Ένα Απλό Ατύχημα
It was Just an Accident

Από έναν πολύπαθο σκηνοθέτη, φυλακισμένο για να φρονήματά του από το καθεστώς της πατρίδας του, προκύπτει μια ταινία που χρησιμεύει σαν συγχωροχάρτι σε όλους όσους του στέρησαν την ελευθερία. Με μια ανθρωπιστική δύναμη που στέκει ως αντίλογος στις ατέλειές του, το καινούργιο φιλμ του (ελεύθερου πλέον) Ιρανού δημιουργού κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα του φετινού Φεστιβάλ Καννών.
Πώς αντιμετωπίζει κάποιος μια ταινία καταγγελίας όταν πηγή έμπνευσής της αποτελούν τα επώδυνα βιώματα του ίδιου του δημιουργού της; Και πόσο ανεπηρέαστη μπορεί να παραμείνει η μυθοπλασία μπροστά στην αδιάσειστη πραγματικότητα; Ερωτήματα όπως αυτά κληθήκαμε να λάβουμε υπόψη μας και πέρσι, όταν ο «Σπόρος της Ιερής Συκιάς» προβαλλόταν στις αίθουσες, έχοντας προηγουμένως διεκδικήσει (και θεωρηθεί φαβορί για) τον Χρυσό Φοίνικα του Φεστιβάλ Καννών.
Ο σκηνοθέτης του, Μοχάμαντ Ρασούλοφ, γύρισε την ταινία ως μια γνήσια επαναστατική πράξη αντίστασης απέναντι σε μια αυταρχική και τιμωρητική χώρα, που δεν είναι άλλη από την πατρίδα του. Έχοντας υποστεί μακροχρόνιες διώξεις και παρενοχλήσεις, ο Ρασούλοφ απέδρασε τον περασμένο Μάιο από το Ιράν και πλέον ζει ελεύθερος στη Γερμανία. Αν δεν είχε βρει τρόπο να φύγει κακήν κακώς, θα είχε καταδικαστεί σε οκτώ χρόνια φυλάκισης και βασανισμών, θεωρούμενος ως εχθρός του θεοκρατικού καθεστώτος της πατρίδας του.
Η ρητορεία ουδέποτε υπήρξε σύμμαχος του αληθινά σπουδαίου σινεμά και το ίδιο συμβαίνει περίπου με το φιλμ του Παναχί
Ο Τζαφάρ Παναχί δεν στάθηκε εξίσου τυχερός. Εξέτισε ποινή φυλάκισης έξι ετών, κατηγορούμενος για προπαγάνδα εναντίον του Ιράν. Και η πρώτη του δημιουργία, αμέσως μετά την πρόσφατη αποφυλάκισή του, είναι η λογική αντίδραση ενός καλλιτέχνη απέναντι στο απολυταρχικό κράτος που του στέρησε τα βασικά του δικαιώματα.
Το «Ένα Απλό Ατύχημα» είναι το αποτέλεσμα όχι μόνο ενός πολιτικού σινεμά διαμαρτυρίας συνεπούς με τη μέχρι τώρα καριέρα του σκηνοθέτη, αλλά και ένα παράγωγο των εμπειριών που χρειάστηκε να υποστεί ο Παναχί κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του. Ελεύθερος πια, όχι όμως λιγότερο οξύς και επικριτικός, είχε να διαλέξει για την ταινία του ανάμεσα σε δύο δρόμους. Είτε να τη χρησιμοποιήσει προκειμένου να εκτονωθεί θυμωμένα και εκδικητικά ενάντια στους διώκτες και τους καταπιεστές του, είτε να κινηθεί με γνώμονα την ανθρωπιά του, αυτή που κανένα καθεστώς και καμία ποινή φυλάκισης δεν κατάφεραν να του στερήσουν.
