Ρένφιλντ

Renfield

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2023
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: ΗΠΑ
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Κρις ΜακΚέι
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Ράιαν Ρίντλεϊ
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Nίκολας Χουλτ, Νίκολας Κέιτζ, Οκουαφίνα
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Μίτσελ Άμουντσεν
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Μάρκο Μπελτράμι
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 93
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Tanweer
    Ρένφιλντ

Αν και διασκευή «Δράκουλα», πρόκειται για ταινία-Φρανκενστάιν, που σώζεται και προκύπτει οριακά ανεκτός χαβαλές από τις αυτοσχεδιαστικές παρορμήσεις του (δυστυχώς αναξιοποίητου) Νίκολας Κέιτζ και από την έκδηλη πρωταγωνιστική στόφα του Νίκολας Χουλτ.

Από τον Γιάννη Βασιλείου

Eίναι εμφανές ότι η Universal εκλαμβάνει τα «τέρατά» της ως ανεκμετάλλευτο θησαυρό του καταλόγου της, αλλά δεν ξέρει τι ακριβώς να κάνει με αυτά. Επιχείρησε να μπει στον χορό του διευρυμένου σύμπαντος και των υπερηρωικών ανδραγαθημάτων με τη «Μούμια» και το αποτέλεσμα ήταν η σπάνια αστοχία του Τομ Κρουζ – δεν συναντάς συχνά ταινία του δημοφιλούς σταρ που να είναι τόσο all over the place, όπως λέμε και στο χωριό μου. Με τον «Αόρατο Άνθρωπο» φάνηκε να κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση. Αν και υπερβολικά θετικές οι κριτικές, ενδεχομένως (και) λόγω θέματος και συγκυριών, η ταινία πρόσφερε σασπένς, πέτυχε τον εκσυγχρονισμό του μύθου και μας άφησε θετικές εντυπώσεις, όχι γιατί αφορούσε τις κακοποιητικές σχέσεις, αλλά γιατί απέδιδε με κινηματογραφικό τρόπο την αίσθηση και τον διαρκή τρόμο ενός ανθρώπου που βρίσκεται σε μια τέτοια, «μεταφράζοντας» την απειλή του άλλου σαν μια διαρκή, αόρατη, πλην υπαρκτή και αισθητή παρουσία – άλλη φιλοσοφία κατασκευής, άλλο σινεμά γενικότερα, αλλά σίγουρα έχει δει πολλές φορές τη «Ρεβέκκα» ο Λι Γουάνελ.

Δυστυχώς για εκείνη, έπεσε πάνω στο ξέσπασμα της πανδημίας και η (διαφαινόμενη) ένδοξη ταμειακή πορεία της κόπηκε απότομα και μάλλον δεν «εντυπώθηκε» για τα καλά στο μυαλό των executives. Σαν αποτέλεσμα αυτής της «ατυχίας», όταν ήρθε η ώρα του επανασχηματισμού του «Δράκουλα», προέκυψε ο «Ρένφιλντ». Η ταινία του Κρις ΜακΚέι επιχειρεί να συνδυάσει τρεις διαφορετικές τάσεις. Η μία είναι (και πάλι) το υπερηρωικό σινεμά, και την επικαλείται δίνοντας στον πιστό κολαούζο του Κόμη Δράκουλα υπερφυσικές δυνάμεις, τις οποίες εκείνος χρησιμοποιεί για να σώσει αθώους και να κατατροπώσει τους κακούς, ξεπαστρεύοντάς τους με καρατιές αιματηρών αποτελεσμάτων. Από τον «Αόρατο Άνθρωπο» παίρνει το δίδαγμα της επίκαιρης θεματολογίας και εντάσσει στο μείγμα τη θεματική της τοξικής (επαγγελματικής) σχέσης με μια ναρκισσιστική προσωπικότητα, χωρίς, όμως, να αναπτύσσει κάποια προβληματική ή να έχει να καταθέσει κάτι επ’ αυτής πέρα από την απλή διαπίστωση (και διατύπωση) ότι ...«αυτά τα πράγματα καλό είναι να μην γίνονται». Το τρίτο στοιχείο είναι η αναδυόμενη τάση της ταινίας-meme, αυτής που στηρίζεται αποκλειστικά σε ένα διακειμενικό χωρατό, το  οποίο επαναλαμβάνει διαρκώς, ασχέτως αν έχει εξαντληθεί πριν καν πέσει το σήμα αρχής στην οθόνη από τον διαμοιρασμό του στα social. Εδώ το «meme» είναι ο Νίκολας Κέιτζ, τον οποίο αγαπά και πάλι η σοσιομιντιακή σφαίρα για τους ίδιους λόγους που τον χλεύαζε χυδαία, στον ρόλο του Κόμη Δράκουλα. Μέσα από τον συνδυασμό αυτών των τριων αντίρροπων τάσεων, ο «Ρένφιλντ» αποκτά μια ακούσια διακινηματογραφικότητα, καθώς ενώ διασκευάζει «Δράκουλα», προκύπτει ταινία – Φρανκενστάιν.

Φυσικά, ως πιστοί φαν του Κέιτζ ΚΑΙ κατά την περίοδο της μεγάλης κρίσης, απολαμβάνουμε τις υποκριτικές παρορμήσεις του, τα αναπάντεχα αυτοσχεδιαστικά ξεσπάσματα, ακόμα κι αν κάποιες φορές καπελώνουν συμπρωταγωνιστές και ταινία μαζί. Δεν είναι, όμως, κωμικός o Kέιτζ, χρειάζεται να του δώσεις και υλικό, μια παρτιτούρα για να σολάρει. Αν και απολαυστικός σε έναν ρόλο που ήθελε μια ζωή να παίξει, σενάριο και σκηνοθεσία τον αφήνουν αβοήθητο, έτσι μονοσήμαντα που προσεγγίζουν τον χαρακτήρα, το πρώτο δίχως να του δώσει σκηνές με ζουμί και μια στοιχειώδη δραματική σύγκρουση – πάντα στο πλαίσιο της ελαφρότητας που διέπει την ταινία, έτσι; - και η δεύτερη τοποθετώντας τον στο έργο σαν ένα...ζωντανό meme – αυτό που γράφαμε παραπάνω- θεωρώντας ότι και μόνο η παρουσία του και, μέσω αυτής, η Δευτέρα Παρουσία του Μπέλα Λουγκόζι, αρκούν για να πάρει φωτιά η οθόνη. Για να είμαστε δίκαιοι, αυτό συμβαίνει ενίοτε, περιμένει και μια έκπληξη τους φαν του Τοντ Μπράουνινγκ που δεν θα θέλαμε να χαλάσουμε, βοηθά την ταινία και η έκδηλη πρωταγωνιστική στόφα του Νίκολας Χουλτ – μάλλον χάσαμε έναν φανταστικό Μπάτμαν-  μα είναι μεγάλο κρίμα που η παράγωγή επιχείρησε να γεννήσει επιτυχία μέσω...αλγορίθμου και που η δημιουργική ομάδα δεν το παίδεψε περισσότερο, εστώ κι εντός αυτών των κυνικών, δημιουργικά ευνουχιστικών παραγωγικών ορίων. Είναι κρίμα, γιατί θα μπορούσαμε να έχουμε μια camp λιχουδιά, αντί για έναν οριακά ανεκτό χαβαλέ, που θα προκαλούσε ως και βαρυστομαχιά, αν η διάρκειά του δεν τιμούσε τις b-movie καταβολές του «προϊόντος», σε πείσμα των επίμονα ανοικονόμητων φιλμικών καιρών μας.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Ρένφιλντ
  • Ρένφιλντ