Oι Αναλώσιμοι 4
Τhe Expendables 4
Περισσότερο πρωταγωνιστικό όχημα του Στέιθαμ, παρά νέα περιπέτεια των «Αναλώσιμων», το φιλμ μάλλον δεν αποτελεί ταινία για την οποία ο Βρετανός πρωταγωνιστής θα αισθάνεται περήφανος - για τον Σλάι ούτε λόγος.
Aν έπρεπε να περιγράψουμε τους Expendables σε μια γραμμή, θα λέγαμε ότι είναι οι βρόμικοι Avengers. Ως αντίστοιχη εκπλήρωση μιας αγορίστικης εφηβικής ονείρωξης, το φιλμ συγκέντρωνε μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές φιγούρες δράσης των ‘80s, τις πάντρευε με σταρ νεότερης γενιάς και, υπό την καθοδήγηση του Σταλόνε μπροστά και πίσω από τον φακό, πρόσφερε χειροποίητο, καλοσκηνοθετημένο, απενοχοποιημένα macho θέαμα, ακριβώς αυτό που ζητούσε το κοινό του δηλαδή.
Η επιτυχία του γέννησε ένα franchise, μα ο Σταλόνε είχε αρχίσει να δείχνει τα πρώτα σημάδια «αποχώρησης», παραχωρώντας την καρέκλα του σκηνοθέτη σε άλλους. Στο δεύτερο μέρος συγκεντρώθηκαν ακόμα περισσότεροι σταρ και ο τόνος έγινε πιο κωμικός. Αν ήθελες να ψέξεις το φιλμ, θα έλεγες ότι από την εμφάνιση του Τσακ Νόρις και έπειτα μετατρεπόταν στο κινηματογραφικό ανάλογο ενός meme. Mετά ήρθε και το τρίτο, που παρέπεμπε σε Cannon – για κάποιους καλή, για κάποιους κακή Cannon- και έμοιαζε πιο πρόχειρο σε σχέση με τα προηγούμενα, με τον Σλάι να δείχνει πια αποστασιοποιημένος και στην οθόνη.
Ε, το τέταρτο μέρος μόνο το brand name χρησιμοποιεί, σε βαθμό που δεν γνωρίζουμε αν θα έπρεπε να το επικαλείται, καθώς δεν διαθέτει το (στα μάτια μας) δομικό για το franchise στοιχείο του παντρέματος επί της οθόνης μεγάλων σταρ του σινεμά δράσης, ενώ ο «αρχιτέκτονάς» του εμφανίζεται μόλις για λίγα λεπτά, για να επιστρατεύσει το κωμικό timing που είδαμε και στο τηλεοπτικό «Tulsa King», ίσως να δείξει και στους υπόλοιπους πώς ποζάρει κάποιος με τη στόφα του σταρ. Στους υπόλοιπους, πλην του Στέιθαμ, βέβαια, που διαθέτει το χάρισμα και το παράστημα ώστε να σε πείσει πως όσα παρακολουθείς έχουν μια υποψία βαρύτητας. Και λέμε υποψία γιατί δεν βοηθούν καθόλου ούτε το σενάριο του ποδαριού, ούτε η άχαρη κινηματογράφηση της δράσης που δεν αναδεικνύει το «βρωμόξυλο», ούτε η εξαμβλωματική χρήση του CGI, από τα αιματηρά αποτελέσματα των χτυπημάτων των ηρώων, μέχρι την αντικατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος. Και, με δεδομένο ότι η όλη υπόθεση εξελίσσεται σε πρωταγωνιστικό όχημα του Στέιθαμ, μάλλον δεν είναι μια ταινία για την οποία ο στιβαρός Βρετανός πρωταγωνιστής θα αισθάνεται περήφανος – για τον Σταλόνε δεν το συζητάμε καν. Με έναν ειρωνικό τρόπο το θέαμα τιμά τον τίτλο του, μα ίσως περάσεις καλά αν οι προσδοκίες σου δεν υπερβαίνουν το επίπεδο μιας μέσης VOD παραγωγής που «κοσμεί» το βιογραφικό των λοιπών μελών της ομάδας.