Όπως και ο συμπατριώτης του, Μοχάμαντ Ρασούλοφ, έτσι και ο Παναχί υπογράφει μια ταινία της οποίας οι αρετές, το κίνητρο και η ιδεολογική τοποθέτηση δεν χωρούν καμίας αμφισβήτησης. Ίσα-ίσα που προκαλούν σεβασμό, πηγάζοντας από έναν άνθρωπο ακέραιο και θαρραλέο στην επιμονή του να παλεύει εναντίον ενός συντριπτικού κατασταλτικού μηχανισμού. Όπως συνέβη, εντούτοις, με τον «Σπόρο της Ιερής Συκιάς», έτσι και το «Ένα Απλό Ατύχημα» δεν αποφεύγει πρωτίστως τον διδακτισμό.
Για τον Παναχί η συγχώρεση είναι ένα πρώτο θαρραλέο βήμα προς την πολυπόθητη ίαση
Η ιστορία που διηγείται είναι απλή και εκτυλίσσεται στη διάρκεια μιας μέρας. Ένα αυτοκινητικό δυστύχημα φέρνει έναν πρώην αντιφρονούντα αντιμέτωπο με τον άντρα που υπήρξε κάποτε ο βασανιστής του, τον καιρό που βρέθηκε φυλακισμένος και ταλαιπωρήθηκε για τα πιστεύω του. Θα τον εντοπίσει, θα τον απαγάγει και δίχως δεύτερη σκέψη θα σπεύσει να τον θάψει ζωντανό. Μόλις όμως τον κυριεύσουν οι αμφιβολίες για την ταυτότητα του άντρα, θα απευθυνθεί για βοήθεια σε άλλους πρώην συγκρατούμενούς του, ελπίζοντας ότι εκείνοι θα μπορέσουν ξεκάθαρα να τον αναγνωρίσουν. Οδηγώντας στους δρόμους της Τεχεράνης προκειμένου να τους βρει, ο ήρωας μετατρέπει στο μεταξύ το φορτηγάκι του σε αυτοσχέδια φυλακή, κρατούμενος της οποίας είναι τώρα ο κάποτε δικός του δεσμοφύλακας και ανακριτής.
Ο Παναχί επικαλείται και πάλι ένα μοτίβο γνώριμο από προηγούμενες ταινίες του, εκείνο του περιορισμένου χώρου δράσης, και μέσω αυτού αντλεί την ψυχολογική ένταση και το ασφυκτικό κλίμα που πολιορκεί το φιλμ. Χαρακτήρες προστίθενται ολοένα στο δράμα, μικρές δόσεις χιούμορ απαλύνουν το τεταμένο κλίμα και καθώς η νύχτα πέφτει, η αλήθεια βγαίνει οριστικά στην επιφάνεια και ο ήρωας απομένει μόνος και πάλι με την ευθύνη του να αποφασίσει για την τύχη του μυστηριώδους άντρα.
Δεν είναι χωρίς αναταράξεις η κινηματογραφική διαδρομή που επιλέγει ο Παναχί. Υπάρχουν σεναριακές αναληθοφάνειες τις οποίες ο θεατής καλείται να δεχτεί de facto και συστήνεται να μην αμφισβητήσει, οι μελοδραματικές πινελιές δεν λείπουν, οι διάλογοι ηχούν συχνά βαρύγδουπα και σε αρκετά της στιγμιότυπα η ταινία μοιάζει με διατριβή. Η ρητορεία σαφώς και δεν υπήρξε ποτέ σύμμαχος του αληθινά σπουδαίου σινεμά και το ίδιο καταλήγει να συμβεί περίπου με το φιλμ του Παναχί. Ευτυχώς όμως, ο Ιρανός σκηνοθέτης μάς επιφυλάσσει ένα εξαιρετικό φινάλε στο οποίο οι οδυνηρές μνήμες γίνονται τα δυσβάσταχτα βάρη από τα οποία κάποιοι άνθρωποι είναι γραπτό ποτέ να μην απαλλαγούν. Είναι καταδικασμένοι να τα κουβαλούν σε όλη τους τη ζωή, σαν ζωντανό εφιάλτη και σαν υπενθύμιση. Για τον Παναχί, ωστόσο, η συγχώρεση είναι ένα πρώτο θαρραλέο βήμα προς την πολυπόθητη ίαση. Και η ταινία του χρησιμεύει ως ένα τέτοιο σημαντικό βήμα.