Για τον Σαρλ Αζναβούρ (1924-2018)

Οκτώ δεκαετίες, αναρίθμητοι δίσκοι, θρυλικές ζωντανές εμφανίσεις αλλά και περάσματα, κάποτε πρωταγωνιστικά από δεκάδες ταινίες. Ο Σαρλ Αζναβούρ, ένας υπερήφανος Αρμένης που έγινε σύμβολο της γαλλικότητας περισσότερο από οποιονδήποτε Γάλλο, πέθανε σήμερα σε ηλικία 94 ετών.

Από τον Ηλία Δημόπουλο
Για τον Σαρλ Αζναβούρ (1924-2018)

Μια ζωή δεν μπορεί φυσικά να χωρέσει σε λίγες γραμμές, πόσο μάλλον η ζωή του Σαρλ Αζναβούρ που μέσα στον χρόνο της περιέλαβε γεγονότα που σήμερα ίσως φαντάζουν αλλόκοσμα. Δεν είναι. 

Οι γονείς του Αζναβούρ (γεννημένος Σανούρ Βαρενά Αζναβουριάν) γλίτωσαν από την γενοκτονία των Αρμενιών από τους Τούρκους καταφεύγοντας στην Γαλλία, όπου ο μικρός Αζναβούρ βρέθηκε στον χώρο των βαριετέ, των θεάτρων και των music halls από νεαρότατη ηλικία. Ο πατέρας του δούλευε σαν τραγουδιστής σε ρεστωράν κι επηρέασε πολύ τον μικρό του γιο στον τρόπο του τραγουδιού του. 

Από έφηβος βρέθηκε, ανάμεσα σε πολλές δουλειές, σωφέρ της Εντίτ Πιαφ, που τον βοήθησε πολύ να μάθει να τραγουδά ξεπερνώντας εγγενείς δυσκολίες (μια φωνητική του χορδή ήταν παράλυτη) και γράφοντας ήδη από νωρίς υλικό που στη συνέχεια θα τραγουδούσε ο ίδιος. Όχι λιγότερα από χίλια τραγούδια έχουν σήμερα την υπογραφή του.

Μολονότι το ταλέντο ήταν έκδηλο, το γαλλικό ραδιόφωνο έβρισκε τολμηρές τις συνθέσεις του, με αποτέλεσμα από τις αρχές του '40 και για σχεδόν δύο δεκαετίες ο Αζναβούρ να γνωρίζει δυσκολίες διάδοσης της δουλειάς του. Σ' ένα βοντβίλ  (λαϊκό θέατρο, πολύ διαδεδομένο ως τα μέσα του περασμένου αιώνα) στην Καζαμπλάνκα το 1956, ωστόσο, ήρθε μια τόσο ηχηρή αναγνώριση που η φήμη του 32χρονου εξαπλώθηκε ραγδαία.

Στις αρχές του '60 τον βρίσκουμε και στο σινεμά. Στο «Πυροβολείστε τον Πιανίστα» του Τρυφώ, σ' ένα σπονδυλωτό του Ντιβιβιέ, που οι λάτρεις πρέπει να ψάξουν, το «Ο Διάβολος και οι Δέκα Εντολές», στην «Candy», που δεν βλέπεται, αλλά το καστ περιέχει Μπράντο, Χιούστον, Μπέρτον, Ματάου ακόμα και τον Ρίνγκ Σταρ, όμως αν πρέπει να διαλέξεις ένα, τότε αυτό είναι το «Αραράτ» του συμπατριώτη του Ατόμ Εγκογιάν (περισσότερα εδώ), που ταίριαξε θαυμάσια με την ευαισθησία και τον πολιτικό ακτιβισμό ενός σπιθαμιαίου καλλιτέχνη που σφράγισε, όσο κι αν οι μόδες περνούν μανιακά, τον 20ό αιώνα σαν μια από τις ερωτικά μελαγχολικότερες αλλά και ευθέως μεγαλύτερες καταθέσεις στον χώρο της διεθνούς μουσικής.