Η Θετική Πλευρά της Ζωής

The Upside

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2017
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: ΗΠΑ
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Νιλ Μπέργκερ
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Τζον Χάρτμιρ
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: ΚέβινΧαρτ, Μπράιαν Κράνστον, Νικόλ Κίντμαν, Γκολσιφτέ Φαραχανί, Τζουλιάνα Μαργκούλις
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Στιούαρτ Ντράιμπεργκ
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Ρομπ Σίμονσεν
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 126'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Odeon
    Η Θετική Πλευρά της Ζωής

Ριμέικ μιας πολύ αγαπημένης του κοινού γαλλικής ταινίας του 2011, στην οποία ένας (φτωχός) μαύρος χωρίς στον ήλιο μοίρα αναλαμβάνει εναντίον κάθε λογικής έναν (πλούσιο) λευκό τετραπληγικό χωρίς στον ήλιο μοίρα και βοηθά ο ένας τον άλλον να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες της ζωής.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Η φυλετικά ευαισθητοποιημένη κριτική που γνωρίζει την δεύτερή της νεότητα στην εποχή μας μετά τις γνησιότερα προοδευτικές δεκαετίες του ‘50 και του ‘60, μπορεί να περάσει τέλεια τσακίζοντας την κεντρική ιδέα των δύο έργων με τον άξεστο, αγροίκο με την χρυσή καρδιά μαύρο της και τον συγκαταβατικό, ευγενή και δεκτικό λευκό με την επίσης χρυσή καρδιά (και τα πιο υπαρξιακά προβλήματα έναντι των πεζοδρομιακών του μαύρου). Από εκεί μπορεί να γράψει κανείς οκτάστηλο φιλιππικό κατά της ντροπιαστικής αντιδραστικότητας του εγχειρήματος. Κανείς. Όχι αυτός ο υπογράφων- που αδιαφορεί σχετικά για την αναπαραγωγή επιδερμικών νεοϊδεολογημάτων (sic) που ελάχιστη επαφή με τις προθέσεις και την λειτουργία ενός έργου σαν αυτό έχουν.

Όχι πως η στερεοτυπικότητα δεν παίζει ρόλο εδώ. Φυσικά κι υπάρχει – επιστρατεύεται για να διευκολύνει το συναισθηματικό σκεπτικό της. Ωραία θα ήταν να υπήρχε και το αντίθετο – μα τι λέω; Στην δίπλα αίθουσα παίζει το «Πράσινο Βιβλίο». Όλα καλά λοιπόν, η (θεμιτή κι επιθυμητή) αλλαγή έχει αρχίσει, μπορούμε ν’ απαλλάξουμε την κριτική μας από την ιδεολογική ξηροστομία.

Οι νέοι «Άθικτοι» λοιπόν δεν θα είναι τόσο αγαπημένοι από τα πλήθη γιατί, πρώτον δεν είναι γαλλικοί – άρα δεν μπορούμε να πουλήσουμε κουλτούρα πως μας ξετρέλανε μια ευρωπαϊκή ταινία (με εντελώς αμερικανικό γύρισμα και αισθητική λογική). Δεύτερον γιατί ακόμα κι αν ο Μπράιαν Κράνστον είναι τουλάχιστον εξίσου καλός με τον Φρανσουά Κλουζέ στο ρόλο του καθηλωμένου (και λιγότερο χαμογελαστά εκλιπαρών τη συμπάθεια του κοινού), ο ακόμα και συγκρατημένος Κέβιν Χαρτ δεν μπορεί να κρατήσει ούτε το κερί του εκρηκτικού Ομάρ Σί της πρωτότυπης ταινίας. Καθώς δε το δεύτερο φιλμ πρέπει να παίξει και το σταριλίκι του Χαρτ, παίρνει και πρόσθετο χρόνο στην πλοκή του δεύτερου έργου που δεν μας απασχολεί στο πρώτο – κι έτσι και το έργο βγαίνει και πιο ανοικονόμητο στις πάνω από δύο ώρες. Το τελευταίο είναι και η πρακτικά μοναδική, τόσο έμμεση, νύξη της ταινίας στα χρώματα των πρωταγωνιστών. Η ταινία προτιμά να διαλέξει, εκτιμητέα, μια κάψουλα ελεύθερη αναφορών χιλιοειπωμένων και αχρείαστων στην αφήγηση και το πανανθρώπινο θέμα.

