρραφή της με τις λοιπές μιας δημιουργίας. Το σινεμά βλέπεται, δεν διαβάζεται, εννοείται εύλογα στον χώρο που σκιαγραφεί, όχι στο «συγκεκριμένο» περιβάλλον λέξεων τετριμμένων και, τελικά, προσδιοριστικών κι επεξηγηματικών.  

«The Bourne Dilemma»: Ο Έντουαρντ Μπέργκερ πήρε την (προδιαγεγραμμένη) μεταγραφή του30ές Νύχτες Πρεμιέρας: Το πρόγραμμα της Κυριακής 13 Οκτωβρίου