Ραμόνα
Ramona

Η Ραμόνα θέλει να γίνει ηθοποιός. Την ημέρα της πρώτης της ακρόασης θα έρθει εντελώς τυχαία πρόσωπο με πρόσωπο με τον Μπρούνο, τον τύπο με τον οποίο φλέρταρε την προηγούμενη μέρα και ο οποίος τυγχάνει σκηνοθέτης της ταινίας. Η μοίρα είναι στα αλήθεια μυστήριο πράγμα.
Πρώτη μεγάλου μήκους ταινία για την Ισπανίδα δημιουργό Άντρεα Μπάγκνι, η οποία συστήνεται με μια ρομαντική κομεντί «σφηνάκι», διάρκειας μόλις 80 λεπτών (Άντρεα, που ήσουν τόσο καιρό;) και σαφέστατες επιρροές από το Νέο Κύμα του γαλλικού κινηματογράφου, τους νευρωτικούς χαρακτήρες του Γούντι Άλεν και την ανανεωτική ματιά του «Frances Ha». Το αποτέλεσμα; Ένα υπέροχα αισθαντικό πορτραίτο για την γυναίκα του σήμερα, τα όνειρα και τον έρωτα.
Η Ραμόνα (Χερνάντεζ) έχει μετακομίσει πρόσφατα στην Μαδρίτη, μαζί με τον επί πολλά χρόνια σύντροφό της Νίκο (Καρίλ). Ένα πρωί θα γνωρίσει σε ένα καφέ τον Μπρούνο (Λάστρα), έναν μεγαλύτερο άνδρα με τον οποίο στο πέρας της ημέρας θα συζητήσουν περί ανέμων και υδάτων, μέχρι την στιγμή που και οι δυο τους θα συνειδητοποιήσουν την ολοένα και αυξανόμενη έλξη που νιώθουν ο ένας για τον άλλον. Η Ραμόνα, τρομοκρατημένη από τα ξαφνικά της αισθήματα για έναν άγνωστο, θα φύγει, βάζοντας έτσι τέλος στο εφήμερο φλερτ τους, μέχρι τουλάχιστον την επόμενη μέρα όπου θα συναντήσει και πάλι τυχαία τον Μπρούνο, αυτή την φορά ως σκηνοθέτη της ταινίας για την οποία η ίδια πρόκειται να περάσει από casting.
Η τυχαιότητα της ανθρώπινης συνάντησης και του αισθηματικού πεπρωμένου στο σινεμά του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ όπως έχει καταγραφεί στην θαυμάσια τριλογία του «Πριν…», μετουσιώνεται σε μια όχι εντελώς πρωτότυπη σε σύλληψη πλοκή, που όμως διαθέτει φινέτσα, εξαιρετικούς διαλόγους και μια φανταστική ερμηνεία από την ανερχόμενη Λούρντες Χερνάντεζ, εδώ στο πρωταγωνιστικό της ντεμπούτο σε μεγάλου μήκους ταινία.
Η Μπάγκνι (σε δικό της σενάριο) κινηματογραφεί την Ραμόνα σε φόντο ασπρόμαυρο, με μερικές μονάχα, πολύ συγκεκριμένες χρωματικές εναλλαγές είτε όταν η ηρωίδα παίζει τον μονόλογό της κατά την διάρκεια της ακρόασης, είτε όταν βρίσκεται μπροστά από την κάμερα ερμηνεύοντας τον ρόλο της, αφήνοντας να εννοηθεί πως ο πραγματικός κόσμος για την Ραμόνα δεν βρίσκεται εκεί έξω, στην «πεζή» καθημερινότητα του baby sitting και του κοινωνικά επιβεβλημένου προβληματισμού για το εάν και πότε μπορεί (ή θέλει) να γίνει μητέρα, αλλά μέσα στο κινηματογραφικό σετ, εκεί όπου ζει το όνειρό της.
Πολύ εύστοχα η Μπάγκνι φέρνει αντιμέτωπη την πρωταγωνίστριά της με τα διλλήματα της επαγγελματικής και προσωπικής ζωής. Η Ραμόνα μοιάζει να υποδύεται έναν ρόλο καθ’ όλη τη διάρκεια της μέρας – αυτόν της ευτυχισμένης συντρόφου και της ικανοποιημένης εργαζόμενης σε δουλειές που δεν την ικανοποιούν – γιατί έτσι πρέπει, έτσι επιτάσσουν οι ρυθμοί του σήμερα. Κατά έναν παράδοξο τρόπο, η μοναδική στιγμή που δεν υποκρίνεται, είναι όταν ακριβώς καλείται να αποδείξει την ερμηνευτική της δεινότητα κατά την διάρκεια του γυρίσματος, με την Χερνάντεζ να φέρνει στον νου τον χαρακτήρα της Έμμα Στόουν στο «La La Land» του Ντέιμιεν Σαζέλ, μια ακόμη ταινία με την οποία το φιλμ της Μπάγκνι διατηρεί μια μακρινή μεν, εκλεκτική δε συγγένεια.
Το φιλμ διατηρεί την γοητεία του και στον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται το ξαφνικό (ή όχι και τόσο) αδιέξοδο καρδιάς της Ραμόνα. Υπάρχει μια διάχυτη κατανόηση της κατάστασής της στην ατμόσφαιρα, μια λεπτότητα στον τρόπο με τον οποίο η ίδια διαχειρίζεται το αναπάντεχο της συνάντησης με τον Μπρούνο, σε βαθμό που το σενάριο μοιάζει βιωμένο σαν σε πραγματικό, έξω-αφηγηματικό χρόνο και όχι γραμμένο για την ταινία. Εδώ ακριβώς η Μπάγκνι αποδεικνύει και το ταλέντο της στην κατασκευή της πλοκής, μια γραφή που αφήνει τους χαρακτήρες να «αναπνεύσουν» ζωή, να πάθουν και να μάθουν, να κάνουν λάθη, να πέσουν και να σηκωθούν, να ερωτευθούν.
Το «Ραμόνα» είναι μια από εκείνες τις περιπτώσεις ταινίας που μπαίνουν στην κατηγορία «ευτυχής συγκυρία», αναμφίβολα ένα από τα καλύτερα φιλμ που θα δεις αυτήν την περίοδο στις αίθουσες και σίγουρα μια από τις πιο πρόσφατες, ευχάριστες εκπλήξεις της κινηματογραφικής σεζόν που διανύουμε.