Κόστισε 85 εκατομμύρια, θα κόστισε κι άλλα τόσα, τουλάχιστον στο μάρκετινγκ, 170 ο λογαριασμός. Μείον το μισό της αίθουσας, θέλει περί τα 340 για να ρεφάρει. Στέκεται στα 284 τη στιγμή που μιλάμε και παρ' όλα αυτά ο Λούρμαν πανηγυρίζει. Η ταινία έχει πάει καλά στο HBO, όπου προβάλλεται πλέον εδώ και καιρό, αλλά το χρήμα είναι χρήμα και η ταινία έχει χάσει λεφτά, όσο και αν στα social ο Λούρμαν πλασάρει την εικόνα του πολιορκούμενου από τους φανς για να βγάλει την 4ωρη εκδοχή.
Στην χρονιά που τα '50ς αντεπιτίθενται («Elvis», «Blonde»), πολύ αργά τα 70 χρόνια μετά αν ρωτά κανείς, ο Λούρμαν κατάφερε να κάνει, αν μη τι άλλο, την ταινία του πάνω στο Έλβις Πρίσλεϊ. Ένα πασάλειμμα χρωμάτων, cuts, λάμψεων, επιδερμικών αναφορών, λανθασμένων επιλογών και παραλείψεων, που μυστηριωδώς καταφέρνει να έχει ένα είδος καρδιάς, ίσως γιατί στο φινάλε έρχεται ο πραγματικός Έλβις να φέρει κάτι αληθινό, αδιάκοπο, ολοκληρωμένο (και μεγαλειωδώς συγκινητικό) στο έργο. Δεν είναι σινεμά αυτό, ισχυρίζονται κάποιοι, είναι καθαρό σινεμά διαλαλούν κάποιοι άλλοι, μεγάλη συζήτηση αυτή ψιθυρίζουν κάποιοι τρίτοι αποχωρώντας και ο αλαλαγμός καταπραΰνεται.
Πάντως ο Λούρμαν έχει δηλώσει τι έκοψε (τα βαρβιτουρικά, τον Νίξον, τον πρώτο έρωτα - για όλα διερωτάται κανείς γιατί, τι σόι biopic είναι αυτό χωρίς την τρίτη περίοδο της παρηκμασμένης εξαλλοσύνης του Έλβις) και πλέον επικαλείται τις άπειρες τεχνικές δυσκολίες που φέρει η υπόθεση director's cut. Εδώ εμείς ακούμε κάτι σαν πρωθυπουργική διάψευση ανασχηματισμού (που αμέσως μετά γίνεται). Ο Λούρμαν μάλλον πρέπει να ξέρει ότι το έργο του έχει λάθος επισημάνσεις/επιλογές, πρέπει να θέλει να παρουσιάσει ολοκληρωμένη την ματιά του στον Βασιλιά. Ίσως ακολουθώντας το παραδειγμα του θλιβερού «Αυστραλία», που βγαίνει μονταρισμένο αλλιώς σε μίνι-σειρά στο Hulu, να έχουμε («μετά το 2023») κάτι ανάλογο με τον «Έλβις».
«Θα ήθελα να έχω δείξει κι άλλες πτυχές του χαρακτήρα, αλλά κάποια στιγμή καταλαβαίνεις ότι δεν χωρούν όλα και έτσι προσπάθησα να πιάσω το πνεύμα του χαρακτήρα». Αν και εμείς φάγαμε δυο ταψιά γαλακτομπούρεκο βλέποντάς το, το λάθος του ξεκινά (και) από το ότι βλέπει τον Πρίσλεϊ σαν «χαρακτήρα». Αλλά αυτά θα έχουμε καιρό να τα ξανασυζητάμε.