Το Νησί της Αποπλάνησης
Serenity

Υπερφορτωμένο, μπερδεμένο και συναισθηματικά αφασικό νουάρ που πάσχει από κρίση ταυτότητας, με πρωταγωνιστές έναν αναπάντεχα κακό ΜακΚόναχι, μία Χάθαγουεϊ που δε βρίσκει ποτέ χημεία μαζί του και μία Νταϊάν Λέιν διακοσμητική.
Ο Μπέικερ Ντιλ (Μάθιου ΜακΚόναχι) είναι καπετάνιος ενός μικρού αλιευτικού που περνά ήρεμα τις μέρες του ψαρεύοντας σε ένα εξωτικό νησί της Καραϊβικής, μέχρι που η επιστροφή της πρώην συζύγου του, Κάρεν (Αν Χάθαγουεϊ) θα ξυπνήσει σκιές από το παρελθόν. Η απεγνωσμένη βοήθεια που εκείνη ζητά εμπλέκει τον έφηβο γιο τους και τον ιδιαίτερα βίαιο νέο της σύζυγο (Τζέισον Κλαρκ). Όμως τα φαινόμενα απατούν, ιδίως στον κόσμο του νουάρ.
Μία πεντάδα δυνατών ονομάτων (πλάι στους προαναφερθέντες η Νταϊάν Λέιν και ο Ντζιμόν Χούνσου) και ο Στίβεν Νάιτ, σκηνοθέτης και σεναριογράφος του «Locke» και υποψήφιος για Όσκαρ σεναρίου με το «Βρώμικα Όμορφα Πράγματα», εμπλέκονται σε ένα υπερφορτωμένο, μπερδεμένο και συναισθηματικά αφασικό φιλμ μυστηρίου που θέλει πολύ να είναι ένα καλό νουάρ, αστοχώντας ωστόσο σε κάθε σημείο της προσπάθειας.
Θέλει πολύ να είναι ένα καλό νουάρ, αστοχώντας ωστόσο σε κάθε σημείο της προσπάθειας.
Στην εξέλιξη της ιστορίας που ασφαλώς δεν μπορεί να είναι αυτή που φαίνεται, προκύπτουν διπλές ταυτότητες, μια ιδιαίτερα άνευρη femme fatale (Χάθαγουεϊ) που σε κανένα σημείο δε βρίσκει χημεία με τον συμπρωταγωνιστή της, σχέσεις που δε βγάζουν κανένα νόημα (εκείνη του ΜακΚόναχι με τον Χούνσου είναι τέτοια), ένας δεύτερος γυναικείος χαρακτήρας που δεν παίζει κανέναν απολύτως ρόλο στην πλοκή καθιστώντας έτσι τη Λέιν διακοσμητική, καθώς επίσης μία μεταφυσικού τύπου απομακρυσμένη επαφή του κεντρικού ήρωα με τον γιο του που θυμίζει κάτι από το υπερφίαλο «Εξαιρετικά Δυνατά και Απίστευτα Κοντά».
Όλα αυτά ενδεχομένως να συναντιούνται σε ένα αλληγορικό σχόλιο πάνω στην ελεύθερη βούληση ή ακόμα και στην ενδοοικογενειακή βία, το οποίο ωστόσο χάνεται ανάμεσα σε αχρείαστες ανατροπές που καμία ουσιαστική τόνωση ενδιαφέροντος δεν προσφέρουν και μια σειρά από άβολα συναισθηματικά ξεσπάσματα του ΜακΚόναχι που ελπίζαμε να μην ξαναδούμε από κάποιον που τα τελευταία χρόνια έκλεισε στόματα με μία σειρά από υποδειγματικές ερμηνείες.