Uncharted

Uncharted

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2022
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ:ΗΠΑ
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ρούμπεν Φλάισερ
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Ρέιφ Τζάντκινς, Αρτ Μάρκουμ, Ματ Χόλογουεϊ
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Τομ Χόλαντ, Μαρκ Γουόλμπεργκ, Αντόνιο Μπαντέρας, Τάτι Γκαμπριέλ
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Τσανγκ-Χουν Τσανγκ
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Ραμίν Τζαβάντι
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 116'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Feelgood Entertainment
    Uncharted

Η μακρά παράδοση των αναιμικών μεταφορών βιντεοπαιχνιδιών στη μεγάλη οθόνη συνεχίζεται με το «Uncharted», μια ταινία που όταν μεγαλώσει, θα ήθελε να γίνει «Ιντιάνα Τζόουνς» και «Επικίνδυνες Αποστολές».

Από τον Γιάννη Βασιλείου

Δεν ξέρουν πια τι άλλο να κάνουν οι παραγωγοί κινηματογραφικών διασκευών δημοφιλών βιντεοπαιχνιδιών. Από επιστράτευση τραβηχτικών ονομάτων μπροστά από την κάμερα, μέχρι και την πρόσληψη δημιουργών πίσω από αυτή δοκίμασαν– θυμάστε το χαοτικό «Assassin’s Creed» του Τζάστιν Κερζέλ;- μα το αποτέλεσμα ήταν μια (ούτε καν χρυσή) μετριότητα στην καλύτερη περίπτωση. Κι ενώ έχουμε δει κατά καιρούς πολύ ωραίες ταινίες πάνω στην κουλτούρα των βιντεοπαιχνιδιών, όπως το «The King of Kong» ή το «Ready Player One», είναι να αναρωτιέσαι τι είναι εκείνο που πηγαίνει στραβά όποτε επιχειρείται μια ευθεία μεταφορά παιχνιδιού. Ίσως να φταίει που η ουσιαστική εμπλοκή και η ενεργή συμμετοχή του παίχτη στα δρώμενα χάνεται κατά τη μεταφορά στην οθόνη, περιορίζοντας τον τελευταίο σε ρόλο παθητικού θεατή – άρα γι’ αυτόν το σινεμά υπολείπεται ως εμπειρία σε σχέση με εκείνη του παιχνιδιού. Ίσως να φταίει η προσήλωση στην αισθητική του παιχνιδιού. που δεν μεταφράζεται απαραίτητα σε κινηματογραφικό θέαμα. Κι όταν πάλι έχουμε να κάνουμε με παιχνίδια που είναι «έτοιμες ταινίες» κατά τον παίχτη τους, γιατί είναι χτισμένα σαν τέτοιες, ο τελευταίος παραβλέπει το γεγονός ότι του φαίνεται συναρπαστικό επειδή είναι τόσο προσηλωμένος στην περάτωση των κατά τόπους tasks, που ξεχνά την μεγαλύτερη εικόνα και δεν συλλογίζεται πώς αυτά τα επιμέρους επεισόδια λειτουργούν εντός της. Tα ατμοσφαιρικά παιχνίδια της Quantic Dream πχ. είναι τα καλύτερα στο είδος της διαδραστικής αφήγησης, ως ταινίες, όμως, θα ήταν ανερμάτιστες.