Από εκεί και μετά η φιλική προς τον δέκτη σκηνοθεσία ενός σεναρίου φτιαγμένου για (κατάμεστες) λαϊκές απογευματινές προβολές και σοσιομιντιακό φιλελευθερισμό, κυλάει ευχάριστα, χωρίς κανέναν αφηγηματικό ή θεματικό κίνδυνο και προτείνεται ιδιαίτερα για ένα crash test πολιτισμών που απορρέει από τις αλλαγές ανάμεσα στις δύο ταινίες. Έτσι η γαλλική ταινία αναδίδει έναν ευρωπαϊκό κοσμοπολιτισμό στην κατάδειξη του πλούτου, εκεί που οι επαρχιώτες Αμερικάνοι πρέπει να δείξουν τεχνολογική πολυτέλεια και γκάτζετς. Οι Γάλλοι είναι ευγενείς και λεπτοί στις χοντράδες τους, οι Αμερικάνοι θα πρέπει να φτιάξουν έναν παχύσαρκο αστεϊσμό γύρω από την αλλαγή ενός καθετήρα. Οι Γάλλοι μιμούνται καλύτερα τους Αμερικάνους στο προσεκτικό, γρήγορο αλλά λιτό μοντάζ, οι Αμερικάνοι έχουν χάσει τα αυγά και τα πασχάλια και προδίδουν την σκηνοθετική τους κρίση. (Όταν βλέπεις ένα απλό κυνηγητό με αυτοκίνητα από σαράντα οπτικές γωνίες σημαίνει ότι ο σκηνοθέτης δεν ήξερε ούτε πώς να το δείξει, ούτε πώς να το ντεκουπάρει).

Οι Αμερικανοί απευθύνονται σ’ ένα κοινό που δεν έχει ιδέα από κλασσική μουσική οπότε ο (λευκός, φυσικά) πρωταγωνιστής παρότι ένας connoisseur της μουσικής ακούει τα κλασσικότερα των κλασσικών (και πρυτανεύει η μουσική του) ενώ ο Γάλλος ομόλογός του έχει (λίγο) πιο ασυνήθιστο γούστο και, προοδευτικά, γοητεύεται και από την πιο σύγχρονη μουσική. Οι δυο ταινίες είναι γεμάτες από τέτοιες μικροδιαφορές που σχεδόν στο σύνολό τους προδίδουν ένα γούστο παραπάνω στην γαλλική ταινία, μια αισθητική αχρωματοψία παραπάνω στην χολιγουντιανή της εκδοχή.

Παραδόξως η αμερικανική ταινία έχει έναν αέρα λιγότερο αίσιο (όπως κι ένα φινάλε διαφορετικό) από την γαλλική, που στην αμερικέν αναπαραγωγή της συνταγής της καλοπερνάει περίπου αδιάκοπα. Πλην των ορκισμένων του αλλόγλωσσου ρεπερτορίου κανείς δεν θα κλάψει τα λεφτά του, ωστόσο δεν μπορείς να πεις πως σε τόσο δύσκολους καιρούς είναι και ταινία να δώσεις το κινηματογραφικό αιθουσιακό βράδυ σου. Οι θιασώτες των multiplex, πάντως, που διαλέγουν ταινία με το αλάνθαστο κριτήριο του «ποια παίζει τώρα;», μια χαρά θα περάσουν.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Η Θετική Πλευρά της Ζωής
  • Η Θετική Πλευρά της Ζωής