Xαμένα Όνειρα
Dreams

Η νέα ταινία του Μεξικανού Μισέλ Φράνκο («After Lucia»), δεύτερη διαδοχική συνεργασία του με την Τζέσικα Τσάστεϊν («Zero Dark Thirty»), είναι μια από τις καλύτερες δουλειές του και μια βαθιά πολιτική δημιουργία, που, παρά τις όποιες αδυναμίες, περνά αποτελεσματικά το σαρδόνιο μήνυμά της.
Ο Φερνάντο Ροντρίγκεζ (Ισαάκ Χερνάντεζ) διασχίζει λαθραία τα σύνορα Ηνωμένων Πολιτειών και Μεξικού για να δει την ερωμένη του, Τζένιφερ ΜακΚάρθι (Τζέσικα Τσάστεϊν). Η Τζένιφερ προέρχεται από εύπορη οικογένεια, καθώς ο πατέρας της είναι ιδρυτής μιας διάσημης σχολής χορού. Το γεγονός ότι ο Φερνάντο είναι φτωχός, καθώς και η μεγάλη διαφορά ηλικίας τους – εκείνη τον περνά σχεδόν είκοσι χρόνια – καθιστά τη σχέση τους απαγορευμένη κι έτσι η Τζένιφερ προσπαθεί να την κρατά κρυφή. Όταν, όμως, ο δεσμός τους μαθευτεί, η Τζένιφερ θα επιχειρήσει να σώσει την κοινωνική της θέση, κι έτσι θα προχωρήσει σε μια πράξη που θα εξοργίσει τον Φερνάντο.
Δύο χρόνια μετά τη σύμπραξή τους στο «Memory» (2023), ο παραγωγικός Μεξικανός σκηνοθέτης Μισέλ Φράνκο και η βραβευμένη με Όσκαρ Τζέσικα Τσάστεϊν επανενώνονται για το «Dreams», ένα βραδυφλεγές θρίλερ που ξεκινά ως καταπιεσμένη ερωτική ιστορία η οποία παραπέμπει στα κλισέ του μεξικανικού μελοδράματος, για να εξελιχθεί σε μια βίαιη ιστορία εκδίκησης κι επιβολής εξουσίας. Το πρώτο πράγμα που οφείλει να θαυμάσει κανείς στην ταινία είναι η αφηγηματική της οικονομία: μέσα σε 95 περίπου λεπτά, αφηγείται μια πολύ ενδιαφέρουσα και πολυδιάστατη ιστορία με ολοκληρωμένους χαρακτήρες και δίχως τίποτα το περιττό.
Στο ίδιο κλίμα βρίσκεται και η σκηνοθεσία του Φράνκο. Εμπιστευόμενος κυρίως τα γενικά πλάνα, και φροντίζοντας να τα γεμίσει με κίνηση και να τους προσδώσει τον απαραίτητο εσωτερικό ρυθμό, ο Φράνκο αφήνει το δράμα του να εκτυλιχθεί αργά, ακριβώς με τον τρόπο που εκείνος το επιθυμεί, μέχρι το (συγκρατημένο, τόσο – όσο) ξέσπασμα της τελευταίας πράξης. Οι παθιασμένες ερωτικές σκηνές, το αυστηρά οργανωμένο περιβάλλον που πνίγει τα συναισθήματα των πρωταγωνιστών, οι προσεκτικά επιμελημένες συνθέσεις και η επιβλητική αρχιτεκτονική της σκηνογραφίας δίνουν στο φιλμ την αίσθηση ότι ανά πάσα στιγμή διακυβεύονται κάποιες λεπτές ισορροπίες.
Οι ισορροπίες αυτές δεν είναι παρά οι κοινωνικοπολιτικές ισορροπίες της εποχής μας. Ο Φράνκο μας ξεγελάει κάνοντάς μας να πιστέψουμε ότι ο έρωτας του Φερνάντο και της Τζένιφερ είναι άλλο ένα ειδύλλιο που δεν μπορεί να ανθίσει εξαιτίας εξωτερικών δυνάμεων, όπως τόσα και τόσα ρομάντσα πριν το δικό τους. Στην πραγματικότητα, ο ίδιος τους ο εαυτός δεν τους αφήνει να είναι μαζί. Ο Φερνάντο είναι ένας λαθρομετανάστης που οφείλει να αρπάξει κάθε ευκαιρία που του δίνεται, με θεμιτά ή αθέμιτα μέσα, ενώ η Τζένιφερ είναι μια γυναίκα μαθημένη στην εξουσία, και όσο κι αν έλκεται από τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, δεν θα τους επιτρέψει να περάσουν τα όρια και να της πάρουν τον έλεγχο. Ο Φράνκο μας οδηγεί να ταυτιστούμε με το δράμα των δύο εραστών, πριν τραβήξει απότομα το χαλί κάτω από τα πόδια μας στο φινάλε.
Ενδεχομένως μπορεί να ψέξει κανείς την ταινία για σχηματικούς χαρακτήρες και καταστάσεις. Τελικά, όμως, πρόθεση του Φράνκο είναι, ακριβώς, να παίξει με τις συμβάσεις του μελοδράματος, της σαπουνόπερας και του παραμυθιού, γι’ αυτό και οι χαρακτήρες κι η πλοκή του μοιάζουν βγαλμένοι από μια τέτοια αφήγηση. Όμως ο σαρδόνιος δημιουργός ξέρει ακριβώς τι κάνει και, για σπάνια φορά, το προβοκατόρικο σινεμά του διαθέτει περιεχόμενο. Υποστηριζόμενος από ένα εξαιρετικό καστ, όπου ξεχωρίζει η θαρραλέα Τζέσικα Τσάστεϊν, ο Μεξικανός σκηνοθέτης έφτιαξε, με το «Dreams», μια από τις καλύτερες ταινίες της μέχρι τώρα φιλμογραφίας του.