Γιάννης Σπανός: Πίσω απ' τη Mαρκίζα

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2024
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Ελλάδα
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Άρης Δόριζας
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Άρης Δόριζας
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Γιώργος Γερανιός, Γιώργος Γκιουλής
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Γιάννης Σπανός
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 118'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Rosebud 21
    Γιάννης Σπανός: Πίσω απ' τη Mαρκίζα

Ένα πανάξιο ντοκιμαντέρ αγάπης για έναν μείζονα Έλληνα μουσουργό. Η κινηματογραφική σκοπιμότητα εδώ υπολείπεται – και δεν πειράζει. Ο σκοπός, η υπηρεσία δηλαδή στο έργο και τη μνήμη του Γιάννη Σπανού, επιτελείται στο έπακρον.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Μη έχοντας άμεση επαφή με τον εγχώριο κύκλο της λαϊκής έντεχνης μουσικής (δημιουργοί – παραγωγοί – ραδιοφωνικοί – κριτικοί, αν υπάρχουν) δεν μπορώ παρά να μιλήσω σαν το απλό ερασιτέχνη ακροατή μουσικής που είμαι. Ο Γιάννης Σπανός, έχω την αίσθηση, ίσως και λόγω του χαρακτήρα του (που διαφαίνεται και με το παραπάνω στο πόνημα αγάπης του Άρη Δόριζα), παρέμεινε εξουθενωτικά αφανής στη ζωή του. Δεν έπαιξε κανένα παιχνίδι διασημότητας, δεν είδαμε ποτέ πονηρά μονόστηλα ή πηχυαίους τίτλους, δεν πήγε στα δικαστήρια ωρυόμενος, δικαίως ή αδίκως, ενάγων ή εναγόμενος. Έγραφε μουσική και φρόντιζε τον κήπο του. Θα είχε τη ζωή του (προφανώς, τέτοια πράγματα δεν γράφονται μόνο θεόσταλτα), την ήξερε ο ίδιος και οι άμεσα ενδιαφερόμενοι. Και, ευλογημένα, το ντοκιμαντέρ μένει μακριά από κάθε σκανδαλοθηρία. Είναι αγιογραφικό; Δεν νομίζω. Τολμώ να πω δεν ενδιαφέρει. Ενδιαφέρει, θέλω να πιστεύω, το έργο του καλλιτέχνη. Εκείνο που αμεσολάβητα φτάνει όπου μπορεί να φτάσει μέσα μας και μας κάνει να αισθανόμαστε καλύτερα.

Έγραφε μουσική, λοιπόν. Πολλή μουσική. Σε τόσα είδη της, σε τόσες ατμόσφαιρες – και τόσες «ταξικές» περιπλανήσεις της – που όλοι, ανεξαιρέτως, οι Έλληνες ομόλογοί του πρέπει να ήξεραν βαθιά μέσα τους ότι με κριτήριο το μελωδικό κοίτασμα, ο «Μότσαρτ» της Ελλάδας δεν ήταν αυτοί.

Κάτι μας είπες τώρα, θα πει κάποιος. Σωστό, από μια πλευρά. Άλλωστε κι εγώ δεν το θέτω συγκριτικά, ουδείς λόγος ανάμεσα σε τέτοιο χρυσωρυχείο που μας έλαχε από μουσικοσυνθέτες να λογομαχούμε. Ίσως απλά να πληγώνει κάπως το γεγονός ότι η αυτό-και ετερό- υπερδήλωση μιας αξίας την διογκώνει υπέρμετρα επισκιάζοντας κάποιους που προτιμούν να δουλεύουν και «να φτιάχνουν τον κήπο τους». Ο Σπανός φαίνεται πάντοτε να ήξερε την δουλειά που χρειάζεται να ρίξει κανείς για να κατακτήσει μια ηρεμία – υπάρχει απόσπασμα στο ντοκιμαντέρ επί τούτου.

