16 Φορές Άνοιξη

Seize Printemps

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2020
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Γαλλία
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Σουζάν Λιντόν
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Σουζάν Λιντόν
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Σουζάν Λιντόν, Αρνό Βαλουά, Φρεντερίκ Πιερό, Ντομινίκ Μπενεχάρντ
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Ζερεμί Ατάρντ
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Βενσάν Ντελέρμ
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 73'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: StraDa Films
    16 Φορές Άνοιξη

Με πυξίδα τη βιωματική ματιά της δικής της εφηβείας, η πρωτοεμφανιζόμενη Σουζάν Λιντόν υπογράφει και πρωταγωνιστεί πλάι στον Αρνό Βαλουά («120 BPM») σε μια ιστορία ενηλικίωσης με θέμα τον έρωτα μιας 16χρονης και ενός 35άρη. Από τα πλέον αξιοπρόσεκτα ντεμπούτα του 2020, που επιλέχθηκε από τα Φεστιβάλ Καννών, Τορόντο και Σαν Σεμπαστιάν και αγκαλιάστηκε από το κοινό των Νυχτών Πρεμιέρας.

Από τον Νεκτάριο Σάκκα

Οι πολλαπλές αποτυπώσεις του έρωτα, από τις θεμέλιες θεματικές όχι μόνο στο σινεμά αλλά και σε κάθε μορφή τέχνης, γνωρίζουν ακόμα μία εκδοχή, εν προκειμένω φεστιβαλικά προσφιλή και ανατρεπτική με το γάντι ως προς τις συνήθεις ρομαντικές στερεοτυπίες, στο σκηνοθετικό ντεμπούτο της Σουζάν Λιντόν, κόρης του Βενσάν Λιντόν («Titane»). Στο «16 Φορές Άνοιξη» (ή «Spring Blossom» αν προτιμάτε), η ερωτική αφύπνιση μιας έφηβης ευθυγραμμίζεται με το ξεπέταγμα προς την ενηλικίωση αλλά και με την εποχική αναζωογόνηση του παρισινού αστικού τοπίου. Μόνο που όπως και οι εποχές, έτσι και ο έρωτας, έχει ημερομηνία λήξης. Ειδικά όταν αφορά στο πρώτο σκίρτημα, ανάμεσα σε δύο αντίθετους κόσμους.

Εκείνη (στο ρόλο η ίδια η Λιντόν), μαθήτρια λυκείου στα 16 της, βαριέται αφόρητα τους συνομηλίκους και τη σχολική ρουτίνα. Εκείνος (στο ρόλο ο Αρνό Βαλουά του «120 BPM»), 35άρης ηθοποιός, προσπαθεί να βρει τον εαυτό του στο θεατρικό σανίδι. Η Σουζάν και ο Ραφαέλ προλαβαίνουν να ερωτευτούν μέσα από τις φευγαλέες συναντήσεις τους έξω από το θέατρο που αυτός κάνει πρόβες. Κι όμως, η άνθιση που ο έρωτας φέρνει, δεν συνεπάγεται και την απάντηση στα πάντα.

Η Λιντόν σκιαγραφεί περισσότερο μια πλατωνική επιθυμία βασισμένη σε έναν ιμπρεσιονιστικό υπαινιγμό, παρά ένα φλογερό πάθος στα όρια του κοινωνικά αποδεκτού

Η Σουζάν Λιντόν ξεκίνησε να γράφει το σενάριο του «16 Φορές Άνοιξη» στα 15 της, ολοκληρώνοντας το φιλμ μία πενταετία αργότερα και μεγαλώνοντας υπό μία έννοια μαζί του. Και αυτή η άγουρη εφηβική ματιά που πάει λίγο στα ψαχτά με όχημα τη διαίσθηση της τρέχουσας εμπειρίας προσπαθώντας να αγγίξει το μυστήριο του έρωτα, μα πρωτίστως εκείνο της μετάβασης από την παιδικότητα στην ενηλικίωση, αποτυπώνεται καθαρά στην οθόνη. Με τις απαντήσεις να μην είναι φυσιολογικά εκεί και τα ερωτήματα να πλανώνται, η Λιντόν σκιαγραφεί περισσότερο μια πλατωνική επιθυμία βασισμένη σε έναν ιμπρεσιονιστικό υπαινιγμό - χαρακτηριστικό παράδειγμα η σκηνή όπου οι δύο εραστές χορεύουν συγχρονισμένα στο καφέ ακούγοντας όπερα - παρά ένα φλογερό πάθος στα όρια του ηλιακά αποδεκτού. Δεν είναι η ιστορία μιας ακόμη «Λολίτας» αυτό που το κοινό μπορεί εδώ να περιμένει, ούτε ένα νέο «Call Me By Your Name».

