Γουλιέλμος Τέλλος
William Tell

Αναλογικός «μονόφθαλμος» σε έναν κινηματογραφικό κόσμο ψηφιακών «τυφλών», αυτός ο «Γουλιέλμος Τέλλος» θα παρηγορήσει (χωρίς να ενθουσιάσει) του φαν της μεσαιωνικής επικής περιπέτειας.
Έχουμε σταματήσει να βλέπουμε μεσαιωνικές επικές περιπέτειες, επειδή θεωρούνται είδος παλιακό, επειδή, ταυτόχρονα με την επικράτηση του ορθολογισμού, η φαντασία φαίνεται να κερδίζει κατά κράτος την Ιστορία – μια από τις πολλές αντιφάσεις των καιρών μας- κι επειδή το κόστος των γυρισμάτων σε φυσικές τοποθεσίες υπερβαίνει πια εκείνο της ψηφιακής ανάπλασής τους, τουλάχιστον στα μεγέθη μιας υπερπαραγωγής. Το αποτέλεσμα είναι ένα κοινό που ακόμα ενδιαφέρεται για την εποχή και για το συγκεκριμένο είδος περιπέτειας να μένει νηστικό. Ε, αυτό το κοινό θα βρει σχετική παρηγοριά στην ταινία του Νικ Χαμ.
Εμπνευσμένη από τις περιπέτειες του δημοφιλέστερου τοξοβόλου μετά τον Ρομπέν των Δασών, αλλά και του γνωστότερου ήρωα της ελβετικής λαογραφίας – όποιος ξέρει δεύτερο, να σηκώσει το χέρι-, ενός υπερήρωα περασμένων αιώνων, αν θέλετε, η ταινία ευνοείται από τον αναλογικό τρόπο της κι από ένα παλιομοδίτικο score του Στίβεν Πράις (Gravity) που χρησιμοποιείται με εξίσου παλιομοδίτικο τρόπο για να εμψυχώσει, να εξοργίσει και να συγκινήσει. Γνωρίζοντας δε, ότι βασική ατραξιόν του είναι το περιστατικό με το μήλο - που ενέπνευσε και το φλασμπάκ του «Κάποτε στη Δύση», παρεμπιπτόντως- ο Νικ Χαμ θα δώσει χώρο και χρόνο στη συγκεκριμένη σκηνή, θα επιχειρήσει και σασπένς, προερχόμενο όχι τόσο από την αμφιβολία για το τελικό αποτέλεσμα, όσο από τον τρόπο που θα εκτονωθεί η σκληρότητα των βασιλικών αντιπροσώπων.
Το φινάλε αφήνει ξεκάθαρα (και αισιόδοξα) ανοιχτό το ενδεχόμενο συνέχειας των περιπετειών αυτού του Γουλιέλμου Τέλλου, αναμένοντας την ετυμηγορία των ταμείων. Αν αυτή προκύψει θετική, να ευχηθούμε με λίγο καλύτερο γράψιμο την επόμενη φορά.