Παράλληλες Μητέρες
Madres Paralelas

Η Πενέλοπε Κρουζ κέρδισε επάξια το βραβείο ερμηνείας στο πρόσφατο Φεστιβάλ Βενετίας με έναν από τους καλύτερους ρόλους της για λογαριασμό ενός περίτεχνου αλμοδοβαρικού μελοδράματος-στοχασμού για τη μητρότητα, την ιστορική μνήμη και άλλες πολύτιμες έννοιες αυτού του κόσμου.
Το 1997, η Πενέλοπε Κρουζ πρωτοεμφανιζόταν εγκυμονούσα στο σινεμά του Πέδρο Αλμοδόβαρ. Στο ξεκίνημα της «Καυτής Σάρκας» υποδυόταν τη νεαρή πόρνη που αναγκάζεται να γεννήσει εσπευσμένα στο εσωτερικό ενός νυχτερινού λεωφορείου, σε μια Μαδρίτη φοβισμένη και σκυθρωπή, σε μια χώρα που ακόμη τελούσε υπό φρανκικό καθεστώς. Σχεδόν 25 χρόνια αργότερα, η Κρουζ παραμένει περήφανη μούσα του σκηνοθέτη και η «Καυτή Σάρκα» η κατά γενική ομολογία αφετηρία της σταδιακής καλλιτεχνικής ωριμότητας του Αλμοδόβαρ: η γέφυρα ανάμεσα στις εξεζητημένες (τραγι)κωμωδίες των πρώτων του χρόνων και τα μετέπειτα δεξιοτεχνικά δράματά του και για πρώτη φορά το σημείο στο οποίο η έννοια της μητρότητας-πανταχού παρούσας και κυβερνώσας στο έργο του- εφαπτόταν με την ιδέα της ίδιας της Ισπανίας ως πολυπρόσωπης και παθιασμένης μητέρας, με τις μύριες μικροϊστορίες που κουβαλά μέσα της να απηχούν την πολύπαθη Ιστορία του τόπου.
Η Πενέλοπε Κρουζ είναι και τώρα μία από τις δύο ετοιμόγεννες (και ανύπαντρες) ηρωίδες της νέας ταινίας του Αλμοδόβαρ, η μεγαλύτερη σε ηλικία και αποφασισμένη να αναθρέψει εντελώς μόνη της ένα παιδί. Η άλλη είναι μια σαστισμένη έφηβη (Μιλένα Σμιτ) που κουβαλά μέσα της τον καρπό μιας τραυματικής σεξουαλικής εμπειρίας. Σε ένα μαιευτήριο της σημερινής Μαδρίτης οι δυο γυναίκες αλληλοσυστήνονται λίγο πριν φέρουν στον κόσμο η καθεμιά από ένα κοριτσάκι, αγνοώντας ωστόσο ότι η γνωριμία τους αυτή αναμένεται να ενώσει τις τύχες τους με αναπάντεχο τρόπο (τον οποίο είναι καλύτερα ο θεατής να ανακαλύψει μόνος του).
Οι «Παράλληλες Μητέρες» είναι η προτροπή του Αλμοδόβαρ να συμφιλιωθούμε με τα φαντάσματα και να τακτοποιήσουμε τους σκελετούς μας
Παράλληλα με την ιστορία των δύο γυναικών, εντούτοις, υπάρχει στο φιλμ και μια δεύτερη, κρυμμένη ιστορία που θα αναδυθεί στην επιφάνεια μόλις στο τελευταίο μέρος και η οποία φαίνεται ότι από την εποχή ήδη της «Καυτής Σάρκας» έριχνε τη διακριτική σκιά της στο σινεμά του Αλμοδόβαρ, δίχως ποτέ να εκδηλωθεί μέχρι τώρα. Είναι η ιστορία των χαμένων ανδρών του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου, όλων των εκτελεσθέντων που άφησαν ολομόναχες πίσω τους συζύγους, μητέρες και κόρες, των αγνοούμενων μιας χώρας που για μεγάλο χρονικό διάστημα είχε αποφασίσει να απαρνηθεί τις οδυνηρές της μνήμες και να τους αποσιωπήσει.
Οι δύο ιστορίες είναι αλήθεια πως δεν συνυπάρχουν με τον πιο αρμονικό και αβίαστο σεναριακά τρόπο. Όμως συμπληρώνουν ιδανικά μια ευρύτερη εικόνα την οποία ο Αλμοδόβαρ μόλις τώρα καταφέρνει να ολοκληρώσει με τις ταινίες του. Τη σχηματίζουν από τη μια οι διαφορετικές γενεές γυναίκων που είδαμε να παρελαύνουν στο έργο του σκηνοθέτη, προσπαθώντας θαρραλέα να κρατήσουν τη συνέχεια και την ισορροπία αυτού του εύθραυστου κόσμου. Κι από την άλλη τα φαντάσματα και οι σκελετοί, τα σκοτεινά ενθύμια ενός παρελθόντος που στέκει ως ο πιο θεμελιώδης, άρρηκτος και εφ΄όρου ζωής δεσμός του ανθρώπου.
Σαν τρυφερή συμβουλή ενός μεγαλύτερου και σοφότερου σε έναν ανυποψιάστο μικρότερο, όμοια με αυτή που βλέπουμε να δίνει κάποια στιγμή στο φιλμ η σαραντάχρονη ηρωίδα, οι «Παράλληλες Μητέρες» είναι η προτροπή του Αλμοδόβαρ να συμφιλιωθούμε με τα φαντάσματα και να τακτοποιήσουμε τους σκελετούς μας. Έτσι μόνο θα προχωρήσουμε άφοβα στο μέλλον. Γιατί, όπως μας είπε πρόσφατα και η εκπληκτική «Ανάμνηση» του Απιτσατπόνγκ Βερασετακούν, πολλά σε τούτη τη ζωή είναι απόηχοι και αντίλαλοι όσων έχουν ήδη συμβεί.