Κάθε Πέρυσι και Καλύτερα

Une Année Difficile

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2023
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Γαλλία
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ολιβιέ Νακάς, Ερίκ Τολεντανό
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Ολιβιέ Νακάς, Ερίκ Τολεντανό
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Πίο Μαρμάι, Τζόναθαν Κοέν, Νοεμί Μερλάν, Ματιέ Αμαλρίκ
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Μελοντί Πρελ
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Grandbrothers
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 120'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Feelgood Entertainment
    Κάθε Πέρυσι και Καλύτερα

Δύο καταχρεωμένοι 40άρηδες μπαίνουν από σπόντα στον περιβαλλοντικό ακτιβισμό για το τζάμπα (ανακυκλωμένο) φαΐ. Οι δημιουργοί των «Άθικτων» έχουν ακόμη λευκή κάρτα να γυρίζουν ό,τι επιθυμούν.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Υπάρχει το λαϊκό σινεμά που πραγματεύεται εκείνα που απασχολούν τους πιο πολλούς από εμάς. Δεν είναι δήθεν, δεν είναι αυτό που οι κριτικοί λένε μεταξύ τους «εστέτ», δεν είναι δυσνόητο, δεν αποτελεί πλατφόρμα απόδειξης (κι επίδειξης) καλλιτεχνίας και αγωνίας υπογραφής. Μπορεί να τα κάνει κι αυτά, αλλά συγκαλυμμένα, στην υπηρεσία του νοήματος, της σύμπλευσης με την λαϊκή αίσθηση, σκέψη, αγωνία, ανάγκη λύτρωσης, όπως η Τέχνη καλείται να συμπράξει.

Και υπάρχει και το «λαϊκό σινεμά» το οποίο επιδιώκει βασικά να απευθύνεται στην πλειοψηφία του «μέσου όρου». Όπως οι ειδήσεις και οι εκπομπές της αγίας τηλεόρασης (αλλά και οι λογιών ινφλουένσερς που την αντικαθιστούν) ισχυρίζονται ότι ξέρουν τι χρειάζεται ο θεατής, το παίρνουν, το μασούν μέχρι αηδιαστικής συνθλίψεως, το μηρυκάζουν και το παρουσιάζουν ανηλεώς ξανά και ξανά, έτσι κάνει και τούτο, υποχρεωμένο καθώς αισθάνεται να γεμίσει τα κενά, να καλύψει ανάγκες, να βγάλει όσα πιο πολλά μπορεί.

Η ταινία στερείται πλήρως (χιουμοριστικής) αστειότητας, αντικαθιστώντας με ένα προχειρογραμμένο υβρίδιο πολιτικής σάτιρας, ακτιβιστικής ευαισθησίας και εκδοχής μιας κοινωνικής ανυπακοής

Το πρώτο, κι ας μην επιτυγχάνει πάντα, είναι ευγενούς κινήτρου, πηγαία ορμώμενο, καλλιτεχνικό. Το δεύτερο, λίαν ανάγωγο και ενίοτε ορισμικά λαϊκιστικό, επιτυγχάνει συχνότερα και είναι εμπορικά υποκινούμενο. Το παίζει και η τηλεόραση. Αινιγματικά, ίσως, το παίζουν και οι σινεμάδες.

Θα μου πεις δεν υπάρχουν λαϊκά θεάματα της δεύτερης κατηγορίας που να αξίζουν λίγο παραπάνω τον κόπο; Ασφαλώς. Και πολλά. (Και τα αγαπάμε.) Όπως παντού, έτσι και εδώ, μπορεί οι δημιουργοί να αφαιρέσουν τις παθογένειες (δηλαδή τον λαϊκισμό και την αστείρευτη μίμηση), να έχουν επίγνωση ότι δεν καινοτομούν και να αντλούν όχι από την μεγάλη σύλληψη, αλλά από την ευφυή εκτέλεση που σε βάζει σε λειτουργία, όχι για ύπνο. Για παράδειγμα, μιλώντας ας πούμε κωμωδία, μπορεί να μην έχεις την μεγάλη σκηνοθεσία (Κίτον, Λιούις, Έντουαρντς, Τατί) ή τον μεγάλο κωμικό (Κίτον, Λιούις, Σέλερς, Τατί) -παραδείγματα από το γούστο του κανείς- αλλά να φτιάξεις μια θαυμάσια κωμωδία, ας πω το «Tropic Thunder» που είναι και κάπως πρόσφατο. Δεν μπορεί κάθε μέρα να είναι του «Μεγάλου Λεμπόφσκι», που είναι το μοντέρνο υπόδειγμα της concept λαϊκής κωμωδίας, η οποία λειτουργεί ακόμα κι αν δεν «πιάνεις» τις αναφορές και τα κόλπα της, αλλά οι προθέσεις πρέπει τουλάχιστον να είναι ευγενείς. 

...μικρή όαση ο Ματιέ Αμαλρίκ στο μακράν κωμικότερο γκαγκ της ταινίας

Η «κωμωδία» των Νακάς και Τολεντανό διαπράττει σειρά αμαρτημάτων. Κατά βάση στερείται πλήρως (χιουμοριστικής) αστειότητας, αντικαθιστώντας με ένα προχειρογραμμένο υβρίδιο πολιτικής σάτιρας, ακτιβιστικής ευαισθησίας και εκδοχής μιας κοινωνικής ανυπακοής που στην συνισταμένη τους, στα δικά μου μάτια, αποδίδουν έναν ολοκληρωμένο λαϊκισμό (που ίσως κάποιοι νομίζουν νεοελληνικό προνόμιο αλλά είναι θύματα προπαγάνδας), κατά τον οποίον συνήθεις στόχοι/τρόποι της κωμωδίας είναι ύποπτα απόντες βγάζοντας κυρίως τον πρωταγωνιστή συμπαθή και λάδι (Πίο Μαρμάι, βγαλμένος από βιντεοκασέτες του Καπώνη και του Ευστρατιάδη, αλλά λιγότερo αστείος), τους ακτιβιστές ανάμεσα φανατικούς, τρολ και χαζοβιόληδες (αλλά συμπαθείς κι αυτοί, μυστήριο), ενώ για κανέναν από αυτούς δεν μαθαίνουμε χαρακτηρολογικά τίποτα που θα τους έκανε δραματουργικά ενδιαφέροντες, έστω, με την ελαφρυντική χάρη της κωμωδίας. Επίσης δεν συμβαίνει κάποια πλοκή που να αξίζει τον χρόνο σου (δύο ώρες, παρεμπιπτόντως), εκτός βέβαια κι αν κάποιος ευαρεστείται, αισθητικά κι ιδεολογικά, σε θωπεία εθισμένης δανειοληψίας διαβολάκου, σαρκασμό ακτιβιστών και λοιπά παρόμοια.

Χαμένος πάει ο Τζόναθαν Κοέν, που είναι ενδιαφέρων κωμικός, για την Νοεμί Μερλάν ας μιλήσουν οι αρμοδιότεροι, ενώ μικρή όαση είναι ο Ματιέ Αμαλρίκ στο μακράν κωμικότερο γκαγκ της ταινίας.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Κάθε Πέρυσι και Καλύτερα
  • Κάθε Πέρυσι και Καλύτερα