Καλές Γιορτές
Ηappy Holidays

Καλών προθέσεων παλαιστινιακό κοινωνικό δράμα από υποψήφιο για Όσκαρ σκηνοθέτη, που ατυχεί στον άνευρο ρυθμό του και στον ελαφρύ διδακτισμό που χαρακτηρίζει το σενάριο.
Τέσσερις χαρακτήρες που βιώνουν τις δικές τους ξεχωριστές πραγματικότητες, ενώ συνδέονται με άρρηκτους δεσμούς, ρίχνουν φως στις σύνθετες σχέσεις μεταξύ φύλων, γενεών και πολιτισμών σε μια πολύπαθη επικράτεια. Ο Ραμί (Τουφίκ Ντανιάλ), ένας Παλαιστίνιος που ζει στη Χάιφα, έρχεται αντιμέτωπος με την ξαφνική μεταστροφή της εβραίας συντρόφου του, η οποία επανεξετάζει την απόφασή της για άμβλωση. Η μητέρα του, η Χανάν (Γουαφά Ανούν), βυθίζεται σε μια σοβαρή οικονομική κρίση και μπλέκει σε έναν κυκεώνα προβλημάτων καθώς διεκδικεί αποζημίωση για το ατύχημα της κόρης της, της Φίφι (Μανάρ Σεχάμπ). Η Μίρι (Μεϊράβ Μεμορέσκι) πρέπει να διαχειριστεί την κατάθλιψη της δικής της κόρης, και ταυτόχρονα προσπαθεί να υπονομεύσει την εγκυμοσύνη της αδελφής της με τον Ραμί. Η Φίφι, από την πλευρά της, κουβαλάει ένοχα ένα μυστικό που απειλεί να κλονίσει την οικογενειακή υπόληψη, αλλά και τη νέα της σχέση με τον δρα Ουαλίντ (Ραέντ Μπουρμπαρά).
Η νέα ταινία του Σκαντάρ Κοπτί, του Παλαιστίνιου σκηνοθέτη που είχε φτάσει ως τις υποψηφιότητες του Ξενόγλωσσου Όσκαρ το 2010 χάρη στο μεγάλου μήκους ντεμπούτο του, «Ajami» (2009), υιοθετεί μια δομή που ήταν ιδιαίτερα της μόδας στη δεκαετία του 1990, χάρη σε ταινίες όπως το «Short Cuts» (1993) του Ρόμπερτ Όλτμαν, το «Pulp Fiction» (1994) του Κουέντιν Ταραντίνο, το «Magnolia» (1999) του Πολ Τόμας Άντερσον και το «Amores Perros» (2000) του Αλεχάντρο Γκονζάλεζ Ινιάριτου – θα έφτανε και στα μέρη μας αυτή η μόδα με το «Ένας Άλλος Κόσμος» (2015) του Χριστόφορου Παπακαλιάτη: ταινίες που αφηγούνται τις μικροϊστορίες διαφόρων χαρακτήρων, οι οποίες με κάποιον τρόπο συνδέονται, άλλοτε εν αγνοία των χαρακτήρων κι άλλοτε εν γνώσει τους.
Στην προκειμένη περίπτωση, συνδετικός κρίκος ανάμεσα στις επιμέρους ιστορίες που αφηγείται το φιλμ είναι ο θεσμός της οικογένειας. Με φόντο, διακριτικά, μια πολύπαθη και εύθραυστη κοινωνία, ο Κοπτί αντιμετωπίζει την οικογένεια ως μικρογραφία μιας κοινωνίας έτοιμης να καταρρεύσει υπό το βάρος εξωτερικών απειλών. Εκεί εντοπίζεται το μεγαλύτερο ενδιαφέρον μιας ταινίας που εκκινεί από καλές προθέσεις, η σχηματικότητα του σεναρίου και το άνευρο της σκηνοθεσίας της οποίας όμως την κάνουν να μοιάζει λιγότερο με τις προαναφερθείσες αμερικανικές ταινίες που οπωσδήποτε αποτελούν τα σημεία αναφοράς της και περισσότερο με μια αντίστοιχης λογικής αλλά ατυχή ταινία όπως το «360» (2011) του Φερνάντο Μεϊρέλες.
Με τις ιστορίες, μοιραία, να μην παρουσιάζουν το ίδιο ενδιαφέρον, ο ρυθμός της ταινίας πλήττεται, ενώ και οι μεταβάσεις δεν είναι οι ομαλότερες δυνατές, κινούμενες περισσότερο σε μια τηλεοπτική λογική της άνευ λόγου μεταπήδησης από ένα αφηγηματικό νήμα σε ένα άλλο, παρά σε μια σχέση αιτίου και αιτιατού. Παρόλα αυτά, το «Happy Holidays» επιτυγχάνει ανά στιγμές την ατόφια συγκίνηση, αν μη τι άλλο γιατί είναι μια ειλικρινής ταινία, οι αδυναμίες της οποίας οφείλονται καθαρά στην απειρία και την υπέρμετρη φιλοδοξία του δημιουργού της.
Χρυσός Αλέξανδρος στο περσινό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για μια ταινία που φωτίζει μεν πτυχές της ζωής σε μια ταραχώδη περιοχή του πλανήτη που συχνά μας διαφεύγουν, δεν το κάνει δε με έναν τέτοιο τρόπο ώστε το αποτέλεσμα να μείνει αξέχαστο. Ειδικού κοινού, εκεί που μια τέτοια ταινία θα έπρεπε να επιχειρεί άνοιγμα σε ένα ευρύτερο, το «Happy Holidays» δεν εκπληρώνει τις προσδοκίες που είχε γεννήσει ο Σκαντάρ Κοπτί με το υπερ- επιτυχημένο ντεμπούτο του.