Το Ήσυχο Κορίτσι
The Quiet Girl

Το «Ήσυχο Κορίτσι» ήταν μια από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις, αλλά και μια από τις πιο όμορφες κινηματογραφικές ιστορίες του 2022. Δεν αναφέρομαι στην πλοκή του αλλά στην αναπάντεχη επιτυχία του που χτίστηκε αποκλειστικά χάρη στο word of mouth. Μια επιτυχία που ξεκίνησε από το τμήμα «Generation» του περσινού Φεστιβάλ Βερολίνου, συνεχίστηκε με στρατηγικά επιλεγμένες προβολές σε ολόκληρο τον κόσμο (μεταξύ αυτών οι δύο ήταν στην Αθήνα, στο πλαίσιο των 28ων Νυχτών Πρεμιέρας) και κορυφώνεται στις μέρες που διανύουμε με μια επάξια κερδισμένη θέση στην πεντάδα για το Όσκαρ Καλύτερης Διεθνούς (sic) Ταινίας.
Μια μικρή ταινία με τεράστια καρδιά, «Το Ήσυχο Κορίτσι» του πρωτοεμφανιζόμενου Κόλουμ Μπερέιντ επιλέγει τη συντομότερη δυνατή οδό προς το συναίσθημα για να πει με συγκλονιστικά απλό κι αποτελεσματικό τρόπο της ιστορία της "Cáit" (που κανονικά διαβάζεται Κόοτ, με μια υποψία σίγμα στο τέλος): «Λόγω της εγκυμοσύνης της μητέρας της, η Κοτς, ένα πραγματικά ήσυχο κορίτσι, θα περάσει το καλοκαίρι (σ.σ. του 1981) με ανάδοχους γονείς. Χάρη στη φροντίδα τους, θα βρει σιγά σιγά τη φωνή της στο ειδυλλιακό σκηνικό της ιρλανδικής υπαίθρου. Ενώ όμως μεταξύ των μελών της νέας της οικογένειας υποτίθεται πως δεν υπάρχουν μυστικά, εκείνη θα ανακαλύψει ένα.»
Ακόμη κι η συντετμημένη επισύναψη αυτής της αδέξιας απόπειρας για σύνοψη που γράφτηκε πριν τις Νύχτες Πρεμιέρας, επαναφέρει εκείνη την ανομολόγητη αγωνία να μην αδικηθεί ένα εύθραυστο φιλμ, απ' αυτά που κάθε φράση και κάθε λέξη, κάθε ήχος και κάθε ματιά μπορεί να αλλάξει τα πάντα στις προσδοκίες που γεννά, τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια της θέασης. Το πρώτο από τα πολλά υπέροχα συμπτώματα της επιτυχίας του «Ήσυχου Κοριτσιού» είναι πως υπάρχει ένας δημιουργός που ξέρει να ισορροπήσει κάθε συνιστώσα του έργου του. Ο Μπέρειντ άγεται ως πρωτοεμφανιζόμενος, φέρεται όμως με τη σιγουριά ενός ολοκληρωμένου καλλιτέχνη που έχει τον απόλυτο έλεγχο και γνωρίζει τη βαρύτητα κάθε αισθητικής του επιλογής. Και το φιλμ βρίθει ιδιαίτερων εικαστικών επιλογών που αξίζει κανείς να ανακαλύψει στη μεγάλη οθόνη και τις συνθήκες μιας κινηματογραφικής αίθουσας, αφού η εικόνα και η ηχητική μπάντα είναι γεμάτες από μικρές λεπτομέρειες που δίνουν παλμό σε μια εγγενώς χαμηλόφωνη ταινία. Ανεπαίσθητες παρεμβάσεις σε ένα πανέμορφο με όλα τα μέτρα και σταθμά φιλμ, πλασμένες να ανακαλούν μια μικροτονική ανησυχία βιωμένη μέσα από το χαρακτήρα ενός ανήλικου κοριτσιού που περιμένει να γνωρίσει μια οικογένεια και λίγη αγάπη.
Η ταινία βασίζεται στο βραβευμένο δίηγημα «Foster» της Κλερ Κίγκαν, μια compact εκδοχή του οποίου μπορείτε να βρείτε δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του New Yorker.
Ίσως αυτό να είναι και το μόνο σοβαρό που μπορεί να καταλογίσει κανείς στο φιλμ, ότι είναι υπερβολικά δουλεμένο στα ψιλά του γράμματα. Υπάρχουν στιγμές που η σχολαστικότητα του σκηνοθέτη σε καταπίνει κι άλλες που αποδεικνύουν πόσο ευαίσθητο μοιάζει πλέον το εγχείρημα μιας ταινίας που δεν οδηγείται απ' την πλοκή, αλλά από ένα ειλικρινές, ειλικρινέστατο συναίσθημα, μακριά από κάθε εμπορική ή φεστιβαλική σκοπιμότητα. Μπορεί «Το Ήσυχο Κορίτσι» να αναδείχθηκε μέσα από τα φεστιβάλ, έχει όμως ένα δικό του ρυθμό που πηγάζει απ' την Ιρλανδική ύπαιθρο και μια κατάδική του αίσθηση της αφηγηματικότητας, στοιχεία που το προόριζαν να κριθεί κάπου στο γούστο του γενικού κοινού. Όχι δηλαδή στο ζύγι όσων έχουν νομίζουν πως ξέρουν κι έχουν προαποφασίσει τι κάνει μια καλή ταινία.
Και το γενικό κοινό δεν λάθεψε. Πήρε ένα φιλμ χωρίς trailer, χωρίς παράσημα, με σύνοψη που ήταν χειρότερη ακόμα κι απ' τη δική μου, σε μια γλώσσα που πρέπει να έχεις πολύ μεγάλη φαντασία για να καταλάβεις πως προφέρει τα βασικά μέρη του λόγου της και την έφτασε μέχρι τα Όσκαρ. Χάρη στην καθαρότητα των προθέσεων ενός σεναρίου που δεν γράφτηκε για να συναρπάσει αλλά συγκινεί αυθόρμητα, λίγο πριν πέσουν οι τίτλοι τέλους συντονίστηκε σύσσωμο με τον ψίθυρο ενός 9χρονου κοριτσιού. Όλη η ουσία της ταινίας σε μία λέξη και μία αγκαλιά που για μια έστω στιγμή γεφύρωσαν τις όχθες μιας ανοιχτής πληγής. Κορύφωση και συνάμα φινάλε σε μια μικρή ταινία από την Ιρλανδία, η οποία μπορούμε με σιγουριά να πούμε πως θα συνεχίσει να μεγαλώνει μέσα στο χρόνο, παρόλο που κατέκτησε νωρίς status μοντέρνου κλασικού.