Θεωρητικά το Uncharted είναι ένα παιχνίδι «έτοιμη ταινία». Μετά από μια δεκαετία και βάλε στο στάδιο της προπαραγωγής και έχοντας περάσει από τα χέρια σκηνοθετών όπως ο Ντέιβιντ Ο. Ράσελ, έγινε τελικά ταινία στα χέρια του Ρούμπεν Φλάισερ. Και δυσυχώς συνεχίζει την μακρά παράδοση ανάλογων διασκευών. Με ένα σενάριο που χρησιμοποίησε ως πατρόν την πλοκή τoυ Uncharted 4, το φιλμ μας συστήνει έναν νεαρό (πλην όχι άμαθο) Νέιθαν Ντρέικ, ο οποίος αναζητά τον θησαυρό του Μαγγελάνου μαζί με τον γηραιότερο Σάλι. Στον ρόλο του νεαρού Ντρέικ εμφανίζεται ο Τομ Χόλαντ, ο οποίος καλείται να υποδυθεί έναν ετοιμόλογο γόη, λάτρη της περιπέτειας και πολυμήχανο εξερευνητή. Δεν είναι τόσο η αγορίστικη φυσιογνωμία του το πρόβλημα– ένας νεαρός Τομ Κρουζ πχ. θα κένταγε σε αυτό τον ρόλο- όσο η ευγένειά και η ενδιάθετη συστολή του, οι οποίες σε αρκετές σκηνές «κλωτσάνε» σε σχέση με τις πράξεις και τα λόγια του. Η ενεργητικότητα του, πάντως, τον ευνοεί στις σκηνές δράσης, ενώ σε δύο συναισθηματικά φορτισμένες σκηνές, που είναι και το φόρτε του, διασκεδάζει τις εντυπώσεις. Επίσης δεν είναι ο Χόλαντ το βασικό πρόβλημα της ταινίας- ή μάλλον μακάρι να ήταν.

Το αναλογικό κυνηγητό στους δρόμους της Βαρκελώνης είναι μάλλον η πιο συναρπαστική σεκάνς του έργου κι αυτό είναι σοβαρό μειονέκτημα για μια ταινία που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, μια εναέρια …ναυμαχία.

Το «Uncharted» είναι λίγο εξωτική περιπέτεια τύπου «Ιντιάνα Τζόουνς» - ας μην ξεχνάμε ότι ο Ίντυ ενέπνευσε ένα ολόκληρο είδος βιντεοπαιχνιδιών, το adventure- είναι και λίγο ταινία απάτης, είναι και περιπέτεια τύπου «Επικίνδυνες Αποστολές». Τίποτα από τα τρία δεν κάνει καλά. Απουσιάζει η χορογραφία και η σπιλμπεργκική αίσθηση του δέους, απουσιάζει το ραφινάρισμα, η σφιχτοδεμένη ίντριγκα και η δέουσα ακτινοβολία του καστ για να δουλέψει η «απάτη», ενώ η εναπόθεση στην ψηφιακή τεχνολογία για την εξωφρενική δράση της τρίτης πράξης κάνει την ταινία πάμπτωχο συγγενή του αειθαλούς franchise των «Αποστολών». Το αναλογικό κυνηγητό στους δρόμους της Βαρκελώνης είναι μάλλον η πιο συναρπαστική σεκάνς του έργου κι αυτό είναι σοβαρό μειονέκτημα για μια ταινία που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, μια εναέρια …ναυμαχία. Σύμφωνοι, το παιχνίδι έχει ως σήμα κατατεθέν τις εξωφρενικές σκηνές δράσης, θα έπρεπε, όμως, αυτές να σχεδιαστούν από την αρχή με τρόπο που να εξυπηρετεί το διαφορετικό μέσο και σίγουρα να μην μονταριστούν έτσι αποσπασματικά, καθιστώντας την δράση δυσδιάκριτη – σταθερό «λυσσάρι» εδώ και δύο δεκαετίες για σκηνοθέτες που βαριούνται (ή δεν μπορούν) να ενορχηστρώσουν δράση.

Διάολε, ούτε καν τις σκηνές που οι ήρωες λύνουν γρίφους δεν μπορέσαμε να χαρούμε, καθώς, έστω κι από την(επί της ουσίας) παθητική μας θέση, δεν συμμετείχαμε καθόλου στην επίλυση τους, απλά παρακολουθούσαμε τον Ντρέικ να παραθέτει φωναχτά τα ουρανοκατέβατα στοιχεία. Κι αυτό μας θυμίζει σαν αίσθηση εκείνες τις φορές που ήμασταν παιδιά και μας καλούσε σπίτι του το γειτονόπουλο που έπαιρνε καινούργια κονσόλα για να παίξουμε, αλλά κρατούσε το χειριστήριο για τον εαυτό του και δεν το έδινε σε κανέναν άλλο. Για λόγους ευπρέπειας δεν θα γράψουμε τι του κάναμε στην επόμενη πρόσκλησή του. Όσον αφορά το «Uncharted», πάντως, που μετά τους τίτλους τέλους μας προσκαλεί σε ακόμα μια περιπέτεια, μάλλον δεν θα πάρουμε.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Uncharted
  • Uncharted