Το οποίο ξεκινά από τις μουσικές απαρχές στη Γαλλία, εκεί μάλιστα με αντικατάσταση της όποιας έλλειψης φωτογραφικού/συντεντευξιακού υλικού με μια οπτική/σκιτσογραφική (ο Σπανός ήταν και ευφυής σκιτσογράφος, παρεμπιπτόντως) εφευρετικότητα παιχνιδιάρικη. Από το chanson της Αριστερής Όχθης, από την Γκρεκό και τον Γκενσμπούρ, ως την Λαφορέ και την Μπαρντό. Μετά έρχεται σταδιακά προς την Ελλάδα των αρχών του ’60, με την γέννηση του Νέου Κύματος, με τα βαφτίσια του από τον ίδιο τον Σπανό, με τον ερχομό ανθρώπων όπως ο Λάκης ο Παππάς, η Αρλέτα, ο Σαββόπουλος, η Χωματά, η Αστεριάδη, ο Βιολάρης, ο Πουλόπουλος και τόσοι άλλοι εν συνεχεία. Φυσικά με τον σπουδαίο Γιώργο Παπαστεφάνου. Νονός σχεδόν όλων ο Σπανός. Ένα ασίγαστο πιάνο που γεννούσε όσα μουσικά ζωογόνα μια χώρα χρειαζόταν. Πιο χαμηλόφωνα, πιο λυρικά, πιο ρομαντικά και ναι, αλλιώς πολιτικά. Ο τραγουδοποιός στη σκηνή με την ιστορία του. Το θέαμα εσωτερικευμένο στον ποιητή και τον ακροατή του. Κατά μία έννοια, ισοδύναμα. Δημοκρατικά.

Και μετά, το πέρασμα στο λαϊκό τραγούδι. Μια ήδη ευρέως φάσματος τραγουδοποιία θα εκτεινόταν στο ψυχικό άπειρο δυο τουλάχιστον γενιών που στοιχειώθηκαν από τις μελωδικές διηγήσεις. Μπιθικώτσης, Μοσχολιού, Πάριος, Αλεξίου, Γαλάνη, Κόκοτας, Μητσιάς, Νταλάρας, Πρωτοψάλτη, Τσανακλίδου, Μητροπάνος είναι μόνο η έκδηλη dream team μιας εποχής τόσο πανίσχυρου στίγματος ώστε να γεννά την πικρόχολη αντιπολίτευση της βαριάς σκιάς. Όλοι τους χρειάστηκαν τον Σπανό. Κάποιοι βρήκαν τον μετέπειτα εαυτό τους εξαιτίας του. Και οι στιχουργοί. Κριεζή, Νικολακοπούλου, Παπαδόπουλος, Ελευθερίου, τόσοι ακόμα. Ένας πανίσχυρος ιστός δημιουργίας.

Η δομή του ντοκιμαντέρ είναι απλή, στηριγμένη πάνω στο πέρασμα του χρόνου, σε μια σειρά συνεντεύξεων με τον ίδιο τον δημιουργό σε πρώτο πλάνο. Ο Σπανός δεν είναι ο ιδεώδης συντεντευξιαζόμενος, η φυσική του συστολή και η ασαφής άρθρωση δεν ευκολύνουν, αλλά μπαίνοντας στο ύφος του θα δεις να αναδύεται η από τα έγκατα σεμνή φύση, το χιούμορ και η παντελής απουσία σπουδαιοφάνειας.

«Ταλέντο ή εργατικότητα;», η κλασική ερώτηση που σχεδόν στους πάντες αντλεί το (συνήθως, όχι πάντα) εγωπαθές «εργατικότητα». «Ταλέντο», λέει χωρίς πολλά-πολλά ο Σπανός. «Αν ήμουν εργατικός θα είχα κάνει πολλά περισσότερα αλλά και τόσα που έκανα καλά είναι». Ειπωμένο με τον τρόπο του δεν αφήνει πολλά περιθώρια για τον αξιαγάπητο χαρακτήρα. Μπορεί και να σε συγκινήσει, μάλλον ευθεία συνάρτηση του να έχεις τόσο χρειαστεί τα τραγούδια του που μια τέτοια σεμνότητα για την γραφή τους να αποτελεί παράδειγμα επαγγελματικής ύπαρξης. «Η μοναξιά;» - «Περιστοιχισμένος από φίλους δεν γράφω μουσική. Οπότε καλύτερα μόνος και να γράφω μουσική.» Και να φτιάχνω και τον κήπο μου, συμπληρώνουμε. Για να απολαμβάνουμε εμείς τα άνθη του. Απλά τα πράγματα.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Γιάννης Σπανός: Πίσω απ' τη Mαρκίζα
  • Γιάννης Σπανός: Πίσω απ' τη Mαρκίζα