Λίγες μέρες πριν ταξιδέψω για Κάννες, τον Μάιο του 2014, έλαβα ενημέρωση από τον παραγωγό του «An OpenSecret» για μια ειδική παρουσίαση του ντοκιμαντέρ, που θα γινόταν τις ημέρες του Φεστιβάλ, εκτός του επίσημου προγράμματός του παρ' όλα αυτά. Εκδήλωσα ενδιαφέρον, χωρίς να ξέρω ότι για την επόμενη εβδομάδα θα χρειαζόταν να μπω σε μια διαδικασία ανταλλαγής ηλεκτρονικών μηνυμάτων και τρομερής μυστικοπάθειας προκειμένου να διεκδικήσω μια θέση στην προβολή, τις λεπτομέρειες της οποίας θα μάθαινα λίγη ώρα πριν και εφόσον είχε εγκριθεί το αίτημα της συμμετοχής μου σε αυτήν.
Και παρ' όλο που μου φαινόταν λίγο αστεία όλη εκείνη η κρυψίνοια, είπα να μη χάσω την υπομονή μου και να περιμένω την πολυπόθητη έγκριση. Κάπως έτσι, σε μια αίθουσα έξω από το κύκλωμα προβολών του Φεστιβάλ, αποκαλύφθηκε σε ευρωπαϊκή πρώτη ένα φιλμ που ήδη είχε συζητηθεί πριν προλάβει να παιχτεί οπουδήποτε, εξαιτίας του θέματός του, και πυροδοτήσει πάμπολλες εικασίες ως προς το πόσο αποκαλυπτικό θα ήταν το περιεχόμενό του και πόσοι επώνυμοι θα εμπλέκονταν σε αυτό.
Η σκηνοθέτης της ταινίας, Έιμι Μπέργκ, είχε ασχοληθεί και στο παρελθόν με το φλέγον ζήτημα της παιδεραστίας στο υποψήφιο για Όσκαρ ντοκιμαντέρ της «Deliver Us From Evil» (2006), όπου ανήλικοι υφίσταντο κακοποίηση από μέλη της εκκλησίας. Το «An Open Secret» μετατοπίζει το θέμα της ταινίας εκείνης στον τομέα της βιομηχανίας του θεάματος και ανοίγει ένα τεράστιο κεφάλαιο που χαρακτηρίζει καλύτερα ο ηθοποιός Κόρεϊ Φέλντμαν (ένα από τα λίγα ανοιχτά επώνυμα θύματα που συμμετέχουν, έστω και φευγαλέα, στο ντοκιμαντέρ), όταν υποστηρίζει πως «η παιδοφιλία ήταν ανέκαθεν το μεγαλύτερο πρόβλημα στο Χόλιγουντ και θα εξακολουθήσει να υφίσταται».
Αν κάτι χρήσιμο προκύπτει από το ντοκιμαντέρ, αυτό είναι η αδιάσειστη πλέον βεβαιότητα πως το Χόλιγουντ δεν θα επέτρεπε ποτέ σε κάποιον να προχωρήσει με κάτι αληθινά σοκαριστικό και πρωτόγνωρο πάνω στο συγκεκριμένο θέμα
Το ντοκιμαντέρ της Μπεργκ δεν ήταν εύκολο να υλοποιηθεί. Η δημιουργός του δυσκολεύτηκε αρχικά να συγκεντρώσει επαρκείς καταθέσεις, είδε πολλές πόρτες να κλείνουν μπροστά της και συνάντησε μπόλικους απρόθυμους συνεργάτες. Κατάφερε να εξασφαλίσει, όμως, εν τέλει αρκετές μαρτυρίες από πρώην τινέιτζερ ηθοποιούς που υπήρξαν θύματα κατά συρροήν κακοποίησης και σε μερικές περιπτώσεις από γονείς αυτών των παιδιών, να τις συνδυάσει με αρχειακό υλικό εφημερίδων και τηλεοπτικών εκπομπών και μέσω αυτών να ονοματίσει συγκεκριμένους ανθρώπους της τηλεόρασης και του σινεμά, οι οποίοι είτε οδηγήθηκαν στη δικαιοσύνη, είτε διέφυγαν αυτής και δεν πλήρωσαν ποτέ για τις ασέλγειές τους.
