Kραυγή Σιωπής

Speak no Evil

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2024
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: ΗΠΑ/Κροατία/Καναδάς
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζέιμς Γουότκινς
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Τζέιμς Γουότκινς
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Τζέιμς Μακαβόι, Μακένζι Ντέιβις, Σκουτ ΜακΝέρι, Νταν Χιου
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Τιμ Μόρις-Τζόουνς
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Ντάνι Μπένσι, Σόντερ Γιούριανς
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 110'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Tanweer
    Kραυγή Σιωπής

Αχρείαστο τόσο για όσους εκτιμούν, όσο και για όσους σιχαίνονται την πρωτότυπη ταινία, το φιλμ διαθέτει τα στοιχειώδη για να ικανοποιήσει όσους αναζητούν μια αβαρή θριλερική εξόρμηση, αλλά όχι πολλά παραπάνω.

Από τον Γιάννη Βασιλείου

Tο σκανδιναβικό «Speak no Evil» (2022) μοιάζει με σαρδόνια σάτιρα κατά την πρώτη τουώρα, καθώς οι παρεξηγήσεις φαίνονται να προκύπτουν από πολιτισμικές και κοινωνικές διαφορές, δείχνει φτιαγμένο από το υλικό που φτιάχνονται τα όνειρα των αδερφών Κοέν – σκέψου τι απίθανη ταινία θα σκάρωναν με την ίδια μαγιά οι δαιμόνιοι αδερφοί και πόσα θα είχαν να πουν για τους καιρούς μας. Μετά την πρώτη ώρα επιχειρείται ένας απότομος σεναριακός ελιγμός που αλλάζει πλήρως τον τόνο και μεταβάλλει τη φύση όσων είδαμε, μετατρέποντας τα σε έναν  θρίαμβο της ευγένειας έναντι της αυτοπροστασίας – ο Φίντσερ είχε ξεμπερδέψει με όλα αυτά με μια (και μόνο) καταπληκτική και περιεκτική σκηνή στο «Girl with the Dragon Tattoo», να τα λέμε αυτά.  Και έτσι, ακολουθεί μια ταινία προβοκατόρικης βίας και χολερικής φύσης, πλήρως αντιδραστική, καθώς διατείνεται ότι έχουμε γίνει μαλθακοί και γι’ αυτό έκθετοι στην εξωγενή βία. Τόσα και τόσα έχει ακούσει το έρμο το «Death Wish», τουλάχιστον εκείνο είχε και μια μελαγχολία γύρω από αυτό που συνέβαινε, ενώ o Tάφντρουπ θέλει να αφυπνίσει τον vigilante μέσα σου, να σε κάνει να ωρύεσαι προς τους γελοία απαθείς χαρακτήρες, να θες να πάρεις τη θέση τους για να δώσεις ένα μάθημα στους επιτιθέμενους. Μιλώντας για γελοιότητα, στα μάτια μας λίγες σκηνές μπορούν να συναγωνιστούν την τελευταία σκηνή της ταινίας – ο Θεός του Σινεμά μας έσωσε και δεν του έδωσε μεγαλύτερο προϋπολογισμό για να γυρίσει το φινάλε στην έκταση που το οραματίστηκε αρχικά.

Φυσικά, κατανοούμε ότι το «Speak no Evil» αρέσει σε διόλου ευκαταφρόνητη μερίδα σινεφίλ και κριτικών, που στέκονται λιγότερο στο τι λέει και περισσότερο στον θριλερικό της αντίκτυπο – αν δεν σε πετάξει εκτός ο τρόπος του Τάφντρουπ, το τελευταίο  τέταρτο της ταινίας όντως μπορεί να σε σοκάρει, ακόμα και να σε τραυματίσει. Αυτή η μερίδα θεατών θα βρει το αμερικανικό ριμέικ της ταινίας νερωμένο και παντελώς αχρείαστο, ίσως θυμηθεί και την περίπτωση του «Spoorloos» και του «Vanishing» - ο Σλουίζερ, βέβαια, είναι φιλόσοφος, ενώ ο Τάφντρουπ τρολ, ας μη συγκρίνουμε ανόμοια μεγέθη. Εκείνοι που απεχθάνονται την πρωτότυπη ταινία, καθόλου δεν χρειάζονται το ριμέικ. Ναι, θα βρουν κάποιες «διορθωτικές» πινελιές, αλλά λόγω των πολλών ομοιοτήτων, αυτό που μένει είναι μια επαναφορά της πικρής επίγευσης της πρώτης ταινίας. Και ναι, η τρίτη πράξη αλλάζει, αλλά μοιάζει περισσότερο με το «Μόνος στο Σπίτι», παρά με τα «Αδέσποτα Σκυλιά» - και ο Τζέιμς Γουότκινς μάλλον στόχευε στο δεύτερο.

Τώρα, υπάρχουν κι εκείνοι που τώρα θα έρθουν για πρώτη φορά σε επαφή με το «Speak no Evil», που δεν έχουν ιδέα ότι αποτελεί ριμέικ και απλώς είδαν Blumhouse, είδαν ΜακΑβόι, είδαν τρόμο και μπήκαν στην αίθουσα. Για αυτούς, λοιπόν, να αναφέρουμε ότι αυτή η ταινία ξεκαθαρίζει από νωρίς τις θριλερικές προθέσεις της και παίζει απλώς το παιχνίδι της εκκρεμότητας και της αναστολής του ξεσπάσματος της Βίας. Το σασπένς και η αγωνία στηρίζονται περισσότερο στο σενάριο και λιγότερο στη σκηνοθεσία, αν και πιστώνεις στον Γουότκινς μια σκηνή όπου η παρουσία του ΜακΑβόι θα γίνει αντιληπτή μόνο εκείνους που σκανάρουν όλο το κάδρο.

Ο Σκωτζέζος ηθοποιός είναι η κεντρική ατραξιόν του φιλμ, πραγματοποιεί ακόμα μια εμφάνιση σταρ, φτιάχνει την απειλή εκεί που ο Γουότκινς αδυνατεί, βάζει και πρόσθετο χιούμορ στο μίγμα. Πραγματικά, χαίρεσαι να τον βλέπεις, τουλάχιστον μέχρι την γκροτέσκο κορύφωση, που παθαίνει «Split» και μεταμορφώνεται σε διαφορετική προσωπικότητα. Γενικά, είναι άλλος ηθοποιός ο ΜακΑβόι μετά την ταινία του Σιάμαλαν, η ευγένεια και η λεπτότητα έχουν αντικατασταθεί από μια ερμηνευτική vulgarite, από μια υπερβολή που μπορείς να διαγνώσεις αν, για παράδειγμα, συγκρίνεις τον καθηγητή Χ του στο «Dark Phoenix» με εκείνον των προηγούμενων ταινιών Χ-Men.  Φάση είναι, πιστεύουμε ότι ο ηθοποιός θα βρει την ισορροπία στο μέλλον και ελπίζουμε οι επιλογές του να μην περιοριστούν σε ταινίες είδους για να σκοτώσεις την ώρα σου, όπως αυτή εδώ.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Kραυγή Σιωπής
  • Kραυγή Σιωπής