Ένα Ήσυχο Μέρος: Ημέρα Πρώτη

A Quiet Place: Day One

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2024
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: ΗΠΑ
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μάικλ Σαρνόσκι
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Μάικλ Σαρνόσκι
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Λουπίτα Νιόνγκο, Τζόζεφ Κουίν, Άλεξ Γουλφ
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Πατ Σκόλα
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Αλέξης Γράψας
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 100'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Feelgood Entertainment
    Ένα Ήσυχο Μέρος: Ημέρα Πρώτη

Mια τρυφερή ταινία για τη διαχείριση του επικείμενου τέλους, που «διακόπτεται» από επιθέσεις εξωγήινων. Αν είχε κυκλοφορήσει αμέσως μετά την καραντίνα, θα βγαίναμε από τις αίθουσες κλαίγοντας με αναφιλητά. 

Από τον Γιάννη Βασιλείου

Παρακολουθώντας το φιλμ του Μάικλ Σαρνόσκι, εκτός από την άνιση μάχη των εξωγήινων με τους ανυπεράσπιστους, μοιραία θορυβώδεις πολίτες της Νέας Υόρκης, νιώθεις ότι γίνεσαι μάρτυρας μιας ακόμα μάχης. Εκείνης ανάμεσα σε μια τρυφερή ταινία για τη διαχείριση του τέλους και στο επικότερης κλίμακας prequel του «Ένα Ήσυχο Μέρος». Δεν ακυρώνει η μια την άλλη, αλλά είναι επόμενο ο σκηνοθέτης του «Pig» να φέρνει καλύτερα αποτελέσματα  στην πρώτη, παρά στη δεύτερη.

Η κεντρική ηρωίδα είναι η Σαμίρα, μια καρκινοπαθής που περιμένει τον θάνατο, αλλά όχι με την μορφή πολύποδων εξωγήινων πλασμάτων με ανεπτυγμένο αίσθημα ακοής. Συνοδοιπόροι της κατά τη διάρκεια της εισβολής είναι ο Έρικ, ένας μοναχικός φοιτητής νομικής από την Αγγλία, και ένας απίθανος γάτος με ισχυρό ένστικτο επιβίωσης και αμίμητη φωτογένεια. Οι τρεις τους θα έρθουν σε επαφή με την τέχνη σε διάφορες μορφές της, με το πνεύμα – το καταφύγιο είναι μια εκκλησία-, με τη δημιουργία, με το φαγητό, που ημερεύει εξαγριωμένες συνειδήσεις και πυροδοτεί αναμνήσεις, και θα ασπαστούν μια διαχρονική παραδοχή: κανένας άνθρωπος δεν είναι νησί κι ας λογαριάζει τον εαυτό του για τέτοιο. Κι αν το τέλος είναι μαθηματικά αναπόφευκτο – κρατήστε το αυτό με τα μαθηματικά- η επιλογή του τρόπου και του χρόνου που θα έρθει μπορεί να είναι μία από τις ύψιστες, αγνότερες μορφές εκδήλωσης της ελεύθερης βούλησης, όπως θα σας πουν σπουδαίοι φιλόσοφοι, συγγραφείς και ποιητές.

Με τέτοιο λυρισμό και τόση δημιουργική διαύγεια διαχειρίζεται αυτό το σκέλος της ταινίας ο Σαρνόσκι, που όταν έρχονται τα  set-pieces αγωνίας, νιώθεις ότι διακόπτουν την «κανονική ροή του προγράμματος», σχεδόν παρακαλάς να τελειώσουν ώστε να περάσουμε στο ψητό. Κι αυτό αντιλαμβανόμαστε ότι μπορεί να αποτελέσει πρόβλημα για όσους πλήρωσαν εισιτήριο ακριβώς για αυτά τα set-pieces. Όχι ότι είναι άσχημα ή μονταρισμένα (ακατ)ανόητα, φυσικά. Ο Σαρνόσκι επιλέγει να κινηματογραφήσει τις σκηνές από το ύψος του βλέμματος του δεχόμενου την επίθεση, αλλά με τον φακό να τον ακολουθεί και να εστιάζει διαρκώς σ’ αυτόν. Η γεωγραφία της δράσης είναι ευκρινής, τα ευρήματα είναι που λείπουν και όταν έρχονται - υπάρχει ένα εξαιρετικό, με το αυτοκίνητο και τα λάστιχα που ξεφουσκώνουν - αυτή η πεισματικά προσωποκεντρική κινηματογράφηση προκαλεί φύρα στο σασπένς.

Την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, δεν γνωρίζουμε πώς θα υποδεχτεί την ταινία η κριτική  - εικάζουμε ότι θα είναι χλιαρά θετική. Πιστεύουμε ακράδαντα, όμως, ότι αν είχε κυκλοφορήσει λίγο μετά την καραντίνα, έτσι όπως περιγράφει έναν κόσμο σε χάος και ανησυχία και όπως εξυμνεί τις μικρές απολαύσεις και την ανθρώπινη επαφή, θα κλαίγαμε με αναφιλητά και θα γράφαμε ότι είναι η «ταινία που χρειαζόμασταν στον καιρό του covid-19». Ο αντίκτυπος του έργου είναι μικρότερος σήμερα, που προσποιούμαστε σχεδόν ψυχαναγκαστικά ότι εκείνη η περίοδος δεν συνέβη ποτέ. Από τη μια πλευρά κι αυτή η επιλογή, αυτή η στάση μας, προϊόν ελεύθερης βούλησης είναι. Αν την δούμε καλοπροαίρετα, πρόκειται για μηχανισμό άμυνας. Αν την εξετάσουμε κριτικά, δυστυχώς εξακολουθούμε να επιλέγουμε συνειδητά τον ρόλο του «τουρίστα» σ’ αυτό το μέρος, μέχρι να φτάσουμε στο άλλο, το «ήσυχο». Ή μέχρι να έρθει ξανά μια δυσμενής εξέλιξη που θα γειώσει την έπαρσή μας, θα αμφισβητήσει τα προνόμια μας και θα μας κάνει να (ξανα)μάθουμε τι σημαίνει να χρειάζεσαι πραγματικά ένα κομμάτι πίτσας. Ή μια αγκαλιά.  

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Ένα Ήσυχο Μέρος: Ημέρα Πρώτη
  • Ένα Ήσυχο Μέρος: Ημέρα Πρώτη