Οι περισσότεροι θεατές του ντοκιμαντέρ περίμεναν, ασφαλώς, ότι ένα από τα πρόσωπα που θα καυτηρίαζε το φιλμ θα ήταν ο σκηνοθέτης Μπράιαν Σίνγκερ, ιδίως από τη στιγμή που ο τότε 30χρονος Μάικλ Ίγκαν, ο νεαρός που του έκανε μήνυση, συμμετέχει στην ταινία. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει, μολαταύτα, αν και το όνομα του Σίνγκερ παίζει συχνά πυκνά κρυφτούλι πίσω από αρκετές αναφορές, γιατί η υπόθεση του Ίγκαν δεν προχώρησε δικαστικά λόγω ασαφειών στις καταθέσεις του νεαρού, άρα θα ήταν παρακινδυνευμένο για τη σκηνοθέτη να εμπιστευτεί περαιτέρω τα λεγόμενά του.
Το βασικό πρόβλημα με το «An Open Secret», εντούτοις, είναι το πόσο ελάχιστα αποκαλυπτικό είναι σε όσα εξιστορεί, απλούστατα επειδή τα περισσότερα έχουν ήδη καλυφθεί από άρθρα εφημερίδων και από τηλεοπτικά ρεπορτάζ. Ασφαλώς και έχει ενδιαφέρον να μαθαίνει κανείς από πρώτο χέρι για όλα τα ηδονιστικά πάρτυ στις πολυτελείς επαύλεις του Λος Άντζελες, για τις αμέτρητες πράξεις μη συναινετικού σεξ που έγιναν υπό την επήρεια ναρκωτικών ή και την απειλή όπλου, για τις αποπλανήσεις ανηλίκων από μεγαλύτερους σε ηλικία άντρες με το αντάλλαγμα μιας καριέρας στη showbiz ή για τις ιστορίες ψυχολογικής και σωματικής κατάρρευσης πολλών θυμάτων. Απλώς οι πληροφορίες αυτές φτάνουν στη μεγάλη οθόνη με σχετική καθυστέρηση και σίγουρα χωρίς να έχουν κάτι καινούργιο να πουν.
Τα μειονεκτήματα της ταινίας δεν σταματούν, ωστόσο, εδώ. Η Μπέργκ δεν παρέχει την παραμικρή ιστορική αναδρομή στο αντικείμενό της (ασχολείται μόνο με περιστατικά που συνέβησαν από τη δεκαετία του '90 και μετά) ή περαιτέρω έρευνας στο παρελθόν ή στις μεθόδους με τις οποίες τα μεγάλα στούντιο έχουν κατά καιρούς συγκαλύψει παρόμοια σκάνδαλα.
Αν κάτι χρήσιμο προκύπτει από το ντοκιμαντέρ, όμως, αυτό είναι η αδιάσειστη πλέον βεβαιότητα πως το Χόλιγουντ δεν θα επέτρεπε ποτέ σε κάποιον να προχωρήσει με κάτι αληθινά σοκαριστικό και πρωτόγνωρο πάνω στο συγκεκριμένο θέμα. Όπως μαθαίνουμε, άλλωστε, στη διάρκεια της ταινίας, οι θύτες ξεφεύγουν συνήθως από την τσιμπίδα του Νόμου, καταλήγουν με υποτυπώδεις ποινές εις βάρος τους ή συνεχίζουν ανενόχλητοι τις ζωές τους στα παρασκήνια του θεάματος (όπως η εξωφρενική περίπτωση του Μπράιαν Πεκ, δεδομένου παιδόφιλου, ο οποίος εξακολουθεί να εργάζεται σε παιδική εκπομπή της αμερικανικής τηλεόρασης!). Καμιά δικαιοσύνη δεν έχει αποδοθεί.
Ακόμη και με τις παραπάνω ενστάσεις, πάντως, μου φαίνεται σημαντικό το γεγονός ότι μια θαρραλέα γυναίκα σκηνοθέτης αποφάσισε να μιλήσει απροκάλυπτα για ένα ζήτημα ταμπού που συνήθως ψιθυρίζεται παρά συζητιέται ανοιχτά και να κοινοποιήσει μέσω της αποτελεσματικής πλατφόρμας του σινεμά, σε όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο, ότι επειδή μερικά από τα πιο απεχθή εγκλήματα μπορεί να πηγάζουν από τον υπέροχο και εξιδανικευμένο κόσμο του θεάματος, αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να παραμείνουν ατιμώρητα.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Από το 2014 μέχρι σήμερα το «An Open Secret» κατόρθωσε να προβληθεί σε πολύ περιορισμένο κύκλωμα αιθουσών στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πρόσφατα, η δημιουργός του παραχώρησε το φιλμ σε δωρεάν προβολή μέσω vimeo, με την ένδειξη ότι πρόκειται για «την ταινία που το Χόλιγουντ δεν θέλει να παρακολουθήσετε».