Ο Πεταλούδας
Papillon

Η απίστευτη ιστορία του «Πεταλούδα» Ανρί Σαριέρ που έγινε μπεστ σέλερ και έπειτα κλασική ταινία απόδρασης (1973), επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη με πρωταγωνιστές τους Τσάρλι Χάναμ και Ράμι Μάλεκ. Και παρότι κανείς δεν ζήτησε (ούτε) αυτό το ριμέικ, το φιλμ του Μίκαελ Νόερ δεν τα καταφέρνει κι άσχημα να χτίσει ακόμα έναν καθαρόαιμο ύμνο στην ανθρώπινη δίψα για ελευθερία.
Βασισμένος στο σενάριο της ομώνυμης ταινίας του 1973 με τους Στιβ ΜακΚουίν και Ντάστιν Χόφμαν και πριν απ’ όλα στην απίστευτη ιστορία του Ανρί Σαριέρ όπως την αφηγήθηκε στα μπεστ σέλερ αυτοβιογραφικά βιβλία «Papillon» και «Banco», «Ο Πεταλούδας» του Δανού Μίκαελ Νόερ με τους Τσάρλι Χάναμ και Ράμι Μάλεκ τολμά να αναμετρηθεί με ένα κλασικό στο είδος του φιλμ απόδρασης. Και παρότι κανείς δεν ζήτησε κάτι τέτοιο, δεν τα καταφέρνει κι άσχημα.
Όπως και το πρώτο φιλμ, έτσι και αυτό αποτελεί καθαρόαιμο ύμνο στην ανθρώπινη δίψα για ελευθερία. Αυτή ακριβώς που κατακλύζει τον Ανρί Σαριέρ (Χάναμ), έναν διαρρήκτη χρηματοκιβωτίων ο οποίος αφού κατηγορηθεί άδικα για φόνο στο Παρίσι της δεκαετίας του ‘30, στέλνεται με ισόβια στις φυλακές της Γαλλικής Γουιάνας. Εκεί, θα συμμαχήσει με τον ιδιόρρυθμο παραχαράκτη Λουί Ντεγκά (Μάλεκ) σε μία απέλπιδα προσπάθεια να βρει τρόπο απόδρασης, υπό την απειλή της διαβόητης απομόνωσης που περιμένει στο Νησί του Διαβόλου όποιον επιχειρήσει κάτι ανάλογο.
Οι πειστικές ερμηνείες από πλευράς Χάναμ και Μάλεκ αποτελούν το πιο στιβαρό συστατικό μιας ταινίας που τουλάχιστον κατά το ήμισυ ακολουθεί πιστά το σενάριο του πρώτου «Πεταλούδα».
Οι πειστικές ερμηνείες από πλευράς Χάναμ και Μάλεκ (τον Φρέντι Μέρκιουρι του ερχόμενου «Bohemian Rhapsody») στέκονται αξιοπρεπώς σε σχέση με αυτές των ΜακΚουίν και Χόφμαν, συνιστώντας παράλληλα το πιο στιβαρό συστατικό μιας ταινίας που τουλάχιστον κατά το ήμισυ ακολουθεί πιστά το σενάριο του πρώτου «Πεταλούδα». Από εκεί και ύστερα, συνεχίζει να χτίζει δίπλα στους δύο κεντρικούς πρωταγωνιστές τη δική του φήμη ο Δανός Ρόλαντ Μόλερ («Atomic Blonde»), στο ρόλο του σκληροτράχηλου συγκρατούμενού τους.
Παρά τις σεναριακές και κυρίως αισθητικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με το φιλμ του Φράνκλιν Τζ. Σάφνερ που εντοπίζονται κυρίως σε μία ελαφρά στροφή προς την περιπέτεια και μία θερμότερη χρωματική παλέτα, «Ο Πεταλούδας» του Νόερ διατηρεί τη λογική μιας ταινίας απόδρασης παλιάς κοπής. Από αυτές που ανέκαθεν μας έκαναν να αλυσοδενόμαστε ολόψυχα στο αίτημα του ήρωα για ελευθερία, ανάγοντάς το σε μάχη τιμής ενάντια σε έναν βάναυσο εξουσιαστικό μηχανισμό. Ως προς αυτό, η γκιλοτίνα που περιμένει στον προαύλιο χώρο εκείνους που θα εγκληματίσουν αποτελεί κλειδί στην ψυχολογία που χτίζει η ταινία. Μία ψυχολογία με πυξίδα τη λύτρωση, η οποία όσο κι αν μας είναι απολύτως γνώριμη από πρότερες κινηματογραφικές αναπαραστάσεις, παραμένει - εν προκειμένω τουλάχιστον - λειτουργική.