Παρόλα αυτά, πρωταγωνιστής παραμένει και εδώ το εφήμερο, κάτι που υπογραμμίζουν εξαρχής οι συνδηλώσεις της άνοιξης που προαναφέραμε (εποχή, εφηβεία, πρώτο σκίρτημα). Για τη Λιντόν, ο πρώτος έρωτας είναι ένα εξ ορισμού μετέωρο βήμα δύο ατομικοτήτων προς το να γίνουν πρόσκαιρα ένα, για όσο το (κινηματογραφικό) κάδρο θα τους χωρά μαζί. Η ελλειπτική και επεισοδιακού τύπου προσέγγιση μαρτυρά πως η νεαρή σκηνοθέτις περισσότερο στέκεται στη σημειολογική αίσθηση του έρωτα και του εφηβικού αινίγματος, παρά στη δομική τους υπόσταση. Την ίδια στιγμή ο πανταχού παρών ρομαντισμός αντηχεί σε ένα ρετρό σάουντρακ που περιλαμβάνει Κριστόφ και Ζαν Μισέλ Ζαρ.

Όσο κι αν οι δυο ήρωες αποδεικνύονται επαρκώς προσβάσιμοι, ανάμεσα στη Σουζάν και τον Ραφαέλ καταγράφεται μια διαφορά βαρύτητας. Ο χαρακτήρας που ο Βαλουά καλείται να διαχειριστεί είναι ασφαλώς πιο σχηματικός, εμφανιζόμενος ως ένας καλλιτέχνης σε κρίση ταυτότητας που συγκρούεται με τον σκηνοθέτη του και διακατέχεται από το φόβο ότι δε θα μπορεί να παίξει. Αντίστοιχα, οι γονεϊκοί ρόλοι (Φρεντερίκ Πιερό και Φλοράνς Βιαλά) επίσης περιορίζονται μπροστά στην αδιαφιλονίκητη φιγούρα της 16χρονης Σουζάν σε ένα φροντιστικό πλαίσιο ασφάλειας και μια αγκαλιά αποδοχής, όχι ιδιαιτέρως μακριά από τη σκηνή που σημάδεψε το φινάλε του «Call Me By Your Name».

Στην εγγύτητα της Λιντόν με τον χαρακτήρα που υποδύεται και με τον οποίο αυτονόητα μοιράζεται πολλά καθώς μεγάλωνε μαζί του, μπορεί να αποδοθεί η οπτική ενός φιλμ που προτεραιοποιεί την ηρωίδα έναντι των υπόλοιπων ρόλων. Ταυτόχρονα όμως, είναι η ίδια άρρηκτη σύνδεση ανάμεσα στη δημιουργό και το δημιούργημά της που οδηγεί τη Λιντόν να προσφέρει μια σπάνια κινηματογραφική καταγραφή του έρωτα και της εφηβείας, δοσμένη μέσα από τη ματιά ενός ατόμου που διάβαινε ήδη το δικό του μονοπάτι προς την ενηλικίωση. Αυτό που μένει πλέον να αποδειχθεί είναι το αν η συγκυρία αυτή, που εδώ δούλεψε μια χαρά για τη νεαρή Γαλλίδα, θα αποτελέσει το έναυσμα μιας αξιόλογης σκηνοθετικής διαδρομής. Για την ώρα πάντως, το πρώτο δείγμα είναι θετικό.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • 16 Φορές Άνοιξη
  • 16 Φορές Άνοιξη