Η Τελευταία Νύχτα του Φράνκο Αμόρε

L'ultima notte di Amore

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2023
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Ιταλία
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Αντρέα ντι Στέφανο
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Αντρέα Ντι Στέφανο
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Πιερφραντσέσκο Φαβίνο, Λίντα Καρίντι, Αντόνιο Γκεράρντι, Φραντσέσκο ντι Λέβα
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Γκουίντο Μικελότι
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Σάντι Πουλβιρέντι
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 124'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Rosebud21
    Η Τελευταία Νύχτα του Φράνκο Αμόρε

O Φράνκο Αμόρε είναι ένας έντιμος αστυνόμος στην τελευταία μέρα της 35ούς θητείας του. Και ως είθισται σε κάθε αστυνομικό έργο που σέβεται τον εαυτό του, πρέπει να προσέχεις πάρα πολύ τι κάνεις την τελευταία μέρα. Ένα απολαυστικό αστυνομικό θρίλερ από την Ιταλία, που με λίγη παραπάνω επιμέλεια θα ήταν μια μεγάλη προσθήκη στο είδος.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Δεν είναι λίγες οι ταινίες που μας γονάτισαν ταυτίζοντάς μας με έναν κεντρικό χαρακτήρα στην μέρα που του σφραγίζει τη ζωή. Είτε είναι μια...«Training Day» (Αντουάν Φούκουα, 2001), είτε μια τελευταία δουλειά για έναν φίλο στον «Νόμο του Καρλίτο» (Μπράιαν ντε Πάλμα, 1993), με πάμπολλες κινηματογραφικές στάσεις ενδιάμεσα κι έκτοτε, το σινεμά έχει δικό του κανόνα μιλώντας για την τραγική ειρωνεία της ζωής που θέλει να περιγράψει.

Γράφοντας για την προηγούμενη ταινία του Ντι Στέφανο, «3 Δευτερόλεπτα» (2019), ανέφερα: «Κρίμα τελικά περισσότερο γιατί η καλή πρόθεση, έστω και με στερεοτυπική ιστορία, θέλει ένα στυλ [....], μια προμελέτη στο στήσιμο και το ντεκουπάζ.» «Η Τελευταία Νύχτα του Φράνκο Αμόρε» υπερτερεί ακριβώς στην προμελέτη της, στο πώς η ύπαρξη αυτής επιτρέπει μια εμβάθυνση στους χαρακτήρες, την συμβολιστική, αλλά και αυτό που θα λέγαμε σκηνοθετική πληρότητα της δράσης. Χάρη σε μια (σχεδόν) αριστοτελική ενότητα χώρου, χρόνου και δράσης, η ταινία που είχε την πρεμιέρα της στο φεστιβάλ του Βερολίνου απογειώνεται ατμοσφαιρικά, σου εντυπώνει τον χώρο της, δένεσαι με τον ήρωά της και βιώνεις το αίσθημά της με τρόπο που το σινεμά δράσης (ειδικά) λησμονεί συστηματικά. Στο τέλος, είσαι βέβαιος, αυτή η ανισόπεδη διάβαση, αυτή η σήραγγα, αυτή η γέφυρα, είναι πια τόποι της κινηματογραφικής σου μνήμης.

Έχοντας το προνόμιο αυτής της συμπύκνωσης της ιστορίας και της δράσης – στην ουσία μια υπόθεση λαθρεμπορίου που πάει στραβά – ο Ντι Στέφανο υποπίπτει σε κάποια παραπτώματα που ήθελαν λίγη παραπάνω σεναριακή υπομονή στην εκ μέρους του κατασκευή. Το ένα σχετίζεται με την σκηνή των διαμαντιών στη γέφυρα και το άλλο με το ότι ο ήρωάς μας λύνει πρακτικά την υπόθεση επιτόπια, χάρη σε μια σειρά ευκολιών που δεν έχουν θέση στο σινεμά των καλύτερων του είδους. Αν αυτές οι δύο σκηνές έλειπαν, ή αν ο Ντι Στέφανο έφτιαχνε καλύτερα ευρήματα - και μόνταρε πειστικότερα τη σκηνή της γέφυρας - κανένας καλοπροαίρετος κριτικός νους δεν θα σκόνταφτε και η ταινία θα απογειωνόταν κανονικά.

