Lee
Lee
Ενήλικο σινεμά μεγάλου κοινού, με ένα δυνατότερο δεύτερο μέρος και μια κατακλείδα που υπογραμμίζει συγκινητικά το πραγματικό επίτευγμα της βιογραφούμενης προσωπικότητας.
«Ήμουν καλή στο σεξ, στο ποτό και στο να βγάζω φωτογραφίες. Και έκανα και τα τρία πολύ», λέει μια γηραιά Λι Μίλερ στον άνδρα που της παίρνει συνέντευξη. Από τα τρία, αυτό που θα απασχολήσει το φιλμ της Έλεν Κούρας είναι το τελευταίο, καθώς γι’αυτό την ξέρει σήμερα ένα σεβαστό μέρος του κοινού και μένει να την ανακαλύψει ένα μεγαλύτερο. Γεννημένη το 1907, η Λι Μίλερ ξεκίνησε την καριέρα της ως μοντέλο, για να γίνει φωτογράφος και πολεμική ανταποκρίτρια, καλύπτοντας σημαντικά περιστατικά του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, όπως ο βομβαρδισμός του Λονδίνου, και αποκαλύπτοντας την φρικωδία των γερμανικών στρατοπέδων συγκέντρωσης την επομένη της λήξης του, μέσα από μια σειρά φωτογραφιών που δημοσιεύτηκαν στη Vogue.
Μέσα από το σύνηθες σεναριακό τέχνασμα της συνέντευξης, άρα και της αφηγηματικής αναδρομής, το φιλμ εστιάζει στην περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Κι επειδή απαιτείται ένα angle, όπως το λέμε στο χωριό μου, για να μην περιοριστεί σε απλή κινηματογραφική αναπαράσταση, παίρνοντας τον δρόμο των μυριάδων, ξεχασμένων biopics, αυτό βρίσκεται στον ίδιο τον ρόλο της Μίλερ. Κατά πρώτον η Μίλερ λειτουργεί ως εκπρόσωπος του φύλου της. Ίσως να μην χρειαζόταν να εφευρεθούν παραπανίσια δραματικά επεισόδια, όπου η Μίλερ δρα ως προστάτιδα κατατρεγμένων γυναικών στις κατεχόμενες και στις εμπόλεμες ζώνες, ίσως να περίσσευαν και ατάκες που επεξηγούν επανειλημμένα αυτή της την ιδιότητα, ωστόσο ενήλικο σινεμά (άλλοτε) μεγάλου κοινού θέλουν να στήσουν οι δημιουργοί της ταινίας και προσπαθούν να το κάνουν κατανοητό και στον τελευταίο θεατή.
Η δεύτερη, αλλά ακόμα πιο σημαντική ιδιότητα της, στην οποία αφιερώνεται και η δραματική της κορύφωση, είναι εκείνη του θεματοφύλακα της ιστορικής συνείδησης. «Ο κόσμος θέλει να ξεχάσει και να προχωρήσει παρακάτω», λέει η αρχισυντάκτριά της, προσπαθώντας να της εξηγήσει την απόρριψη των φωτογραφιών από το «νικητήριο» βρετανικό τεύχος της Vogue. Ο κόσμος, όμως, δεν πρέπει να ξεχάσει, γιατί τότε δεν θα προχωρήσει παρακάτω. Αν κάποτε μπορέσουμε να διαψεύσουμε τον Νίτσε, μόνο μέσω της Ιστορίας θα τα καταφέρουμε. Kαι σ' αυτό θα μας βοηθήσουν οι φωτογραφίες, λέει η Κούρας, που εδώ αναδεικνύονται σε εργαλεία, δοχεία και αφηγητές, σε κυτία μνήμης, σε διασώστες της ιστορίας με μικρό, αλλά και με κεφαλαίο. Αυτή τους την ιδιότητα υπογραμμίζει ο συγκινητικός ελιγμός του φινάλε, που υποψιαζόμαστε ότι θα ξενίσει μερίδα της κριτικής.
Κατά τα άλλα, είπαμε, πρόκειται για ενήλικο σινεμά μεγάλου κοινού, προσεκτικά κατασκευασμένο σε όλους τους τομείς, πολύ βελτιωμένο κατά το δεύτερο μέρος του και με μια ερμηνεία-δυναμίτη στο επίκεντρό του από μια ηθοποιό που ειδικεύεται εξίσου σε δυναμικούς και σε εύθραυστους χαρακτήρες και δεν μας είχε ξαναδώσει μέχρι σήμερα ξέσπασμα τέτοιας σωματικότητας και έντασης, όπως στη «μεγάλη» της σκηνή εδώ.