Άλλωστε από τον αέρα ξεκινά. Με ένα εναέριο πλάνο που σου στεγνώνει τα μάτια, ο Ντι Στέφανο περιηγείται σχεδόν ολόκληρο το μητροπολιτικό Μιλάνο «ψάχνοντας» την αρχή της ιστορίας του, το διαμέρισμα του ήρωα στην διάρκεια ενός πάρτι-έκπληξης για την συνταξιοδότησή του. Σύντομα θα μάθουμε ότι αυτή δεν είναι η αρχή της ιστορίας, ενώ και το in media res αυτό θα ανατραπεί εν συνεχεία από μια αφήγηση που θα στραφεί από το αντικειμενικό στο υποκειμενικό αφηγηματικό πλάνο. Όλα τους είναι χωνεμένα οργανικά, το συναίσθημα της ταύτισης βαθαίνει, η ατμόσφαιρα δεν πληγώνεται ποτέ.

Αντίθετα μάλιστα. Κάπου εκεί στο 40ό λεπτό, ανυποψίαστα, από μια ωφέλιμη σκηνή διαλόγου, ξεκινά μια 20λεπτη σεκάνς (σχεδόν) ανθολογίας, από εκείνες που όταν είναι τέλειες σε διακτινίζουν για πάντα στη χώρα τους. Παρά τις πλαστικές μικροατέλειες και εδώ, που κυρίως αφορούν στην ασαφή κάμερα του Ντι Στέφανο, η ένταση της σκηνής ξαναστεγνώνει τα μάτια σου, αυτή τη φορά επειδή ξεχνάς να τα ανοιγοκλείσεις. Στην καλύτερη παράδοση ενός Μάικλ Μαν, ο οποίος -λογικά εντελώς- πλανάται διαρκώς πάνω από το έργο, τα γεγονότα σφίγγουν την αγχόνη γύρω από τον ήρωά μας, φέρνοντας ταυτόχρονα στο νου την αίσθηση που είχες στην σκηνή της θαλαμηγού στον Καρλίτο του Ντε Πάλμα. Η μοίρα εξυφαίνεται άπαξ και έκανες την επιλογή σου. Και η ύφανση κάποτε τυλίγει το νήμα στον λαιμό.

Ακόμα και εν μέσω των σεναριακων ευκολιών, η αξημέρωτη νύχτα του Φράνκο Αμόρε επιφυλάσσει ανατροπές που ναι μεν αρμόζουν στην πλοκή και τα νουάρ στοιχεία της, αλλά ταιριάζουν και στη φύση των χαρακτήρων όπως έχουν αναδειχθεί. Το τελικό λογύδριο του ήρωα στον Κινέζο γκάνγκστερ αποκτά έτσι ένα παραπάνω βάρος, χάριν βέβαια και της ερμηνείας που παραδίδει ο συστηματικά άψογος Πιερφραντσέσκο Φαβίνο: Γίνεται μια γλυκόπικρη, αμοραλιστική αποδοχή πεπρωμένου, διαιρώντας συναρπαστικά την σήμανση του τίτλου της ταινίας. «Η Τελευταία Νύχτα του Φράνκο Αμόρε» επεκτείνεται πέρα από τους τίτλους του τέλους και δένει αρμονικά στους επίμονους, γεμάτους ‘80ς (από τηλεοπτικό Miami Vice, μέχρι Αρτζέντο) λυρισμό ήχους της μουσικής του Σάντι Πουλβιρέντι. Και ο συμβολισμός του ονόματος υποδηλώνει πολλαπλά ότι ο Αντρέα Ντι Στέφανο δούλεψε σε βάθος τις επιπτώσεις της ιστορίας του.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Η Τελευταία Νύχτα του Φράνκο Αμόρε
  • Η Τελευταία Νύχτα του Φράνκο Αμόρε